11 Οκτωβρίου, 2021

Από τις ιώσεις ως τις οικονομικές υφέσεις, η μάστιγα είναι το κράτος

Όπως συμβαίνει και με τις οικονομικές πολιτικές για τη «θεραπεία» των υφέσεων, η υγειονομική αντίδραση του κράτους είναι καλή στο να τσακίζει τις αγορές, αλλά δεν εκπληρώνει ποτέ αυτό που υπόσχεται. 


Άρθρο του Mihai Macovei, που δημοσιεύτηκε στις 20 Σεπτεμβρίου 2021. Απόδοση στα ελληνικά, Νίκος Μαρής. Χρόνος ανάγνωσης 5'.



Ο τεράστιος κρατικός παρεμβατισμός μετά την παγκόσμια χρηματοπιστωτική κρίση δεν απέτρεψε τη Μεγάλη Ύφεση, αλλά στην πραγματικότητα την είχε βαθύνει και παρατείνει, έως ότου η πανδημία covid-19 και τα lockdown του κράτους να οδηγήσουν την οικονομία εκτός ελέγχου το 2020. Ακολούθησαν ακόμα μεγαλύτερα νομισματικά και δημοσιονομικά ερεθίσματα ανάπτυξης, επιδεινώνοντας τις προηγούμενες οικονομικές στρεβλώσεις. Με τον ίδιο τρόπο που οι αντικυκλικές μακροοικονομικές πολιτικές μετέτρεψαν τη χρηματοπιστωτική κρίση σε οικονομική ύφεση, η ανταπόκριση των αρχών στο θέμα της υγείας είναι σίγουρα ικανή στο να τσακίζει τις αγορές, αλλά ποτέ δεν φαίνεται να ανταποκρίνεται στα υποσχόμενα.  

 

Μια και επικίνδυνη και παράλογη αντίδραση στο υγειονομικό θέμα 

 

Από νωρίς, τα κράτη υιοθέτησαν ένα υπερβολικά φιλόδοξο πρότυπο επίτευξης ανοσίας της αγέλης μέσω σκληρών απαγορευτικών και εμβολιασμού. Το περίφημο σλόγκαν «να ισοπεδώσουμε την καμπύλη» που προώθησε τα lockdowns σαν τη μόνη λύση για να αποφευχθεί η κατάρρευση των υποδομών υγείας, γρήγορα μετατράπηκε σε «lockdown μέχρι να βγει το εμβόλιο». Τα πειστικά επιχειρήματα ότι οι σκληροί εγκλεισμοί δεν οδηγούν σε καλύτερα αποτελέσματα για την υγεία, αλλά περιορίζουν αδικαιολόγητα τις πολιτικές ελευθερίες, δημιουργούν οικονομικό όλεθρο και προκαλούν σοβαρά κοινωνικά και υγειονομικά προβλήματα μακροπρόθεσμα, κατά βάση αγνοήθηκαν. Οι περισσότερες κυβερνήσεις στη Δύση διατήρησαν τους εγκλεισμούς μέχρι τα τέλη της άνοιξης του 2021, όταν η εκστρατεία μαζικού εμβολιασμού ήταν ήδη από καιρό σε εξέλιξη. 


Ο εμβολιασμός υπήρξε ο κύριος πυλώνας της κρατικής αντίδρασης στο υγειονομικό θέμα, ενώ οι γιατροί αποθαρρύνθηκαν από το να πειραματιστούν και να χρησιμοποιήσουν προληπτικές θεραπείες. Όταν αντιμετωπίζουν ένα πρόβλημα, οι περισσότεροι λογικοί άνθρωποι αναζητούν μια γρήγορη, απλή και οικονομικά αποδοτική λύση. Όχι όμως και οι υγειονομικές γραφειοκρατίες της Δύσης. Οι οικονομικές, πρωτοποριακές προληπτικές θεραπείες με πολλά υποσχόμενα αποτελέσματα απορρίφθηκαν και απαγορεύτηκαν ολοσχερώς.


Η μόνη προληπτική θεραπεία που προωθήθηκε από τον Anthony Fauci και εγκρίθηκε από την Υπηρεσία Τροφίμων και Φαρμάκων των ΗΠΑ (FDA) ήταν το Remdesivir, ένα φάρμακο με μη αποδεδειγμένη αποτελεσματικότητα και πιθανές παρενέργειες. Το φάρμακο είναι επίσης πολύ ακριβό με κόστος περίπου $ 3.500 ανά θεραπεία. Αυτό εγείρει σοβαρά ερωτήματα σχετικά με τα ανορθόδοξα οικονομικά συμφέροντα και τον ρόλο των φαρμακευτικών κολοσσών (Big Pharma) στην καθοδήγηση των κρατικών αντιδράσεων σχετικά με την υγεία. 


Η σχεδόν αποκλειστική εξάρτηση από τον εμβολιασμό εν μέσω της πανδημίας φάνηκε υπεραισιόδοξη και επικίνδυνη για πολλούς ειδικούς, από την αρχή. Χρειάζονται πολλά χρόνια για να αναπτυχθεί ένα αποτελεσματικό εμβόλιο για έναν ιό που μπορεί να υποστεί ταχείες μεταλλάξεις, και απαιτούνται επίσης μακροσκελείς δοκιμές για να διασφαλιστεί η ασφάλεια του εμβολίου, ιδίως για μια επιδημία με χαμηλό ποσοστό θνησιμότητας. Αυτές οι ανησυχίες δεν λήφθηκαν υπ’ όψη από τις υγειονομικές αρχές, οι οποίες έδωσαν δεκάδες δισεκατομμύρια δολάρια για την επιδότηση της ανάπτυξης εμβολίων για τον Covid-19. Περίπου 5,6 δισεκατομμύρια δόσεις έχουν ήδη χορηγηθεί παγκοσμίως και δισεκατομμύρια περισσότερες έχουν παραγγελθεί, για να καλύψουν όλο τον πληθυσμό και τις ενισχυτικές δόσεις. Μόνο η Pfizer/BioNTech αναμένει να παράγει 3 δισεκατομμύρια δόσεις φέτος και 4 δισεκατομμύρια το επόμενο έτος, με τις πωλήσεις να υπολογίζονται σε περίπου 50 δισεκατομμύρια δολάρια μόνο για το 2021 . Εάν ο εμβολιασμός για τον κορωνοϊό γίνει περιοδικός όπως ο εμβολιασμός κατά της γρίπης, θα μπορούσε να εξελιχθεί σε μια εξαιρετικά προσοδοφόρα επιχείρηση αξίας εκατοντάδων δισεκατομμυρίων δολαρίων ΗΠΑ για τις εταιρείες Big Pharma. 


 

Ο μαζικός εμβολιασμός κατά του Covid-19 δεν είναι πανάκεια

 

Οι υγειονομικοί εμπειρογνώμονες των κρατών υποστήριξαν τον μαζικό εμβολιασμό ως τον μόνο τρόπο για να σταματήσει η μετάδοση του ιού και να ξεπεραστεί η πανδημία. Ωστόσο, άλλοι επιστήμονες τον αμφισβήτησαν, επειδή ο κορωνοϊός μεταλλάσσεται γρήγορα και τα εμβόλια δεν ήταν βέβαιο ότι θα εμποδίσουν τη μετάδοσή του. Εμπειρογνώμονες όπως ο  Δρ Τζόζεφ Μερκόλα, ο  Δρ Ρόμπερτ Μαλόουν και άλλοι υποστήριξαν ακόμη ότι τα «μη απωστειρωτικά» εμβόλια, δηλαδή αυτά που προλαμβάνουν την ασθένεια χωρίς να σταματούν τις μολύνσεις, θα παρακινήσουν τον ιό να αποφύγει την ισχυρότερη ανοσολογική αντίδραση των εμβολιασμένων ατόμων και να μεταλλαχθεί σε περισσότερο μολυσματικά στελέχη. Με άλλα λόγια, τα μεμονωμένα οφέλη από τον χαμηλότερο κίνδυνο νοσηλείας και θανάτου θα μπορούσαν να αντισταθμιστούν από πιο επικίνδυνες μεταλλάξεις που θα επιδεινώσουν την πανδημία.

 

Προφανώς δεν είναι εύκολο για το ευρύ κοινό να αξιολογήσει τα επιστημονικά στοιχεία σχετικά με τα υπέρ και τα κατά του μαζικού εμβολιασμού κατά του Covid-19. Τα κράτη δεν επέτρεψαν να γίνει μια τέτοια συζήτηση στα κυρίαρχα μέσα μαζικής ενημέρωσης. Σε κάθε περίπτωση, η ταχεία εξάπλωση της παραλλαγής δέλτα σε χώρες με υψηλά ποσοστά εμβολιασμού έχει προκαλέσει σοβαρές αμφιβολίες για το αν ο μαζικός εμβολιασμός θα μπορούσε να τερματίσει την πανδημία, ιδίως εάν η αποτελεσματικότητα του εμβολίου μειώνεται σε ανησυχητικά επίπεδα μετά από περίπου έξι μήνες, και τόσο οι εμβολιασμένοι όσο και οι μη εμβολιασμένοι μπορούν να εμφανίζουν παρόμοια υψηλά ιικά φορτία της παραλλαγής δέλτα που είναι σε θέση να εξαπλωθούν στους γύρω τους. 


Εάν τα εμβόλια για τον Covid-19 έχουν περισσότερο θεραπευτικά οφέλη παρά ανακόπτουν την μόλυνση, τότε πώς θα μπορούσε ποτέ να επιτευχθεί η ανοσία της αγέλης ; Και αν δεν είναι εφικτή η επίτευξη της συλλογικής ανοσίας, γιατί να διαχωρίζονται οι άνθρωποι σε εμβολιασμένους και μη, ή να εμβολιάζονται παιδιά και έφηβοι, που είναι γνωστό ότι δεν αρρωσταίνουν σοβαρά από Covid-19; Αυτά είναι επιτακτικά ερωτήματα εξαιτίας του μεγάλου αριθμού των άμεσων και σοβαρών δυσμενών επιπτώσεων και των θανάτων που σχετίζονται με τον εμβολιασμό κατά του COVID-19 στις ΗΠΑ και την ΕΕ , και των πιθανών μακροπρόθεσμων παρενεργειών που συνεπάγεται η χρήση σχετικά νέων τεχνολογιών εμβολίων. 


 

Τι μας περιμένει από εδώ και πέρα;  

 

Αρκετοί ειδικοί υποστηρίζουν να μετατοπιστεί η επικέντρωση από τον μαζικό εμβολιασμό στην ανάπτυξη ανοσίας και στις προληπτικές θεραπείες, που μειώνουν τον αριθμό των ασθενών που εμφανίζουν σοβαρά συμπτώματα. Ο εθελοντικός εμβολιασμός πρέπει να συνιστάται κυρίως σε ευάλωτα άτομα, για τα οποία τα οφέλη ξεπερνούν σαφώς τους κινδύνους. 


Ωστόσο, πολλές υγειονομικές αρχές συνεχίζουν να πιέζουν υπέρ του υποχρεωτικού μαζικού εμβολιασμού. Αρκετές χώρες, όπως το Ισραήλ, το Ηνωμένο Βασίλειο και οι ΗΠΑ, έχουν ήδη αρχίσει να χορηγούν ενισχυτικές δόσεις, προσαρμόζοντας παράλληλα την εγκυρότητα των υγειονομικών διαβατηρίων και επεκτείνοντας τον εμβολιασμό στα παιδιά . Πρόσφατα, ο Πρόεδρος Μπάιντεν αποκάλυψε έναν σχεδιασμό του για να αναγκάσει όλες τις εταιρείες με περισσότερους από εκατό εργαζόμενους να απαιτούν εμβολιασμούς κατά του κορωνοϊού, ή να διενεργούν εξετάσεις στους εργαζόμενους σε εβδομαδιαία βάση. Αυτό το διάταγμα θα επηρεάσει έως και 100 εκατομμύρια Αμερικανούς και έχει επικριθεί ως αυταρχικό και αντισυνταγματικό . Ο πρόεδρος Μπάιντεν ισχυρίζεται ότι το εμβόλιο είναι «ασφαλές, αποτελεσματικό και δωρεάν» και παρόλα αυτά σχεδόν 80 εκατομμύρια Αμερικανοί παραμένουν ανεμβολίαστοι, φερόμενοι ως υπονομευτές της κρατικής ανταπόκρισης στο ζήτημα. Μια τέτοια ερμηνεία μοιάζει να αντιβαίνει την πραγματικότητα, δεδομένου ότι το εμβόλιο δεν αποτρέπει τη μόλυνση ή τη μετάδοση της νόσου, χάνει την αποτελεσματικότητά του μέσα σε λίγους μήνες, και έχει συσχετιστεί με πολλές παρενέργειες και θανάτους. Δεν είναι ούτε «δωρεάν», διότι το κόστος της εκστρατείας εμβολιασμού, που ανέρχεται σε δεκάδες δισεκατομμύρια δολάρια, θα καταβληθεί τελικά από τον φορολογούμενο, ο οποίος πιέζεται ασφυκτικά να κάνει τη δόση του. Παρεμπιπτόντως, πότε ήταν η τελευταία φορά που εκατομμύρια καταναλωτές αρνήθηκαν ένα χρήσιμο προϊόν - ή υπηρεσία - που τους προσφέρθηκε δωρεάν; 


Η υγειονομική στρατηγική για τον covid-19 μας αφήνει μια έντονη αίσθηση déjà vu. Εδώ και σχεδόν δεκαπέντε χρόνια τα κράτη προσπαθούν πεισματικά να «τονώσουν» την οικονομική ανάπτυξη, χωρίς αποτέλεσμα. Καθ’ όλο αυτό το διάστημα, οι συστημικοί οικονομολόγοι συνέχιζαν να αψηφούν τον αντίλογο, ότι η παρέμβαση του κράτους επιδεινώνει την κατάσταση, παρατείνοντας την αντι-αποδοτική επένδυση των πόρων και ενισχύοντας την εξαθλίωση μακροπρόθεσμα. Δεν μας μένει παρά μόνο να ελπίζουμε ότι ένα παρόμοιο σενάριο στον υγειονομικό τομέα δεν θα έχει πολύ πιο σοβαρές συνέπειες .



*** 

 

Ο Δρ Mihai Macovei (macmih_mf@yahoo.com) είναι συνεργαζόμενος ερευνητής με το Ινστιτούτο Ludwig von Mises της Ρουμανίας και εργάζεται για έναν διεθνή οργανισμό στις Βρυξέλλες.