26 Σεπτεμβρίου, 2021

Kαθώς η εποχή Μέρκελ φτάνει στο τέλος της, η Ευρώπη αντιμετωπίζει μια εύθραυστη οικονομία

 Η κατάρρευση του ευρώ, κι όχι η αύξηση των τιμών του φυσικού αερίου και η συμφόρηση (bottleneck) της παραγωγής, είναι η πιο πιθανή αιτία για τον συνεχιζόμενο υψηλό πληθωρισμό του Δείκτη Τιμών Καταναλωτή στην Ευρώπη μετά την εποχή της Μέρκελ.

Άρθρο του Brendan Brown, που δημοσιεύτηκε στις 22 Σεπτεμβρίου 2021. Απόδοση στα ελληνικά, Νίκος Μαρής. Χρόνος ανάγνωσης 5'.



Καθώς η Άνγκελα Μέρκελ προετοιμάζει την έξοδό της από την καγκελαρία στο Βερολίνο, ένας ψεύτικος συναγερμός ηχεί στην Ευρώπη σχετικά με τον επικείμενο κίνδυνο «στασιμοπληθωρισμού». Αυτό το φαινόμενο, όπως και οι δράκοι, ανήκει στη μυθολογία και όχι σε πραγματικές ιστορικές ή σύγχρονες συνθήκες. 

Ο θόρυβος αυτός θα εμποδίσει να ακουστεί κάθε συναγερμός για τον πραγματικό κίνδυνο νομισματικού κατακλυσμού στην Ευρώπη μετά τη Μέρκελ -μια κρίση χρέους της Γαλλίας και της Ιταλίας, με κορύφωσή τους την κατάρρευση του ευρώ. 

Ο μύθος του στασιμοπληθωρισμού προέρχεται από την εμπειρία της δεκαετίας του 1970 στις ΗΠΑ. Οι μέσοι όροι δεδομένων που συλλέχθηκαν για ολόκληρη την περίοδο (1973-80) —συμπεριλαμβανομένου ενός καταστρεπτικού νομισματικού πληθωρισμού και μιας οικονομικής άνθησης (1976–78) που βρίσκονταν μεταξύ δύο υφέσεων με σοκ στην προσφορά ενέργειας – εμφάνισαν τον υψηλό πληθωρισμό του Δείκτη Τιμών Καταναλωτή (ΔΤΚ) να συνοδεύει μια πραγματική οικονομική στασιμότητα.

Fast-forward στο παρόν: ο πληθωρισμός του ευρωπαϊκού ΔΤΚ αυξάνεται όλο το έτος (3 % σε ετήσια βάση τον Σεπτέμβριο), αν και παραμένει κάτω από τον αντίστοιχο των ΗΠΑ, εν μέρει λόγω του χαμηλού ή μηδενικού βάρους για κατοικίες και μεταχειρισμένα αυτοκίνητα. Ωστόσο, οι πραγματικές οικονομικές επιδόσεις στην Ευρώπη ήταν πολύ χαμηλότερες, εάν αναγνωρίσουμε τις ψευδαισθήσεις που σχετίζονται με το τέλος των αποκλεισμών και την υποχώρηση της πανδημίας.

Τώρα, μια πραγματική και διαφαινόμενη κρίση προσφοράς φυσικού αερίου στην Ευρώπη (εν μέσω προβλέψεων για ελλείψεις στην προσφορά από τη Ρωσία, και για τον περιορισμό στην εγχώρια παραγωγή εξαιτίας της περιβαλλοντικής πολιτικής) θα μπορούσε να οδηγήσει τους καταναλωτές ορισμένων χωρών να αντιμετωπίσουν έναν διπλασιασμό στις τιμές των λογαριασμών και αρκετή αναστάτωση στην καθημερινότητά τους. Ο Ρώσος πρόεδρος Βλαντιμίρ Πούτιν, με τον αγωγό Nord Stream 2 προς τη Γερμανία τώρα ολοκληρωμένο, θα μπορούσε να επιδεινώσει την κρίση για την ανατολική και τη νότια Ευρώπη. Ορισμένοι ειδικοί υποψιάζονται ότι η ρωσική Gazprom ήδη χειραγωγεί τις τιμές του φυσικού αερίου.

Αυτή η κρίση του φυσικού αερίου έρχεται να προστεθεί πάνω στην επιδείνωση των προβλημάτων μποτιλιαρίσματος (bottlenecks) της παραγωγής στην παγκόσμια οικονομία. Ο αριθμός που ψιθυρίζεται για τον ΔΤΚ της ζώνης του ευρώ φέτος το χειμώνα είναι περίπου 5 % σε ετήσια βάση. Εν τω μεταξύ, οι προοπτικές για οικονομική ανάκαμψη από την κρίση εξαιτίας της πανδημίας επιδεινώνονται. Μεταξύ των μεγάλων ευρωπαϊκών χωρών, μόνο η Γερμανία αυτό το φθινόπωρο επιστρέφει στα επίπεδα του ΑΕΠ της πριν από την πανδημία.

Ακόμη και η επικεφαλής της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας, Κριστίν Λαγκάρντ, υποχρεώθηκε να λάβει υπ’ όψη της τον [ψεύτικο] συναγερμό για τον στασιμοπληθωρισμό στη συνέντευξη Τύπου της στις 9 Σεπτεμβρίου, η οποία ήταν καθοριστική για τις γενικές εκλογές της Γερμανίας (26 Σεπτεμβρίου). Επιχειρώντας μια εξωραϊσμένη προσχώρηση στην άποψη της Bundesbank, ανακοίνωσε μια ασήμαντη μείωση της ποσοτικής χαλάρωσης.

Αυτή η αψεγάδιαστη Γαλλίδα πρώην πολιτικός, ιδιαίτερα ευαίσθητη στη σημασία του άξονα ΕΚΤ-Βερολίνου για τη διατήρηση του status quo της Ευρωπαϊκής Οικονομικής και Νομισματικής Ένωσης (ΟΝΕ), κατάφερε να αποσύρει το ευρώ ως θέμα συζήτησης μεταξύ των κυρίαρχων κομμάτων. Ούτε η ΟΝΕ ούτε ο συναγερμός περί στασιμοπληθωρισμού (ούτε ο Πρόεδρος Πούτιν!) αναφέρθηκαν καθόλου στην τελευταία τηλεοπτική συζήτηση (στις 12 Σεπτεμβρίου) μεταξύ των τριών υποψηφίων καγκελαρίων (από τη Χριστιανοδημοκρατική Ένωση, το Σοσιαλδημοκρατικό Κόμμα και τους Πράσινους). Οι πρόσφατες ανακοινώσεις της Λαγκάρντ για το «πρασίνισμα» του πλαισίου νομισματικής πολιτικής της ΕΚΤ αναμφίβολα ευχαρίστησαν τους Πράσινους, τους οποίους οι ειδικοί βλέπουν ως το κόμμα-κλειδί στις διαπραγματεύσεις για τον κυβερνητικό συνασπισμό μετά τις εκλογές.

Εάν είχε υπάρξει μια ερώτηση για τον στασιμοπληθωρισμό, η σωστή απάντηση από οποιονδήποτε από τους υποψηφίους θα ήταν ότι δεν είναι αυτός ο πραγματικός κίνδυνος. 

Ο στασιμοπληθωρισμός είναι ένας παραπλανητικός όρος που δημιουργήθηκε τη δεκαετία του 1970 από τους δημοφιλείς επικριτές του νομισματικής «τόνωσης» του Arthur F. Burns της Κεντρικής Τράπεζας των ΗΠΑ, την οποία ακολούθησαν στην Ευρώπη κάποιες χώρες εκτός της επιρροής του γερμανικού μάρκου. Αυτοί οι επικριτές, στις αναμενόμενες ανησυχίες τους, βιάστηκαν να επισημάνουν ως στόχο τους την κατάργηση του υψηλού πληθωρισμού και της υψηλής ανεργίας, χωρίς να δώσουν προσοχή στις λεπτές αλλά σημαντικές λεπτομέρειες. Ο υψηλός μέσος πληθωρισμός του Δείκτη Τιμών Καταναλωτή (ΔΤΚ) την περίοδο 1973-80 ενεργοποίησε την δυνατότητα των οικονομιών να υποκινούνται από τη νομισματική πολιτική προς μια πληθωριστική άνθηση (1976-78). Αξίζει να σημειωθεί ότι η Γαλλία εκείνη τη δεκαετία ζούσε σε ένα οικονομικό θαύμα. 

Σήμερα, αντίθετα, υπάρχει μια ευρέως διαδεδομένη οικονομική σκλήρυνση, που οφείλεται σε μεγάλο βαθμό σε έναν μακροχρόνιο νομισματικό πληθωρισμό που προκάλεσε δομικά κακές επενδύσεις (malinvestment) και την επέκταση του μονοπωλιακού «καπιταλισμού». Ναι, θα έπρεπε να λάβουμε υπ' όψη μας την απειλή από αυτόν τον μακροχρόνιο νομισματικό πληθωρισμό, που επιδεινώθηκε σε έναν νέο βαθμό κατά τη διάρκεια της πανδημίας από την ΕΚΤ και παραβλέφθηκε καθοριστικά από την καγκελάριο Μέρκελ. Είναι μια λανθασμένη εκτροπή, ωστόσο, η αναζήτηση δημοφιλών -αλλά λανθασμένων- διαγνώσεων στη δεκαετία του 1970.

Το αρχικό επεισόδιο του «στασιμοπληθωρισμού» τη δεκαετία του 1970 ξεκίνησε με το εμπάργκο των Πετρελαιοπαραγωγών Χωρών της Μέσης Ανατολής και τον τετραπλασιασμό της τιμής του πετρελαίου αμέσως μετά τον πόλεμο του Γιομ Κιπούρ (φθινόπωρο 1973). Ο πληθωρισμός του ΔΤΚ επιταχύνθηκε μετά από αυτό το επεισόδιο, παρά την οικονομική ύφεση. Στην πραγματικότητα, ο νομισματικός πληθωρισμός εκείνη τη στιγμή είχε ήδη μετατραπεί σε νομισματικό αποπληθωρισμό, με τον Burns της Κεντρικής Τράπεζας (Fed) να έχει επιβάλει μια νομισματική περιστολή το καλοκαίρι του 1973. 

Η αλματώδης άνοδος των τιμών καταναλωτή λόγω της διακοπής της προσφοράς δεν αποτελεί σύμπτωμα του νομισματικού πληθωρισμού, και θα συνέβαινε υπό ένα υγιές νομισματικό καθεστώς. Αλλά μόλις επιλυόταν η αναστάτωση, οι τιμές καταναλωτή θα μειώνονταν. Αντίθετα, η Fed  πάτησε το γκάζι του νομισματικού πληθωρισμού. Έντονα συμπτώματα πληθωρισμού αγαθών και περιουσιακών στοιχείων εμφανίστηκαν κατά την περίοδο 1976-1978, εν μέσω μιας ισχυρής οικονομικής άνθησης των ΗΠΑ και της παγκόσμιας οικονομίας. Στη συνέχεια, καθώς η νομισματική πολιτική άρχισε να σφίγγει, η έκρηξη της Ιρανικής Επανάστασης έφερε ένα νέο σοκ στην προσφορά πετρελαίου, ωθώντας τις τιμές σε ανοδικό σπιράλ, την ίδια στιγμή που η οικονομία επιβραδυνόταν.

Fast-forward στους συναγερμούς που χτυπούν σήμερα για τον στασιμοπληθωρισμό του 2021.

Στην Ευρώπη, όπως και στις ΗΠΑ, ένα μεγάλο μέρος της απότομης αύξησης  του πληθωρισμού του ΔΤΚ φέτος οφείλεται σε «εξαρθρώσεις από την πλευρά της προσφοράς», τα περιβόητα σημεία συμφόρησης, που αποτελούν στην ουσία την φρασεολογία της κεντρικής τράπεζας για το ότι ο πληθωρισμός είναι παροδικός. Με τη σειρά τους, αυτά τα σημεία συμφόρησης συνέβαλαν στην επιβολή των περικοπών στην παραγωγή. Η αβεβαιότητα ως προς τον χρόνο αναμονής για παραδόσεις, παράλληλα με τη συμπίεση των πραγματικών εισοδημάτων, βαραίνουν την μεριά της ζήτησης.

Οι ανήσυχες διαμαρτυρίες της Fed και των ξένων κεντρικών τραπεζών σχετικά με τις διαταραχές στην προσφορά (και τον περιβόητο μεταβατικό πληθωρισμό λόγω των προβλημάτων συμφόρησης) οδηγούν αναπόφευκτα στο ζήτημα της ευθύνης εδώ. Η τεράστια νομισματική «τόνωση» συνέβαλε σε μια τεράστια, αλόγιστη αύξηση της ζήτησης για μη αναλώσιμα προϊόντα από τους καταναλωτές, ενώ φούσκωσε την έκρηξη της ψηφιοποίησης που προκλήθηκε από τις ανάγκες της παραμονής στο σπίτι κατά τη διάρκεια της πανδημίας.

Θα πρέπει να αντιμετωπίσουμε τις διαταραχές της προσφοράς και το κόστος για την εκκαθάριση των καθυστερήσεων τελικά, ως πράγματα που ανήκουν στο πεδίο των κακών επενδύσεων (malinvestment), όπως προκλήθηκαν από τον νομισματικό πληθωρισμό. Η υπερκατανάλωση και οι κακές επενδύσεις κρύβονται πίσω από αυτά τα σημεία συμφόρησης, και η συνέχεια τους θα μπορούσε κάλλιστα να αυξήσει τις τάσεις ύφεσης. 

Η τρέχουσα αύξηση του πληθωρισμού ΔΤΚ στην Ευρώπη, που επιδεινώθηκε πιθανότατα από τις περαιτέρω αυξήσεις της τιμής του φυσικού αερίου (αυτό, σε αντίθεση με τα σημεία συμφόρησης, θα μπορούσε να είναι ένα αυθεντικό σοκ από την μεριά της προσφοράς), είναι απίθανο να μεταλλαχθεί απευθείας σε μόνιμο πληθωρισμό υψηλού ΔΤΚ, χαρακτηριστικό της δεκαετίας του 1970. Ο πραγματικός κίνδυνος ενός άλματος στον πληθωρισμό αγαθών και υπηρεσιών της ευρωζώνης βρίσκεται αλλού - στην άνοδο και την πτώση του πληθωρισμού περιουσιακών στοιχείων, το καθοριστικό χαρακτηριστικό του νομισματικού πληθωρισμού στην Ευρώπη κατά την εποχή της Μέρκελ.

Όταν ο παγκόσμιος πληθωρισμός περιουσιακών στοιχείων (asset inflation) μετατραπεί σε αποπληθωρισμό, υπάρχει μεγάλη πιθανότητα τα χρέη της γαλλικής και της ιταλικής κυβέρνησης, και των τραπεζικών συστημάτων σε αυτές τις δύο χώρες, να βρεθούν στο επίκεντρο μιας καταιγιστικής κρίσης. Οι γαλλικές τράπεζες έχουν πλέον μια διαβόητη έκθεση σε πιθανές «περιοχές με φούσκες», συμπεριλαμβανομένων των δανείων στην Κίνα, που συσσωρεύτηκαν κατά τη διάρκεια του μακροχρόνιου ευρωπαϊκού και αμερικανικού νομισματικού πληθωρισμού. Τα οικονομικά του γαλλικού κράτους είναι τώρα τόσο αδύναμα, όσο και της Ιταλίας πριν την πανδημία. Η ακύρωση της μεγάλης παραγγελίας της Αυστραλίας για γαλλικά υποβρύχια την περασμένη εβδομάδα, εν μέσω μιας μεγαλύτερης υπαρξιακής κρίσης για τον γαλλικό στρατιωτικό κλάδο, αναδεικνύει τις αδυναμίες της γαλλικής πιστοληπτικής ικανότητας.

Ίσως η τριμερής κυβέρνηση συνασπισμού που θα προκύψει από τις γερμανικές εκλογές να συνεργαστεί πράγματι στενά με το Παρίσι, και να πει ναι σε μια ευρωπαϊκή τραπεζική ένωση και στις άνευ ορίων διασώσεις (bailouts) μέσω της ΕΚΤ. Αυτή η κινεζικoύ τύπου λύση στα δεινά του χρέους της Ευρώπης -η σοβαρή νομισματική καταστολή σε ένα ουσιαστικά κρατικό τραπεζικό σύστημα- θα οδηγήσει στη φυγή κεφαλαίων από την Ευρώπη σε μια κλίμακα που δεν βλέπουμε στην Κίνα, με το μη μετατρέψιμο νόμισμά της να προστατεύεται χάρη σε μυριάδες περιορισμούς συναλλάγματος. Η κατάρρευση του ευρώ, κι όχι οι τιμές του φυσικού αερίου ή τα σημεία συμφόρησης της παραγωγής, θα είναι η πιο πιθανή πηγή διαρκούς υψηλού πληθωρισμού του Δείκτη Τιμών Καταναλωτή στην Ευρώπη στην μετά Μέρκελ εποχή.



***


Ο Μπρένταν Μπράουν είναι ιδρυτικός συνεργάτης των Macro Hedge Advisors ( www.macrohedgeadvisors.com ) και ανώτερος συνεργάτης στο Ινστιτούτο Χάντσον. Ως διεθνής νομισματικός και χρηματοπιστωτικός οικονομολόγος, σύμβουλος και συγγραφέας, έχει υπάρξει επικεφαλής της οικονομικής έρευνας στο Mitsubishi UFJ Financial Group. Είναι επίσης ανώτερος συνεργάτης του Ινστιτούτου Mises. Είναι ο συγγραφέας του  Europe's Century of Crises under Dollar Hegemony: A Dialogue on the Global Tyranny of Unsound Money  μαζί με τον Philippe Simonnot. Τα υπόλοιπα βιβλία του περιλαμβάνουν το The Case Against 2 Per Cent Inflation (Palgrave, 2018) και είναι εκδότης του "Monetary Scenarios",  Euro Crash: How Asset Price Inflation Destroys the Wealth of Nations  και The Global Curse of the Federal Reserve: Manifesto for a Second Monetarist Revolution.