Οι υποστηρικτές των υποχρεωτικών εμβολιασμών προπαγανδίζουν την ιδέα ότι η υγειονομική περίθαλψη είναι ένας κοινός πόρος, κάτι που τους επιτρέπει να κάνουν ψευδείς ηθικούς ισχυρισμούς για το ότι ο καθένας μας χρωστάει στην «κοινωνία» να εμβολιαστεί.
Ένα αφήγημα που κυκλοφορεί τον τελευταίο καιρό για την υποστήριξη των εξαναγκαστικών
εμβολιασμών είναι ότι τα μη εμβολιασμένα άτομα θα προξενήσουν μια αθέμιτη πίεση στο σύστημα υγειονομικής περίθαλψης, επειδή είναι πιο πιθανό να
προσβληθούν από Covid-19 και να καταλάβουν νοσοκομειακές κλίνες, που θα μπορούσαν
να χρησιμοποιηθούν από άλλα άτομα. Προφανώς, με τον όρο «άλλα άτομα»
εννοούν εκείνους που έκαναν το εμβόλιο, όπως τους είπαν να κάνουν.
Αυτό είναι το συναίσθημα που φαίνεται να κρύβεται πίσω από δηλώσεις όπως η
ακόλουθη σε ένα πρόσφατο άρθρο γνώμης της Washington Post: «οι μη
εμβολιασμένοι σκοτώνουν ανθρώπους με τρόπους που πιθανώς δεν είχαν φανταστεί». Φαίνεται
επίσης να βρίσκεται πίσω από την απόφαση περίπου εβδομήντα πέντε γιατρών στη
Φλόριντα να οργανώσουν έναν
«συμβολικό περίπατο» για να «διαμαρτυρηθούν
για την αύξηση των μη εμβολιασμένων ασθενών με COVID-19». Μια
ματιά σε οποιαδήποτε πλατφόρμα μέσων κοινωνικής δικτύωσης πιθανότατα θα αποκαλύψει κι άλλα δείγματα αυτού του αφηγήματος, ότι δηλαδή οι μη εμβολιασμένοι θα γονατίσουν το σύστημα υγειονομικής περίθαλψης.
Αυτό το αφήγημα χρησιμοποιείται τελικά από τους υποστηρικτές των εξαναγκαστικών εμβολιασμών, για να χαρακτηρίσουν ως όχι μόνο επικίνδυνο, αλλά και ως ανήθικο, όποιον αρνείται να ευθυγραμμιστεί με τις επιθυμίες τους σχετικά με τον εμβολιασμό .
Η υπονοούμενη άποψη ότι η υγειονομική περίθαλψη είναι ένας κοινόχρηστος πόρος
Όσοι αντιτίθενται στην υποχρεωτικότητα φαίνεται να έχουν το ισχυρό
επιχείρημα ότι, εάν τα εμβόλια λειτουργούν, οι εμβολιασμένοι δεν θα έπρεπε να
έχουν ανάγκη να εξαναγκάσουν και άλλους να εμβολιαστούν. Τις επιπτώσεις του να
μην είναι κάποιοι εμβολιασμένοι θα τις επωμιστούν οι μη εμβολιασμένοι,
οπότε δεν υπάρχει καμία δικαιολογία που να τους επιβάλλει να κάνουν κάτι
διαφορετικό.
Σε απάντηση, πολλοί από εκείνους που επιδιώκουν να επιβάλουν τον
υποχρεωτικό εμβολιασμό, έχουν υιοθετήσει το επιχείρημα ότι οι μη εμβολιασμένοι
θα εξακολουθούν να βλάπτουν την κοινωνία απλώς ασκώντας αθέμιτη πίεση στο
σύστημα υγειονομικής περίθαλψης, όταν αναπόφευκτα θα αρρωσταίνουν σωρηδόν. Αυτή
η ομάδα ατόμων ισχυρίζεται ότι το να μην εμβολιάζεται κάποιος αντιπροσωπεύει μια άσκοπη
εξάντληση των σπάνιων πόρων της υγειονομικής περίθαλψης, και ως εκ τούτου
αποτελεί μια ανήθικη επιλογή.
Ακόμα κι αν ήταν αλήθεια - και υπάρχουν λόγοι να είμαστε δύσπιστοι ως προς
αυτό - πρόκειται απλώς ένα ωφελιμιστικό επιχείρημα, αλλά κατά κάποιο τρόπο έχει
καταφέρει να μετατραπεί σε ηθικό επιχείρημα στο μυαλό πολλών ανθρώπων. Πώς
συνέβη αυτό;
Συνήθως δεν θεωρούμε ότι κάποιος που αγοράζει μια υπηρεσία βλάπτει τους άλλους μόνο και μόνο επειδή απομένει λίγο λιγότερη ποσότητα από αυτήν την υπηρεσία για όλους τους άλλους, μιας και σύμφωνα με αυτόν τον τρόπο σκέψης κάθε ανθρώπινη δραστηριότητα θα ήταν ανήθικη. Οι περισσότεροι άνθρωποι θα το θεωρούσαν ανήθικο μόνο αν αφορούσε την κατανάλωση πόρων που ανήκαν σε κάποιον άλλο . Για το λόγο αυτό, για να θεωρηθεί ως ανήθικη η επιλογή κάποιου να μην εμβολιαστεί, οι πόροι υγειονομικής περίθαλψης πρέπει να θεωρηθούν ως κοινοτικό αγαθό, δηλαδή ως πόροι που ανήκουν στην κοινωνία συλλογικά, και όχι στα άτομα που τους παράγουν ή τους αγοράζουν. Ότι τα άτομα που αρρωσταίνουν δεν αγοράζουν απλώς φάρμακα, αλλά αναλώνουν τα φάρμακα που ανήκουν σε όλους τους άλλους.
Το ότι οι πολιτικές μας ελίτ έχουν ήδη κάτι σαν κι αυτή τη κολεκτιβιστική στάση
απέναντι στην υγειονομική περίθαλψη δεν είναι μυστικό, με τον πρόεδρο των ΗΠΑ να
επιπλήττει πρόσφατα τους μη εμβολιασμένους και τις προσωπικές τους ιατρικές
επιλογές δηλώνοντας « η υπομονή
μας εξαντλείται ».[σ.σ. κάτι παρόμοιο είχε κάνει κι ο
πρωθυπουργός της Ελλάδας αποκαλώντας «ψεκασμένους» όσους δεν συμμερίζονταν τις απόψεις
του»]
Οι νοοτροπίες κοινοκτημοσύνης της υγειονομικής περίθαλψης υποθάλπουν ψευδείς ηθικές αξιώσεις
Εάν ο μέσος άνθρωπος μπορεί να συνηθίσει να υιοθετεί αυτή την κοινοτική
στάση απέναντι στους πόρους της υγειονομικής περίθαλψης, τότε η στάση αυτή μπορεί
να χρησιμοποιηθεί ως ένα ηθικό «πυρομαχικό» εναντίον οποιουδήποτε διαφωνεί με
τις εντολές των ηγετών της κοινότητας. Αυτή η υποτιθέμενη συλλογική
ιδιοκτησία των πόρων της υγειονομικής περίθαλψης συνεπάγεται το δικαίωμα της
κοινωνίας να ελέγχει τον τρόπο με τον οποίο τα άτομα χρησιμοποιούν αυτούς τους
πόρους. Όσοι βρεθούν να σπαταλούν τους πόρους της
κοινότητας, θα πρέπει να περιφρονούνται ως εχθροί της.
Η ένταση των συναισθημάτων γύρω από το ζήτημα της υγειονομικής περίθαλψης
κατά τη διάρκεια μιας πανδημίας δεν μπορεί παρά μόνο να ενισχύσει περαιτέρω
αυτήν την τάση. Τα πανικόβλητα μέλη της κοινωνίας μπορούν να πειστούν
ευκολότερα ότι οι άλλοι είναι ηθικά υποχρεωμένοι να διατηρήσουν αυτούς τους
κοινοτικούς πόρους υγειονομικής περίθαλψης εις βάρος όλων των άλλων ζητημάτων που μπορεί να υπάρχουν.
Έτσι, τα μέλη της κοινωνίας απαξιώνουν την απλή πράξη ενός ατόμου να
εξετάζει τις εναλλακτικές λύσεις και να ζυγίζει το κόστος και τα οφέλη για τον
εαυτό του. Δεν είναι αποδεκτό ένα άτομο να χρησιμοποιεί τη δική του κρίση
για να καθορίσει ποια ενέργεια θα είναι προς το συμφέρον του, αλλά αντίθετα
καλείται να προσχωρήσει στη συλλογική απόφαση και να υιοθετήσει οποιεσδήποτε ιατρικές
παρεμβάσεις κρίνει η κοινωνία καλύτερες – και όχι ό,τι η κοινωνία θεωρεί
καλύτερο για την προσωπική του υγεία, αλλά ό,τι θεωρεί καλύτερο για την
κοινωνία ως συλλογική οντότητα.
Το πρωταρχικό πρόβλημα με αυτόν τον χαρακτηρισμό είναι ότι απλά δεν είναι
αλήθεια πως η υγειονομική περίθαλψη είναι ένας «κοινοτικός πόρος» με αυτή την
έννοια. Οι πόροι της υγειονομικής περίθαλψης είναι απλώς εκείνα τα ιατρικά
υλικά και οι υπηρεσίες, που τα άτομα είναι πρόθυμα να παράσχουν σε αγοραστές που
είναι πρόθυμοι να πληρώσουν γι 'αυτές (παρά την ύπαρξη τεχνητών κρατικών προγραμμάτων, όπως
το Medicare).
Χιλιάδες άτομα λαμβάνουν αποφάσεις σχετικά με την υγειονομική τους περίθαλψη
και αγοράζουν ιατρικές υπηρεσίες για λογαριασμό τους καθημερινά. Αλλά ο
μέσος άνθρωπος δεν βλέπει κάθε άτομο να κάνει αυτά τα πράγματα για λογαριασμό του. Βλέπει μόνο το αθροιστικό αποτέλεσμα αυτών των χιλιάδων ενεργειών που
συμβαίνουν μέρα με τη μέρα, με τελικό αποτέλεσμα το «σύστημα υγειονομικής
περίθαλψης» όπως το ξέρουμε. Είναι κάτι παρόμοιο με την μαζική αυταπάτη κατά την οποία αυτό το σύνολο των αλληλένδετων μεμονωμένων ενεργειών συγχέεται στο μυαλό
πολλών ως μια συλλογική οντότητα.
Ο Ludwig von Mises ασχολήθηκε αριστοτεχνικά με την ιδέα των συλλογικών
κοινωνικών συστημάτων στο Socialism: An Economic and
Sociological Analysis. Ο Mises μίλησε για τη μακρά
ιστορία της σκέψης των διανοουμένων, στην οποία θεωρήθηκε ότι κάποιος
εξωτερικός σκοπός εμποτίζει την κοινωνία με κάτι σαν μια ξεχωριστή προσωπικότητα. Oι πρώτοι στοχαστές όμως επέδειξαν μια αφέλεια ως προς το γεγονός ότι η ύπαρξη
αλληλένδετων κοινωνιών είναι δυνατή μόνο όταν τα άτομα αρχίσουν να συμμετέχουν
στον καταμερισμό της εργασίας. Αυτή η ενέργεια των ατόμων, που εξηγείται
εξ ολοκλήρου από τις επιθυμίες τους να εξυπηρετήσουν τους δικούς τους σκοπούς,
είναι υπεύθυνη για την πρόοδο των κοινωνιών. Ο Mises λέει ότι «ο
πρωτόγονος στοχαστής βλέπει πάντα τα πράγματα σαν να είναι οργανωμένα από έξω,
ποτέ σαν να αναπτύχθηκαν από μόνα τους, οργανικά». (σελ. 296).
Αντίθετα, ο Mises διδάσκει ότι η κοινωνία είναι το αποτέλεσμα πολλών ατόμων που ενεργούν ανεξάρτητα και οικειοθελώς για τα δικά τους συμφέροντα. Απαιτείται λοιπόν η συνεργασία, όχι με τη βία, αλλά επειδή η συνεργασία αυτή είναι το μέσο με το οποίο ένας άνθρωπος μπορεί να ωθήσει έναν άλλον να κάνει οικειοθελώς κάτι που τον ωφελεί. «Η κοινωνία υπάρχει μόνο εκεί όπου η προθυμία γίνεται από κοινού προθυμία και η δράση από κοινού δράση. Το να επιδιώκουμε από κοινού στόχους τους οποίους τα άτομα μόνα τους δεν θα μπορούσαν καθόλου να επιτύχουν, ή έστω όχι με ανάλογη αποτελεσματικότητα - αυτό σημαίνει κοινωνία». (σελ. 297)
Η κολεκτιβιστική άποψη αντιτίθεται σε αυτήν την αντίληψη της κοινωνίας:
Το κολεκτιβιστικό κίνημα
της σημερινής εποχής αντλεί τη δύναμή του όχι από μια εσωτερική ανάγκη από τη
σύγχρονη επιστημονική σκέψη, αλλά από την πολιτική βούληση μιας εποχής που
λαχταρά τον Ρομαντισμό και τον Μυστικισμό. Τα πνευματικά κινήματα είναι
εξεγέρσεις της σκέψης ενάντια στην αδράνεια, των λίγων ενάντια στους
πολλούς. Από αυτούς που επειδή είναι δυνατοί στο πνεύμα είναι πιο δυνατοί όντες
μόνοι τους, απέναντι σε εκείνους που μπορούν να εκφραστούν μόνο μέσα στη μάζα
και τον όχλο και που είναι σημαντικοί μόνο επειδή είναι πολυάριθμοι. Ο
κολεκτιβισμός είναι το αντίθετο όλων αυτών, το όπλο όσων θέλουν να θανατώσουν το
μυαλό και τη σκέψη. (σελ. 64)
Σχεδόν εκατό χρόνια μετά από αυτό το κείμενο, οι κολεκτιβιστικοί παράγοντες
στις κοινωνίες μας φαίνονται ακόμη πιο πρόθυμοι από πριν να συντρίψουν το νου και
τη σκέψη. Σήμερα, η απειλή της ηθικής καταδίκης για όποιον τολμήσει να
αμφισβητήσει τις διαταγές τους για τον εμβολιασμό αποτελεί ένα ακόμη εργαλείο
που έχουν προσαρμόσει ειδικά για αυτόν τον σκοπό.
Ο Robert Zumwalt είναι
δικηγόρος με πτυχία στα οικονομικά και τις πολιτικές επιστήμες.