17 Σεπτεμβρίου, 2021

Γιατί οι ευρωκράτες συνεχίζουν να πολεμούν το Brexit

 Το να είναι μια χώρα μέλος της ΕΕ είναι ένα δόλωμα για κράτη που τους πούλησαν την ιδιότητα του μέλους σαν μια ευκαιρία να συμμετάσχουν σε μια ζώνη ελεύθερου εμπορίου και σε μια πιο συνεργατική ήπειρο


Άρθρο του Brice M. Vanhalen, που δημοσιεύτηκε στις 09/07/2020 από το Mises Institute. Απόδοση στα ελληνικά, Νίκος Μαρής. Χρόνος ανάγνωσης 4'.



Το δημοψήφισμα του 2016 για το Brexit ήταν το αποκορύφωμα μιας συζήτησης που διάρκεσε για χρόνια. Ενώ η παράταξη υπέρ της Εξόδου προώθησε μια ρητορική που στόχευε την ΕΕ ως μια δεσποτική και χωρίς νομιμοποίηση οντότητα που απειλεί την ελευθερία όλων των βρετανών πολιτών, τα θεσμικά όργανα της ΕΕ μαζί με τους πολιτικούς και τα μέσα ενημέρωσης που υποστήριζαν την Παραμονή στην ΕΕ, αγνόησαν τις περισσότερες από τις ανησυχίες που έθεσε η παράταξη του Brexit εστιάζοντας σε εκείνα τα τμήματα της ρητορικής που θα μπορούσαν εύκολα να χαρακτηριστούν σαν «ξενοφοβικά» ή «αντιευρωπαϊκά». Ήταν δύσκολο να κάνουν μια εποικοδομητική συζήτηση σχετικά με τα κίνητρα των πολιτών που υποστήριξαν την επιλογή της Εξόδου. Παρ’ όλα αυτά, ακούγοντας όσα είπε η παράταξη υπέρ της Παραμονής, φάνηκε ότι πίσω από το Brexit υπάρχει ένα σύμπλεγμα διαπλεκόμενων ζητημάτων σχετικά με το τι έχει καταλήξει να είναι η ΕΕ και ποιες προοπτικές προτείνει η ΕΕ για το μέλλον.

Ωστόσο, η αντίθεση στην ΕΕ εδώ και πολύ καιρό είχε να κάνει με την αυξανόμενη εξουσία της γραφειοκρατίας της έναντι των κρατών μελών και των πολιτών τους. Κατά την τελευταία ομιλία του ενώπιον του κοινοβουλίου της ΕΕ, ο εκπρόσωπος του Ηνωμένου Βασιλείου, Nigel Farage, συνόψισε την άποψή του υπενθυμίζοντας ότι το Ηνωμένο Βασίλειο υπέγραψε μια συμφωνία για τη διευκόλυνση των επιχειρηματικών σχέσεων, της αμοιβαιότητας και της ανταλλαγής επιστημονικής και τεχνικής εμπειρογνωμοσύνης, όλα αυτά για να ενισχυθεί η συνεργασία μεταξύ των Ευρωπαίων. Ο κ. Farage επεσήμανε ότι οι αρχικές συμφωνίες δεν περιελάμβαναν ποτέ το νομικό πλαίσιο για την λειτουργία μιας γραφειοκρατίας που αποτελείται από μη εκλεγμένους τεχνοκράτες και που παρεμβαίνει σε υποθέσεις, οι οποίες κανονικά ελέγχονται συνήθως από τα κράτη. Υπενθύμισε επίσης στο ακροατήριό του ποια προβλήματα εμφανίζονται και επιδεινώνονται με τις γραφειοκρατίες που έχουν σχεδιαστεί έτσι ώστε μια μειονότητα ατόμων να αποκτήσουν εξουσία χωρίς λογοδοσία.

Το Brexit με λίγα λόγια: Τι (πραγματικά) διακυβεύεται

Η εξουσία της ΕΕ εξαρτάται με πολλούς τρόπους από τα έσοδά της, και αυτός είναι ένας από τους λόγους για τους οποίους η ΕΕ πολέμησε για πολύ καιρό μια έξοδο της Βρετανίας.
Για να κατανοήσουμε τη σημασία της εξόδου του Ηνωμένου Βασιλείου από την ΕΕ, πρέπει να έχουμε κατά νου ότι είναι η πέμπτη μεγαλύτερη οικονομία στον κόσμο. Με πληθυσμό 65 εκατομμυρίων, το Ηνωμένο Βασίλειο αντιπροσωπεύει περίπου το 13% του πληθυσμού της ΕΕ, ενώ η οικονομία του αντιπροσωπεύει το 18% του ΑΕΠ της Ευρώπης. Αυτό καθιστά το Ηνωμένο Βασίλειο τη δεύτερη μεγαλύτερη οικονομία της ΕΕ. Για να το θέσουμε σε μια ευρύτερη προοπτική, το Ηνωμένο Βασίλειο είναι τόσο πλούσιο και ισχυρό όσο οι δεκαεννέα πιο αδύναμες οικονομίες στην ΕΕ μαζί. Αυτό δείχνει ότι παρ’ όλο που το Brexit δεν είναι μια εύκολη μετάβαση για το Ηνωμένο Βασίλειο, δεν θα είναι κάτι χωρίς συνέπειες για την ΕΕ.

Η ΕΕ αναμένεται να αισθανθεί τις οικονομικές συνέπειες του Brexit σε τρία στάδια. Βραχυπρόθεσμα, υπάρχει η απώλεια της βρετανικής συνεισφοράς στον κοινοτικό προϋπολογισμό. Καθώς η συνεισφορά των κρατών μελών στον προϋπολογισμό της ΕΕ εξαρτάται από το ΑΕΠ τους, είναι κατανοητό ότι πίσω από το Brexit υπάρχουν σημαντικές οικονομικές συνέπειες. Έχει ειπωθεί κάποιες φορές ότι οι διαπραγματεύσεις, από την επομένη της αρχικής ψηφοφορίας για το Brexit και κατά την ατελείωτη διάρκειά τους, χρησίμευσαν μόνο στο να συνεχιστούν οι συνεισφορές της Αγγλίας στον προϋπολογισμό της ΕΕ, οι οποίες θα έπρεπε διαφορετικά να αντισταθμιστούν κυρίως από τη Γερμανία και τη Γαλλία. Μεσοπρόθεσμα, και τα δύο μέρη πρέπει να επαναπροσδιορίσουν τις συμφωνίες για να διασφαλίσουν τη συνέχεια των εμπορικών και επιχειρηματικών τους σχέσεων. Οι εμπορικές συνομιλίες πρέπει να συνεχιστούν έως τις 31 Δεκεμβρίου 2020, οπότε θα γίνει γνωστό εάν η μεταβατική περίοδος επέτρεψε στις δύο πλευρές να δημιουργήσουν ισχυρά σημεία σύγκλισης. Τέλος, μακροπρόθεσμα, το Ηνωμένο Βασίλειο έχοντας απελευθερωθεί από όλους τους ευρωπαϊκούς κανονισμούς, υπάρχουν καλές πιθανότητες να το δούμε να αναπτύσσει ένα οικονομικό και κοινωνικό μοντέλο που θα ανταγωνίζεται αυτό που υποστηρίζει και επιβάλλει η ΕΕ στα μέλη της. Το Ηνωμένο Βασίλειο θα είναι ελεύθερο να συνάπτει εμπορικές συμφωνίες με νέους εταίρους, και θα μπορούσε να καταλήξει σε μια συμφέρουσα συμφωνία με μια ΕΕ που δεν μπορεί να κάνει χωρίς τη βρετανική αγορά ή τον στρατό της, ενώ με την απόσυρση των Βρετανών, ο στρατιωτικός προϋπολογισμός της Ευρώπης θα μειωθεί κατά 21%.

Το πεπρωμένο της ΕΕ: Από την προώθηση της συνεργασίας στην ενίσχυση μιας νέας μορφής ευρωπαϊκού κρατισμού

Σε κάθε περίπτωση, η ρυθμιστική εξουσία της ΕΕ έχει διογκωθεί με την πάροδο του χρόνου.
Μέχρι τη συνθήκη του Μάαστριχτ του 1992, η Ευρωπαϊκή Οικονομική Κοινότητα (ΕΟΚ) εφάρμοζε την αρχή της επικουρικότητας, περιοριζόμενη στους τομείς της αποκλειστικής αρμοδιότητάς της. Οι αποκλειστικές εξουσίες της ένωσης ήταν η Τελωνειακή Ένωση, η θέσπιση των κανόνων του ανταγωνισμού, που είναι απαραίτητοι για τη λειτουργία της εσωτερικής αγοράς · η νομισματική πολιτική για τα κράτη μέλη με νόμισμα το ευρώ · η διατήρηση των θαλάσσιων βιολογικών πόρων στο πλαίσιο της κοινής αλιευτικής πολιτικής · η κοινή εμπορική πολιτική · και η σύναψη διεθνών συμφωνιών. Όσον αφορά τους φραγμούς στο εμπόριο, η ΕΕ ήταν επωφελής όταν έθεσε τέλος στα τελωνειακά εμπόδια και στις επαναλαμβανόμενες υποτιμήσεις, που ήταν ένας τρόπος για να αποφεύγουν οι ευρωπαϊκές εταιρείες την ανάγκη να επιτυγχάνουν κέρδη μέσω αυξημένης παραγωγικότητας. Η Ευρωπαϊκή ολοκλήρωση, όπως έλαβε χώρα μέχρι την Ευρωπαϊκή Συνθήκη του 1986 (που προηγήθηκε της Συμφωνίας του 1992), έκανε τις ευρωπαϊκές οικονομίες πιο σύγχρονες και πιο ανταγωνιστικές.

Η ΕΕ στη σημερινή της μορφή είναι διαφορετική, υπό την έννοια ότι έχει «κοινές αρμοδιότητες» με τα κράτη μέλη, «αρμοδιότητες υποστήριξης, συντονισμού ή συμπλήρωσης της δράσης των κρατών μελών» και, τέλος, «αρμοδιότητες λήψης μέτρων που να διασφαλίζουν ότι τα κράτη μέλη συντονίζουν τις πολιτικές τους.» Στην Ευρώπη του ελεύθερου εμπορίου προστέθηκε η Ευρώπη των κριτηρίων, των κανονισμών και των πιέσεων. Δεν υπάρχει πλέον καμία αρχή επικουρικότητας, και η ΕΕ μπορεί να παρεμβαίνει σε τομείς όπως ο πολιτισμός, ή οι κοινωνικές πολιτικές. Με την επέκταση των προνομίων της, η ΕΕ έχει μετατραπεί σε έναν γραφειοκρατικό οργανισμό, του οποίου τα θεσμικά όργανα συγκεντρώνουν διαρκώς εξουσίες. Η ΕΕ πιέζει για να μειώσει τις οικονομικές και κοινωνικές ανισότητες μεταξύ των μελών της, και αυτό προκαλεί συγκρουσιακές σχέσεις μεταξύ ορισμένων ευρωπαϊκών χωρών και ευρωπαϊκών θεσμικών οργάνων. Το Ηνωμένο Βασίλειο συχνά διαφωνούσε εντός της ΕΕ και επιχειρηματολογούσε κατά των προτεινόμενων πολιτικών της ΕΕ, ζητώντας εξαιρέσεις. Κατά τη διάρκεια των συζητήσεων στο κοινοβούλιο της ΕΕ, ένας εκπρόσωπός της ισχυρίστηκε ότι το Brexit ξεκίνησε όταν η ΕΕ παραχώρησε κάποιες εξαιρέσεις, και ότι αυτό ήταν που έβλαψε την ολοκλήρωση στο πλαίσιο ενός ομοιογενούς ρυθμιστικού συστήματος. Αντί να αμφισβητήσει αυτήν την επιδίωξη για την ομογενοποίηση των πολιτικών και οικονομικών πεδίων της ΕΕ, ισχυρίστηκε ότι η λύση για την αποφυγή τέτοιων καταστροφών ήταν να διασφαλιστεί ότι δεν θα παραχωρηθεί καμία παρόμοια μεταχείριση στο μέλλον.

Εξακολουθούν να υπάρχουν πολλοί υπερασπιστές των θεσμών της ΕΕ, οι οποίοι θεωρούνται θεματοφύλακες της «ευρωπαϊκής σταθερότητας». Υποστηρίζεται επίσης ότι η ΕΕ είναι ένα ισχυρό εργαλείο, που αποτελεί ένα σύστημα εξισορρόπησης για την προστασία των ατομικών δικαιωμάτων από την τυχόν καταπάτησή τους από τα κράτη μέλη. Για τους υποστηρικτές του ελάχιστου κράτους, θα ήταν προτιμότερο να μειωθεί η κυβερνητική εξουσία σε εθνικό επίπεδο παρά να προστεθεί ένα στρώμα θεσμών που ενεργούν σε ηπειρωτικό επίπεδο. Η ΕΕ μπορεί να μοιάζει με μια προστατευτική οντότητα, αλλά οι συγκεντρωτικές δομές δεν είναι ποτέ πολιτικά ουδέτερες, και δεν εξαιρούνται από την υπέρβαση των κανονισμών, ή την κατάχρηση της εξουσίας. Με την πάροδο του χρόνου τείνουν να αποστασιοποιούνται από τις επιθυμίες των πολιτών. Οι τεχνοκράτες που εργάζονται εντός αυτού του πλαισίου αποκτούν τη βεβαιότητα ότι γνωρίζουν καλύτερα από τους πολίτες, και ότι αυτό δικαιολογεί την παρείσδυση και την παρεμβατικότητα στις ιδιωτικές υποθέσεις των άλλων.

Αν και το Brexit φαίνεται πια να είναι μια τελειωμένη συμφωνία, η γραφειοκρατία της ΕΕ μπορεί να βρει τρόπους να τιμωρήσει το Ηνωμένο Βασίλειο για την ανεξαρτησία του. Επιπλέον, η ΕΕ μπορεί να χρησιμοποιήσει την εμπειρία του Brexit ως ένα λόγο για τον περαιτέρω περιορισμό της ελευθερίας των κρατών μελών, ώστε να αποφευχθεί τυχόν μελλοντική έξοδος από άλλα κράτη μέλη. Αυτό αντιπροσωπεύει ένα είδος ανώμαλης προσγείωσης για τα κράτη που πίστεψαν ότι ως μέλη θα είχαν την ευκαιρία να συμμετάσχουν σε ένα μπλοκ ελεύθερου εμπορίου και σε μια πιο συνεργατική Ευρώπη. Η σημερινή πραγματικότητα είναι πολύ διαφορετική.



***