15 Οκτωβρίου, 2021

Οι ρίζες της σύγχρονης οικολογικής μισανθρωπίας: Οι θεωρίες του Thomas Malthus

 Ίσως το πιο οδυνηρό χαρακτηριστικό της θεωρίας του καλοήθους αυτού ανθρώπου να είναι η ιδιόμορφη άποψή του για την σπανιότητα των πόρων, η οποία έχει εισχωρήσει στη σύγχρονη σκέψη στη βιολογία, τον περιβαλλοντισμό, και την οικονομία. 


Άρθρο του Richard Gunderman, που δημοσιεύτηκε από το AIER στις 11 Οκτωβρίου 2021. Απόδοση στα ελληνικά, Νίκος Μαρής. Χρόνος ανάγνωσης 5'.



O Τόμας Μάλθους δεν ήταν στ’ αλήθεια ένας κακός άνθρωπος. Απλώς είχε μια πραγματικά φρικτή ιδέα - ότι ο κόσμος πάντα περιέχει υπερβολικά πολλά ανθρώπινα όντα. Για να το θέσουμε λίγο πιο απαλά: Ο Malthus πίστευε ότι δεν μπορούσε να εμπιστευτεί κανείς τα ανθρώπινα όντα στο ότι θα κρατήσουν τον πληθυσμό τους υπό έλεγχο και ότι θα διατηρήσουν μια συνετή παρουσία στη κλίμακα της Δημιουργίας. Ο Malthus, του οποίου το ίδιο το επώνυμο αρχίζει με το λατινικό mal-, που σημαίνει κακό, δεινό, ή ασθένεια και οδηγεί συνειρμικά στις λέξεις κακοήθεια, κακόβουλος και κακοπροαίρετος, δεν ήταν αληθινά τόσο κακός. Στην πραγματικότητα, το όνομά του προέρχεται από τη λέξη malthouse (βυνοποιείο) ένα κτίριο στο οποίο οι σπόροι των δημητριακών προετοιμάζονται για της χρήση τους στη ζυθοποιία. Απλώς, ο Malthus μας έκανε να βλέπουμε ο ένας τον άλλον με καχυποψία, φθόνο και ζήλια - ένα κακόβουλο μείγμα που μετατοπίζει την προσοχή μας από το τι θα μπορούσαμε να συνεισφέρουμε, σε αυτό που ενδέχεται να χάσουμε ο ένας εξαιτίας του άλλου.

Τα πράγματα δεν ξεκίνησαν τόσο άσχημα για τον Τόμας Μάλθους. Γεννήθηκε το 1766 σε ένα προνομιακό περιβάλλον. Ο πατέρας του ήταν φίλος του μεγάλου Σκωτσέζου φιλοσόφου Ντέιβιντ Χιουμ και θαυμαστής του Ρουσσώ, του οποίου το βιβλίο Εμίλ ενέπνευσε την ανατροφή του νεότερου Μάλθους. Γινόμενος δεκτός στο Jesus College του Κέιμπριτζ, ο Μάλθους γρήγορα διακρίθηκε ως φοιτητής, κερδίζοντας βραβεία στις κλασικές σπουδές και τα μαθηματικά. Στη συνέχεια, έγινε υπηρέτης του Θεού, και έγινε νεοκόρος της ενορίας. Αργότερα παντρεύτηκε, απέκτησε δύο κόρες κι έναν γιο, και στη συνέχεια έγινε καθηγητής ιστορίας και πολιτικής οικονομίας στο κολέγιο της East India Company. Ήταν το έτος 1798 που δημοσίευσε το σπουδαιότερο έργο του, «Ένα δοκίμιο περί των κανόνων του πληθυσμού, όπως επηρεάζουν το μέλλον της βελτίωσης της κοινωνίας ».

Ο Malthus μ΄αυτό του το βιβλίο απαντούσε στα γραπτά του Godwin, του Condorcet και άλλων, των οποίων τις ελπίδες για μια αυξανόμενη ευτυχία της ανθρωπότητας θεωρούσε υπερβολικά αισιόδοξες. Έχοντας αντιληφθεί μέσω της δουλειάς του στην ενορία ότι έμοιαζε πάντα να κάνει περισσότερες βαπτίσεις παρά κηδείες, άρχισε να διεξάγει δημογραφικές έρευνες που τον έπεισαν ότι οι ανθρώπινοι πληθυσμοί τείνουν αναπόφευκτα να ξεπεράσουν τους πόρους που έχουν στη διάθεσή τους, ή πιο συγκεκριμένα, ότι τα αποθέματα τροφίμων αυξάνονται αριθμητικά ενώ ο αριθμός των ανθρώπων αυξάνεται γεωμετρικά. Όπως είπε ο Malthus, «Η αέναη τάση του ανθρώπινου γένους να αυξάνεται πέρα ​​από τα μέσα διαβίωσής του είναι ένας από τους γενικούς νόμους της φύσης, ο οποίος δεν έχουμε κάποιον λόγο να περιμένουμε ότι θα αλλάξει».

Αντισταθμίζοντας την τάση των ανθρώπινων πληθυσμών να εκρήγνυται υπάρχουν δύο δυνάμεις, τις οποίες ο Malthus ονόμασε «προληπτικούς» και «θετικούς» ελέγχους. Οι προληπτικοί έλεγχοι περιλαμβάνουν την καθυστέρηση της τεκνοποίησης ή την πλήρη αποφυγή τεκνοποίησης. Οι γυναίκες που αρχίζουν να κάνουν παιδιά αργότερα στη ζωή τους τείνουν να έχουν λιγότερα παιδιά, και εκείνες που δεν παντρεύονται ποτέ - όπως οι συνθήκες της εποχής του επέτρεπαν να υποθέτει - δεν θα γεννούσαν καθόλου παιδιά. Οι πρόσθετοι προληπτικοί έλεγχοι περιλαμβάνουν τον ηθικό περιορισμό - την ελπίδα ότι ορισμένοι άνθρωποι θα απέχουν από την τεκνοποίηση λόγω ανησυχίας για την ευημερία των παιδιών που γεννούν, τα οποία είναι αρκετά δύσκολο να τα υποστηρίξουν οι φτωχές οικογένειες - και η νομοθεσία, η οποία μπορεί να αποδειχθεί πολιτικά ανέφικτο να εφαρμοστεί. Η πρόσφατη πολιτική της Κίνας για ένα παιδί είναι μια ακραία εκδοχή του τελευταίου είδους «προληπτικού» ελέγχου. Ο Malthus έτρεφε ελάχιστες ελπίδες για τέτοιου είδους περιορισμούς:

«Οι φτωχοί βιοπαλαιστές, για να χρησιμοποιήσουμε μια τραχιά έκφραση, μοιάζουν πάντα να ζουν στο όριο της επιβίωσης. Οι ανάγκες του παρόντος εξαντλούν όλη τους την προσοχή και σπάνια συλλογίζονται το μέλλον. Ακόμα και όταν έχουν την ευκαιρία να εξοικονομήσουν χρήματα, σπάνια την αξιοποιούν, αλλά ό,τι είναι πέρα ​​από τις τρέχουσες ανάγκες τους το φορτώνουν, γενικά, στον κόκορα.»

Οι «θετικοί» έλεγχοι τώρα, περιελάμβαναν τον πόλεμο, την πανούκλα και τον λιμό. Εάν οι άνθρωποι δεν μπορούσαν να περιορίσουν τον ρυθμό αναπαραγωγής τους, η φύση θα εξάλειφε το πρόβλημα του υπερπληθυσμού όταν ο ανταγωνισμός για τους λιγοστούς πόρους θα έφερνε πόλεις και έθνη σε σύγκρουση μεταξύ τους. Ο υπερπληθυσμός επίσης θα οδηγούσε σε επιδημίες ασθενειών, ή θα υπήρχαν απλά πάρα πολλά στόματα για να ταΐσουμε. Ο Malthus είδε σε αυτές τις αρχές όχι απλώς μια περιγραφή του τι συμβαίνει στην πραγματικότητα, αλλά μια προσταγή για να επιδιώξει κανείς να συμβούν. Εγραψε,

«Είναι προφανής η αλήθεια ότι, όποιος και αν είναι ο ρυθμός αύξησης των μέσων διαβίωσης, η αύξηση του πληθυσμού πρέπει να περιορίζεται από αυτόν, τουλάχιστον αφ’ ης στιγμής η τροφή έχει διαιρεθεί στα μικρότερα δυνατά μερίδια που θα  μπορούσαν να συντηρήσουν τη ζωή. Όλα τα παιδιά που γεννιούνται, πέρα ​​από αυτά που απαιτούνται για να διατηρηθεί ο πληθυσμός στο παρόν επίπεδο, πρέπει απαραιτήτως να πεθάνουν, εκτός εάν τους δοθεί κάποιος χώρος από τον θάνατο ενηλίκων. Συνεπώς, για να ενεργούμε με συνέπεια, θα πρέπει να διευκολύνουμε, αντί να επιχειρούμε ανόητα και μάταια να εμποδίσουμε, τη λειτουργία της φύσης στην πρόκληση αυτής της θνησιμότητας, και αν φοβόμαστε την πολύ συχνή επίσκεψη της φρικτής μορφής του λιμού, θα πρέπει να ενθαρρύνουμε με εύσχημο τρόπο τις άλλες μορφές καταστροφής, τις οποίες είναι επιτακτική ανάγκη να χρησιμοποιήσει η φύση.»

Σε αντίθεση με τους αισιόδοξους της εποχής του, ο Malthus μπορεί να θεωρηθεί ως ένας πολιτικά απαισιόδοξος. Η κοσμοθέασή του θεωρεί τη φτώχεια ως την αναπόφευκτη μοίρα της ανθρωπότητας. Στην καλύτερη περίπτωση, οι προσπάθειες για τη μείωση της φτώχειας είναι σχεδόν βέβαιο ότι θα αποτύχουν και στη χειρότερη, ότι θα αποδειχθούν αντιπαραγωγικές. Η φιλανθρωπία, για παράδειγμα, απλώς επιτείνει το πρόβλημα. Βάζοντας περισσότερη τροφή στο στόμα των φτωχών, οι φιλάνθρωποι ενεργούν σε μια ακούσια συμπαιγνία με την τάση να αυξάνονται οι πληθυσμοί πέρα ​​από τα μέσα για την υποστήριξή τους. Οι νόμοι της Αγγλίας για τους φτωχούς, υποστήριζε ο Malthus, ενθάρρυναν τις πολύτεκνες οικογένειες και απλώς αύξαναν τον αριθμό των ενδεών και των ετοιμοθάνατων. Θα ήταν καλύτερα να μην είχαν υπάρξει ποτέ, αυξάνοντας έτσι «τη συνολική μάζα ευτυχίας μεταξύ των απλών ανθρώπων». 

Ο Malthus έκανε, φυσικά, λάθος. Πρώτον, δεν σκέφτηκε ποτέ ότι οι διαθέσιμοι πόροι για την συντήρηση των πληθυσμών μπορεί να ξεπεράσουν τις προσδοκίες. Αναλογιστείτε το έργο του Αμερικανού γεωπόνου του 20ού αιώνα Norman Borlaug, του οποίου η «πράσινη επανάσταση» αύξησε δραματικά τις αποδόσεις των καλλιεργειών και του χάρισε το Νόμπελ Ειρήνης. Μερικοί μάλιστα έχουν υποστηρίξει ότι ο Μπόρλαγκ έσωσε περισσότερες ζωές από οποιονδήποτε άνθρωπο που έζησε ποτέ. Ο Malthus απέτυχε επίσης, αν και αυτό είναι κατανοητό, να προβλέψει την εμφάνιση των αντισυλληπτικών. Κάτι ακόμα πιο σημαντικό, δεν κατάφερε να προβλέψει την πιθανότητα ότι, για να ελέγξουν τη γονιμότητά τους, οι άνθρωποι θα μπορούσαν να επιλέξουν να περιορίσουν την σεξουαλική τους δραστηριότητα, ώστε να αυξήσουν το βιοτικό τους επίπεδο. Σε γενικές γραμμές, πλουσιότερα έθνη όπως οι ΗΠΑ, η Γερμανία και η Ιαπωνία έχουν σχετικά χαμηλά ποσοστά γονιμότητας. Στην πραγματικότητα, για να αυξηθεί το βιοτικό επίπεδο, αυτές οι χώρες χρειάζονται όχι λιγότερες, αλλά περισσότερες γεννήσεις.

Ωστόσο, ο Malthus δεν είχε άδικο μόνο ως προς τις προγνώσεις του. Είχε επίσης άδικο από ηθική άποψη, και σε μεγάλο βαθμό λόγω της επιρροής που άσκησε σε άλλους στοχαστές, όπως ο Δαρβίνος. Ο φειδωλός χαρακτήρας του Malthus, για τον οποίο οι πόροι δεν επαρκούν ποτέ, έπαιξε καθοριστικό ρόλο στη διαμόρφωση της αντίληψης του Δαρβίνου για έναν βιολογικό κόσμο που κυριαρχείται από την αρχή του ανταγωνισμού. Εάν η γη παρέχει αρκετά για κάθε οργανισμό, τότε ο καθένας μπορεί να ζήσει και να αφήσει τους άλλους να ζήσουν επίσης. Αλλά σε έναν κόσμο που χαρακτηρίζεται από την σπανιότητα των πόρων, ακολουθεί αναπόφευκτα ένας αγώνας επιβίωσης, στον οποίο επιβιώνουν οι οργανισμοί που είναι καλύτερα προσαρμοσμένοι στις επικρατούσες συνθήκες και εκείνοι που δεν πεθαίνουν πρόωρα.  Η «επιβίωση του ισχυρότερου» του Δαρβίνου, που επαναλαμβανόταν επανειλημμένα από τον Μαλθουσιανισμό, δεν απείχε παρά ένα μικρό βήμα από την ευγονική, την προσπάθεια να εξισορροπηθούν οι ισχυροί και οι ανίσχυροι. [σ.σ. στην πραγματικότητα η ακριβής φράση που χρησιμοποίησε ο Δαρβίνος ήταν ‘’survival of the fittest’’ που σημαίνει ‘’ο πιο προσαρμοστικός’’]

Ο Malthus αποκάλυψε κάποτε την επίγνωσή του για την πιθανότητα να μπορεί να εφαρμοστεί κάτι παρόμοιο με την ευγονική, αλλά την απέρριψε ως ανέφικτη. Λαμβάνοντας υπ’ όψη την ιδέα ότι ορισμένες φωτισμένες οικογένειες θα μπορούσαν να λάβουν μέτρα για να προστατεύσουν τα καλύτερα γονιδιακά χαρακτηριστικά τους, έγραψε,

«Δεν γνωρίζω καμιά καλά οργανωμένη απόπειρα αυτού του είδους, εκτός από την αρχαία οικογένεια των Bickerstaffs, οι οποίοι λέγεται ότι ήταν πολύ επιτυχημένοι στο να λευκαίνουν το δέρμα και να αυξάνουν το ύψος της ράτσας τους με προσεκτικά επιλεγμένους γάμους, ιδιαίτερα με αυτήν την πολύ συνετή διασταύρωση με την Maud, την γαλατού, χάρη στην οποία διορθώθηκαν ορισμένα κεφαλαιώδη ελαττώματα στην ιδιοσυστασία της οικογένειας.»

Εμπνευσμένοι από τον Δαρβίνο, πολλοί διανοούμενοι επίγονοι του Malthus δεν ενστερνίστηκαν παρόμοιες ανησυχίες και αντίθετα υποστήριξαν θερμά τόσο την αρνητική ευγονική - προγράμματα για τη μείωση του αριθμού των ατόμων που φέρουν ανεπιθύμητα χαρακτηριστικά - όσο και την θετική ευγονική - προγράμματα που στοχεύουν στην αύξηση του αριθμού των ατόμων με επιθυμητά χαρακτηριστικά.

Ίσως το πιο οδυνηρό χαρακτηριστικό της θεωρίας αυτού του καλοήθους ανθρώπου να είναι η νοοτροπία της σπανιότητας, την οποία εισήγαγε και ενίσχυσε, και η οποία έχει εισχωρήσει στη σύγχρονη σκέψη στη βιολογία, τον περιβαλλοντισμό, και την οικονομία. Σύμφωνα με τον Malthus, η φύση ήταν ένας δυνάστης – «μ΄αιματοβαμμένα δόντια και νύχια» όπως το έθεσε ο Longfellow. Η ζωή είναι μια υπόθεση μηδενικού αθροίσματος, στην οποία για να εξασφαλίσουμε αρκετά για λογαριασμό μας, πρέπει να αρνηθούμε στους άλλους το να υπάρχουν. Εάν αυτοί οι άλλοι καταφέρουν να βρουν τον δρόμο τους προς την ύπαρξη, τότε θα πρέπει να υπομείνουν την ένδεια και τη δυστυχία μέχρι να υποστούν έναν πρόωρο θάνατο. Ο κόσμος του Μάλθους ήταν ένας απελπισμένος κόσμος - μια υπερπλήρης σωσίβια λέμβος, μια τραγωδία των κοινών, ένα δίλημμα του κρατουμένου. Η ευτυχία ενός ατόμου συνεπαγόταν τη δυστυχία ενός άλλου, και ο συνετός άνθρωπος έπρεπε να φυλάει με ζήλο ό,τι είχε, υπό τον φόβο ότι ο απερίσκεπτος θα το εξαφάνιζε με βουλιμία.


***

Ο Richard Gunderman, MD, PhD, είναι Καθηγητής Ακτινολογίας, Παιδιατρικής, Ιατρικής Εκπαίδευσης, Φιλοσοφίας, Ανθρωπιστικών Επιστημών, Φιλανθρωπίας και Ιατρικών Ανθρωπιστικών Σπουδών και Σπουδών Υγείας στο Πανεπιστήμιο της Ιντιάνα.

Τα πιο πρόσφατα βιβλία του είναι το Marie Curie και το Contagion.