08 Νοεμβρίου, 2021

Σε μια ελεύθερη οικονομία οι τιμές θα μειώνονταν, δεν θα αυξάνονταν

Σε εποχές αυξανόμενης παραγωγικότητας και τεχνολογικής προόδου, τα αγαθά θα έπρεπε να γίνονται φθηνότερα κάθε χρόνο. Αυτός είναι ένας λόγος για τον οποίο ο πληθωρισμός των τιμών αυξάνεται πιο αργά από τον πληθωρισμό της προσφοράς χρήματος.


Άρθρο του Chris Calton, που  στις 6 Νοεμβρίου 2021 από το Mises Institute. Χρόνος ανάγωσης 5'. Απόδοση στα ελληνικά, Νίκος Μαρής.


ZZ Top - Gimme all your lovin'

Κάθε φορά που οι πολιτικοί και τα μέσα ενημέρωσης συζητούν για τον πληθωρισμό, χρησιμοποιούν πάντα τον Δείκτη Τιμών Καταναλωτή (ΔΤΚ) ως μέτρο. Ο ΔΤΚ είναι μόνο ένας από τους πολλούς δείκτες τιμών, πέρα από τα διάφορα μέτρα της προσφοράς χρήματος που αποτελούν τη βάση των συνολικών μεταβολών των τιμών. Αυστηρά μιλώντας, ο ΔΤΚ δεν μετρά τον πληθωρισμό καθεαυτό , αλλά αντίθετα τις συνέπειες της νομισματικής επέκτασης στα καταναλωτικά προϊόντα. Στη μακροοικονομία, ο ΔΤΚ είναι ένας από τους βασικούς δείκτες της οικονομικής υγείας και είναι το εργαλείο μέτρησης του πληθωρισμού που χρησιμοποιούν οι οικονομολόγοι για να υπολογίσουν το πραγματικό ΑΕΠ. Φυσικά, η ακρίβεια του ΔΤΚ ως μέτρου των συνεπειών της πιστωτικής επέκτασης είναι εξαιρετικά σημαντική, ωστόσο το μέτρο είναι αμφιλεγόμενο μεταξύ των επενδυτών. Όπως εξηγεί η Investopedia, ο ΔΤΚ είναι «ένας δείκτης του πληθωρισμού» και «από την οπτική γωνία ενός επενδυτή [...] είναι ένα κρίσιμο μέτρο που μπορεί να χρησιμοποιηθεί για την εκτίμηση της συνολικής απόδοσης, σε ονομαστική βάση, που απαιτείται προκειμένου ένας επενδυτής να επιτύχει τους οικονομικούς του στόχους». 

Αλλά αν μας απασχολεί η επίδραση της νομισματικής επέκτασης, γιατί χρησιμοποιούμε μεταβλητές κατα προσέγγιση για να μετρήσουμε αυτό το φαινόμενο; Τα κατά προσέγγιση μέτρα είναι χρήσιμα όταν δεν έχουμε ακριβή δεδομένα για τη μεταβλητή που θέλουμε να μετρήσουμε, αναγκάζοντάς μας να βρούμε ένα ατελές υποκατάστατο που (υποθέτουμε) πως τείνει να προκύπτει από τη μεταβλητή που δεν μπορούμε να μετρήσουμε. Αλλά έχουμε πολύ ακριβείς μετρήσεις της προσφοράς χρήματος, εδώ και περισσότερο από έναν αιώνα. Γνωρίζουμε ότι και άλλοι παράγοντες επηρεάζουν τις τιμές στην οικονομία, επομένως οι δείκτες τιμών δεν μπορούν να αποτυπώσουν με ακρίβεια τις συνέπειες της νομισματικής επέκτασης. Μπορούν, πάντα μας λένε, να «προσεγγίσουν» αυτές τις συνέπειες, αλλά γιατί να προσεγγίσουν κάτι για το οποίο έχουμε ακριβή μέσα μέτρησης; 


Για να θέσουμε το ζήτημα αυτό σε μια προοπτική, ο μέσος ετήσιος ρυθμός μεταβολής της προσφοράς χρήματος (Μ1) από το 1971 είναι 10,7 τοις εκατό, ενώ ο ετήσιος ρυθμός μεταβολής του ΔΤΚ είναι μόνο 3,9 τοις εκατό. Όταν συμπεριλαμβάνουμε άλλους δείκτες τιμών, βλέπουμε παρόμοιες ανισότητες, όπως τις δραματικές διαφορές μεταξύ του Δείκτη Τιμών Παραγωγού και του ΔΤΚ, τις οποίες  έχω αναλύσει αλλού . Το μεγάλο χάσμα σε αυτές τις μετρήσεις μπορεί να κλονίσει την ευπιστία μας σχετικά με το πόσο αποτελεσματικά «προσεγγίζει» ο ΔΤΚ τις συνέπειες του πληθωρισμού, και να εγείρει ερωτήματα σχετικά με το πώς μπορούμε να εξηγήσουμε γιατί μια ετήσια αύξηση της προσφοράς χρήματος κατά 11 τοις εκατό (σ.σ. ανα έτος) σε πέντε δεκαετίες παρήγαγε μόνο 4 τοις εκατό αύξηση των τιμών καταναλωτή (σ.σ. ανα έτος). 



Η τυπική λογική των δεικτών τιμών 


Όταν εξηγεί τους τρόπους μέτρησης του πληθωρισμού στους μαθητές του, ο συνηθισμένος καθηγητής οικονομικών θα τονίσει ότι μετράμε ένα καλάθι αγαθών - τον μέσο όρο των τιμών πολλών εκατοντάδων ειδών σε μια δεδομένη κατηγορία - σε μια προσπάθεια να συλλάβουμε τον «υποκείμενο πληθωρισμό» στην οικονομία. Όπως εξηγεί η Κεντρική Τράπεζα του Κλίβελαντ : 


«Εάν ένας τυφώνας καταστρέψει τις καλλιέργειες πορτοκαλιών στη Φλόριντα, οι τιμές των πορτοκαλιών θα είναι υψηλότερες για κάποιο χρονικό διάστημα. Αλλά αυτή η υψηλότερη τιμή θα προκαλέσει μια προσωρινή μόνο αύξηση του συνολικού δείκτη τιμών και του μετρημένου πληθωρισμού. Τέτοιες περιορισμένες ή προσωρινές επιδράσεις αναφέρονται μερικές φορές ως «θόρυβος» στα δεδομένα των τιμών, επειδή μπορούν να συγκαλύψουν τις αλλαγές των τιμών που αναμένεται να επιμείνουν σε μεσοπρόθεσμους ορίζοντες αρκετών ετών - τον υποκείμενο ρυθμό πληθωρισμού.» 


Το σκεπτικό αυτό είναι επιφανειακά ορθό. Ορισμένοι παράγοντες θα επηρεάσουν τις τιμές συγκεκριμένων ειδών στο καλάθι, αλλά το μόνο πράγμα που επηρεάζει την τιμή όλων των ειδών στο καλάθι είναι η προσφορά χρήματος. Αυτή, τουλάχιστον, είναι η συνήθης υπόθεση. Αν πάρουμε σαν δεδομένη αυτήν την υπόθεση, η μεταβολή του ΔΤΚ μπορεί να υστερεί κάπως σε σχέση με τις μεταβολές στην προσφορά χρήματος, καθώς οι τιμές χρειάζονται χρόνο για να προσαρμοστούν, αλλά τα μέτρα θα πρέπει να παρακολουθούνται αρκετά στενά για μεγάλες περιόδους. 

Γιατί λοιπόν ο ΔΤΚ είναι τόσο χαμηλός; 



Συσσώρευση κεφαλαίου και επίπεδα συνολικών τιμών 


Σε όλη την ιστορία, βρίσκουμε πολλές καινοτομίες στην τεχνολογία και την επιχειρηματικότητα, που μείωσαν την τιμή ολόκληρων καλαθιών αγαθών. Οι τεχνολογίες μεταφορών παρέχουν το πιο εύκολο παράδειγμα, από τα κανάλια, τους σιδηροδρόμους και τα ατμοκίνητα οχήματα τον δέκατο ένατο αιώνα, έως τα ημιφορτηγά και τα εμπορευματοκιβώτια στον εικοστό αιώνα. Για να έχουμε μια προοπτική, το κόστος μεταφοράς εμπορευμάτων από το Μπάφαλο στη Νέα Υόρκη το 1817 ήταν 19,12 σεντς ανά τόνο για κάθε μίλι. Το 1850, το κόστος είχε πέσει στο 1,68 σεντς ανά τόνο για κάθε μίλι. [1]  Επειδή τα καταναλωτικά αγαθά (και τα εξαρτήματα που χρησιμοποιούνται για την κατασκευή τους) πρέπει να μεταφέρονται από την αποθήκη του εργοστασίου στον λιανοπωλητή, οποιαδήποτε μείωση του κόστους μεταφοράς παράγει ένα σύνθετο αποτέλεσμα στις τιμές σε ολόκληρη την οικονομία. [2] 


Άλλες αλλαγές στην τεχνολογία και την οργάνωση των επιχειρήσεων έχουν παρόμοια επίδραση στα επίπεδα των τιμών ολόκληρης της οικονομίας. Οι οργανωτικές καινοτομίες στη ναυτιλία, όπως  τα πακέτα γραμμων και το μοντέλο διανομής hub-and-spoke , μείωσαν επίσης το κόστος της μεταφοράς αγαθών. Οι τεχνολογίες επικοινωνιών, όπως ο τηλέγραφος και το διαδίκτυο, μειώνουν το κόστος των συναλλαγών διευκολύνοντας τη μετάδοση πληροφοριών και την αποτελεσματική κατανομή των πόρων. 


Οι καινοτομίες παραγωγής, μειώνοντας το κόστος κατασκευής αγαθών υψηλότερης τάξης, μειώνουν ομοίως την τιμή των αγαθών σε ολόκληρη την οικονομία. Οι αρχαίοι Ρωμαίοι ήξεραν πώς να παράγουν χάλυβα, αλλά η μέθοδος Bessemer για την μαζική παραγωγή χάλυβα επέτρεψε στον Andrew Carnegie να μειώσει την τιμή του χάλυβα τόσο δραματικά που τα προϊόντα χάλυβα μετατράπηκαν από πολυτέλεια σε συνηθισμένα είδη οικιακής χρήσης (για να μην αναφέρουμε τη χρήση χάλυβα σε σιδηροδρόμους, γέφυρες, και μηχανήματα, τα οποία μείωσαν το κόστος παραγωγής και μεταφοράς ακόμη και μη χαλύβδινων προϊόντων). Και όπως συνέβη και με τις μεταφορές, οι οργανωτικές καινοτομίες στις μεθόδους παραγωγής, όπως τα εναλλάξιμα εξαρτήματα και η διαδικασία της γραμμής συναρμολόγησης, βοήθησαν να γίνει δυνατή η μαζική παραγωγή για όλο το εύρος των καταναλωτικών αγαθών. 


Η συσσώρευση κεφαλαίου, φυσικά, είναι απαραίτητη για την επέκταση των κερδών από αυτές τις καινοτομίες σε ολόκληρη την οικονομία. Αναβάλλοντας την κατανάλωση και επενδύοντας τις αποταμιεύσεις σε διευρυμένες γραμμές παραγωγής, οι επενδυτές δημιουργούν έναν βρόχο ανατροφοδότησης που εξασφαλίζει συνεχή κέρδη από τις νέες τεχνολογίες και τις οργανωτικές στρατηγικές. Η Delta μπορεί να είχε συλλάβει το μοντέλο hub-and-spoke της πιο οικονομικής μεταφοράς για αεροπορικά ταξίδια, για παράδειγμα, ήταν όμως οι επιχειρηματικές προσπάθειες των Frederick Smith και Sam Walton (ιδρυτές της FedEx και της Walmart, αντίστοιχα) που προσάρμοσαν αυτήν την ιδέα στην μεταφορά των εμπορευμάτων. Μόνο επανεπενδύοντας σιγά σιγά τα κέρδη στις επιχειρήσεις τους (και εξωθώντας τους ανταγωνιστές τους να κάνουν το ίδιο) μπόρεσαν να παράγουν σταδιακά, αλλά συνεχή, οικονομικά οφέλη. 


Οι δείκτες τιμών δεν μπορούν να μετρήσουν τις συνέπειες του νομισματικού πληθωρισμού επειδή η καθοδική πίεση που ασκούν αυτές οι καινοτομίες στις τιμές σε ολόκληρη την οικονομία λειτουργεί ανεξάρτητα από την ανοδική πίεση στις τιμές που προκαλείται από την νομισματική επέκταση. Με άλλα λόγια, οι συνέπειες της νομισματικής επέκτασης είναι πολύ βαθύτερες από ό,τι υποδηλώνει η άνοδος των τιμών καταναλωτή. Όταν ο ΔΤΚ είναι χαμηλός, πληρώνουμε μόνο λίγο περισσότερα για καταναλωτικά αγαθά από ό,τι κάναμε το προηγούμενο έτος. Αλλά χωρίς τον νομισματικό πληθωρισμό, θα πληρώναμε σημαντικά λιγότερα . 


Στην πραγματικότητα, αυτό ακριβώς είναι που συνέβαινε κατά το μεγαλύτερο μέρος του δέκατου ένατου αιώνα, έως ότου η χάρτα της Ομοσπονδιακής Τράπεζας επέβαλλε μια νομισματική πολιτική που θα σταθεροποιούσε τις τιμές, που είναι ένας θετικός τρόπος να περιγραφεί μια πολιτική αύξησης των τιμών, οι οποίες διαφορετικά θα έπεφταν, καθώς η κεφαλαιακή υποδομή επεκτείνεται και η παραγωγικότητα αυξάνεται. Σε γενικές γραμμές, εκεί όπου είχαμε μια ετήσια αύξηση του ΔΤΚ κατά 4% από το 1971, θα έπρεπε να είχαμε μια ετήσια μείωση των τιμών κατά 7% (χωρίς, αξίζει να σημειωθεί, την αντίστοιχη μείωση των μισθών που συνοδεύει μόνο τον αποπληθωρισμό που οφείλεται νομισματική συρρίκνωση). 


Ο Frédéric Bastiat μας δίδαξε να λαμβάνουμε υπόψη όχι μόνο αυτό που φαίνεται, αλλά και αυτό που είναι αθέατο, όταν αναλύουμε τις συνέπειες της πολιτικής. Ο ΔΤΚ είναι απλώς η παρατηρήσιμη συνέπεια της νομισματικής επέκτασης στις τιμές, αλλά χρησιμοποιείται για να συγκαλύψει την πολύ μεγαλύτερη αθέατη συνέπεια: τα διαφυγόντα κέρδη στο βιοτικό επίπεδο που θα προέρχονταν από τη σταδιακή μείωση των τιμών, η οποία προκύπτει από την καινοτομία και τη συσσώρευση κεφαλαίου. 



-----------------------------------------------------------------



  • 1. George Rogers Taylor,  The Transportation Revolution, 1815–1860  (New YorkHarper Torchbooks, 1951), σελ. 137. 

 

  • 2. Όταν το περιγράφω αυτό ως «συνθετικό αποτέλεσμα», εννοώ ότι η ετήσια μείωση του κόστους μεταφοράς κατά περίπου 2,76 τοις εκατό ισχύει για κάθε συστατικό που χρησιμοποιείται στην κατασκευή ενός μόνο καταναλωτικού αγαθού. Το τελικό προϊόν, επομένως, απολαμβάνει τη σωρευτική επίδραση του μειωμένου κόστους μεταφοράς σε όλη τη διαδικασία παραγωγής. 



***


Ο Chris Calton είναι οικονομικός ιστορικός και πρώην ερευνητής του Ινστιτούτου Mises. Ήταν ο δημιουργός και οικοδεσπότης του podcast Historical Controversies .