18 Νοεμβρίου, 2021

Το θέατρο της μασκοφορίας για τον κορωνοϊό και η σημειολογία του από τον Βάτσλαβ Χάβελ

Αν ήταν ακόμα μαζί μας ο Χάβελ, ο μεγάλος αυτός μελετητής του θεάτρου και της κοινωνικής σημειολογίας, δεν θα είχε πρόβλημα να κατονομάσει ορθά το σημερινό μας θέατρο των μασκοφόρων ως μια φάρσα καταστολής και καταστροφής, και όσους αρνούνται να παίξουν αυτό το θέατρο ως φορείς του φωτός και θεματοφύλακες της ελευθερίας

Άρθρο του Thomas Harrington για το Brownstone Institute, που δημοσιεύτηκε στις 16 Νοεμβρίου 2021. Χρόνος ανάγνωσης 6'. Απόδοση στα ελληνικά, Νίκος Μαρής.


Για μένα, μια από τις χειρότερες εφευρέσεις του σύγχρονου πανεπιστημίου είναι οι πολιτικές επιστήμες, ένας κλάδος που, προσανατολισμένος κυρίως στο παρόν και στις συναλλακτικές σχέσεις, τείνει να ελαχιστοποιήσει δραματικά την πάντα πολύ στενή σχέση μεταξύ πολιτισμού και πολιτικής, ειδικά την ουσιώδη σημασία που έχουν οι δημόσιες τελετουργίες σε κάθε προσπάθεια να αναπροσανατολιστεί ριζικά η λειτουργική έννοια της «πραγματικότητας» για τους πολίτες .

Όταν, στην ομιλία του στο Κογκρέσο των ΗΠΑ πριν από 31 χρόνια, ο Βάτσλαβ Χάβελ είπε ότι «η συνείδηση ​​προηγείται της ύπαρξης, και όχι το αντίστροφο», μίλησε όχι μόνο ως πολιτικός, αλλά ως άνθρωπος του πολιτισμού, και πιο συγκεκριμένα, άνθρωπος του θεάτρου, όπου η σημειολογία της σκηνής είναι συχνά τόσο σημαντική όσο οι λέξεις που βγαίνουν από το στόμα των ηθοποιών.

Δεκατρία χρόνια νωρίτερα, στα πιο παρακμιακά χρόνια της σοβιετικής περιόδου στην Τσεχοσλοβακία, ο Χάβελ έγραψε το «Η δύναμη των ανίσχυρων», ένα δοκίμιο στο οποίο χρησιμοποιεί την πολύ λεπτομερή κατανόησή του για τους συμβολικούς κώδικες της σκηνής, για να εξηγήσει ορισμένους μηχανισμούς του συστήματος καταπίεσης που ίσχυε τότε στη χώρα του.

Επικεντρώνει το δοκίμιό του σε έναν φανταστικό διαχειριστή ενός μανάβικου στη χώρα του, ο οποίος κάθε πρωί βάζει μια αφίσα στη βιτρίνα του μαγαζιού του που λέει «Εργάτες του κόσμου, ενωθείτε!» Ο θεατρικός συγγραφέας αναρωτιέται σε ποιο βαθμό αυτός ο κύριος , και οι άνθρωποι που περνούν μπροστά ή εισέρχονται στο κατάστημα, πιστεύουν στις λέξεις που είναι γραμμένες στην αφίσα. Καταλήγει στο συμπέρασμα ότι η συντριπτική τους πλειονότητα μάλλον δεν συλλογίζεται πολύ, έως καθόλου, το περιεχόμενό του. Ο Χάβελ, αναφερόμενος στον μανάβη, συνεχίζει λέγοντας:

«Αυτό δεν σημαίνει ότι η πράξη του δεν είχε κανένα κίνητρο ή σημασία, ή ότι το σύνθημα δεν επικοινωνεί τίποτα σε κανέναν. Το σύνθημα είναι πραγματικά ένα σημαίνον, και ως τέτοιο περιέχει ένα υποσυνείδητο αλλά πολύ συγκεκριμένο μήνυμα. Προφορικά, θα μπορούσε να εκφραστεί ως εξής: «Εγώ, ο μανάβης XY, ζω εδώ και ξέρω τι πρέπει να κάνω. Συμπεριφέρομαι με τον τρόπο που αναμένουν από εμένα. Μπορείτε να με εμπιστεύεστε, και είμαι πέρα ​​για άμεμπτος. Είμαι υπάκουος και ως εκ τούτου έχω το δικαίωμα να με αφήσουν ήσυχο ». Αυτό το μήνυμα, φυσικά, έχει έναν αποδέκτη: απευθύνεται προς τα πάνω, στους ανωτέρους του μανάβη, και ταυτόχρονα είναι μια ασπίδα που προστατεύει τον μανάβη από πιθανούς πληροφοριοδότες».

Με αυτόν τον τρόπο, σύμφωνα με τον Χάβελ, ο μανάβης διασώζεται από μια σύγκρουση με τον εαυτό του και τα αισθήματα ταπείνωσης που θα επέφερε αυτή η εσωτερική σύγκρουση:

«Αν ο μανάβης είχε λάβει την εντολή να εμφανίσει το σύνθημα «Φοβάμαι και επομένως είμαι αναμφισβήτητα υπάκουος», δεν θα ήταν τόσο αδιάφορος για τη σημειολογία του, παρόλο που η δήλωση αυτή θα αντικατόπτριζε την αλήθεια. Ο μανάβης θα ένιωθε άβολα, και θα ντρεπόταν να εκθέσει στη βιτρίνα μια τόσο ξεκάθαρη δήλωση για τη δική του υποβάθμιση, και αυτό είναι φυσικό, καθώς είναι άνθρωπος, και επομένως έχει μια αίσθηση της αξιοπρέπειάς του. Για να ξεπεράσει τα αντιφατικά του συναισθήματα, η έκφραση της αφοσίωσής του πρέπει να πάρει τη μορφή ενός σημαίνοντος που, τουλάχιστον στην κυριολεκτική του επιφάνεια, να υποδηλώνει ένα επίπεδο αποστασιοποιημένης πεποίθησης. Πρέπει να επιτρέπει στον μανάβη να λέει: «Τι κακό υπάρχει στο να θέλουν οι εργάτες του κόσμου να ενωθούν;» Έτσι το σημαίνον βοηθά τον μανάβη να αποκρύψει από τον εαυτό του τα ταπεινά κίνητρα της υπακοής του, ενώ συγχρόνως αποκρύπτει τα ταπεινά κίνητρα της εξουσίας. Τα κρύβει πίσω από την επίδειξη κάποιου υψηλού ιδανικού. Και αυτό είναι η ιδεολογία.»

Το ότι ο Covid υπάρχει και έχει προξενήσει τον θάνατο πολλών ανθρώπων είναι γεγονός. Αλλά η ιδέα ότι αποτελεί μια «άνευ προηγουμένου» απειλή που απαιτεί την καταστροφή βασικών δικαιωμάτων που έχουν κατακτηθεί σκληρά κατά τη διάρκεια των αιώνων αποτελεί μια ιδεολογική τοποθέτηση, που συν τοις άλλοις έχει διαψευσθεί εμφατικά σε μέρη όπως η Σουηδία, η Λευκορωσία και οι αχανείς εκτάσεις του λεγόμενου αναπτυσσόμενου κόσμου.

Ακολουθούν τα στατιστικά στοιχεία βάσει ηλικίας για το ποσοστό θνησιμότητας (IFR) για τη νόσο, που συγκεντρώθηκαν πρόσφατα από τον John IA Ioannides, έναν από τους πιο έγκυρους βιοστατιστικολόγους στον κόσμο. 

0-19:    0,0027% (ή ποσοστό επιβίωσης 99,9973%)
20-29: 0,014%    (ή ποσοστό επιβίωσης 99,986%)
30-39: 0,031%    (ή ποσοστό επιβίωσης 99,969%)
40-49: 0,082%   (ή ποσοστό επιβίωσης 99.918%)
50-59: 0,27%      (ή ποσοστό επιβίωσης 99,73%)
60-69: 0,59%     (ή ποσοστό επιβίωσης 99,31%)

Στις ηλικίες πάνω από 70, μεταξύ 2,4% και 5,5% (ή ποσοστό επιβίωσης 97,6 και 94,5% ανάλογα με τον μέρος του κόσμου όπου κατοικούν)

Από το καλοκαίρι του 2020, οι μάσκες θεωρούνταν από τους αρμόδιους σε όλο τον κόσμο ως ουσιαστικό στοιχείο για την καταπολέμηση της εξάπλωσης αυτής της, υποτιθέμενα άνευ προηγουμένου, ιογενούς μάστιγας. Αυτό, παρά το γεγονός ότι δεν υπάρχουν πολλά ισχυρά επιστημονικά στοιχεία που να αποδεικνύουν ότι ισχύει κάτι τέτοιο.

Αλλά όπως μας υπενθυμίζει ο Χάβελ, οι μάσκες παρά την κατά τα φαινόμενα έλλειψης χρησιμότητας, δεν σημαίνει ότι δεν έχουν «κανένα κίνητρο ή νόημα».

Όχι. Το να φοράτε τη μάσκα κατά τη διάρκεια του Covid, όπως κι η φαινομενικά αθώα αφίσα του μανάβη, στέλνει πολύ σημαντικά μηνύματα. Είναι ένας τρόπος να πούμε ότι, παρά τον σχετικά μικρό αριθμό ανθρώπων που πεθαίνουν από τη νόσο και παρά το γεγονός ότι οι πιθανότητες να πεθάνει κάποιος κάτω των 70 ετών και με καλή υγεία από αυτήν είναι ελάχιστες:  

«Αποδέχομαι ότι ζούμε σε πολύ ειδικές περιστάσεις, που απαιτούν ότι οι αρχές, που πάντα γνωρίζουν περισσότερα από εμένα, πρέπει να έχουν την άδεια για να καταστρέψουν τους κανονικούς ρυθμούς της ζωής και της συμμετοχικής δημοκρατίας και ότι εγώ, ως πολίτης, δεν έχω στ' αλήθεια κανένα δικαίωμα να διαφωνήσω με την άποψή τους για την πραγματικότητα, ότι δηλαδή καταλαβαίνω ότι δεν είμαι πια πολίτης, αλλά υπήκοος. Και καταλαβαίνω περαιτέρω ότι η μάσκα μου χρησιμεύει ως ασπίδα ενάντια στις επιθέσεις του αυξανόμενου στρατού ανθρώπων στη γειτονιά μου και στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης, που είναι  έτοιμοι να με κατηγορήσουν ότι είμαι αδιάφορος για τα συναισθήματα των άλλων».

Για τον Χάβελ, η μόνη λύση για όσους βρίσκονται σε ένα τέτοιο περιβάλλον, και που θέλουν πραγματικά να ζουν με ελευθερία και αξιοπρέπεια, είναι να σταματήσουν να δίνουν την παθητική ή ενεργητική συναίνεσή τους σε όλα τα ιδεολογικά ψέματα στο κοινωνικό θέατρο που διαδραματίζεται γύρω τους, και αντ' αυτού να ενστερνιστούν τη ζωή.

«Ανάμεσα στους στόχους του μετα-ολοκληρωτικού συστήματος και στους σκοπούς της ζωής υπάρχει μια άβυσσος: ενώ η ζωή, στην ουσία της, κινείται προς την πολυφωνία, την πολυμορφία, την ανεξάρτητη αυτοσυγκρότηση και την αυτοοργάνωση, εν ολίγοις προς την εκπλήρωση της ελευθερίας της, το μετα-ολοκληρωτικό σύστημα απαιτεί την συμμόρφωση, την ομοιομορφία και την πειθαρχία. Ενώ η ζωή προσπαθεί να δημιουργήσει νέες και απίθανες δομές, το μετα-ολοκληρωτικό σύστημα επιδιώκει να περιορίσει τη ζωή στις πιο συνηθισμένες της εκδηλώσεις….. Η ιδεολογία, δημιουργώντας μια γέφυρα δικαιολογιών μεταξύ του συστήματος και του ατόμου, εκτείνεται πάνω από την άβυσσο μεταξύ των στόχων του συστήματος και των στόχων της ζωής. Προσποιείται ότι οι απαιτήσεις του συστήματος πηγάζουν από τις απαιτήσεις της ζωής. Είναι ένας κόσμος προσχημάτων που προσπαθεί να παραστήσει την πραγματικότητα.»

Το να απορρίπτουμε τους ιδεολογικούς σχεδιασμούς της «πραγματικότητας» που επιβάλλονται από τα πάνω, για να ενστερνιστούμε τις πιο αληθινές και θεμελιώδεις παρορμήσεις της ζωής, είναι ακριβώς αυτό που κάνουν αυτοί οι υπέροχοι πιλότοι, οι νοσοκόμες, οι δάσκαλοι, οι αστυνομικοί, οι δικηγόροι, οι γονείς, και πολλοί άλλοι ακριβώς αυτή τη στιγμή, εναντιωνόμενοι στην τυραννία της μάσκας και τις εντολές να εμβολιαστούν. 

Καταλαβαίνουν πολύ καλύτερα από εκείνες τις φλύαρες και παρεμβατικές ελίτ (που πριν από τον Φεβρουάριο του 2020 τους άρεσε να παραθέτουν τσιτάτα του Φουκώ και να ξεσπαθώνουν ενάντια στην, συχνά εθελοντική, χρήση της μαντίλας στον ισλαμικό κόσμο, αλλά που τώρα το μόνο που τους ενδιαφέρει είναι να επιβάλουν την σημειολογική και την πραγματική υπακοή σε όλους) αυτό που ο Bergson το 1907 ονόμασε το élan vital, που είναι η ρίζα της υγιούς αυτοεκπλήρωσης κάθε ανθρώπου. 

Και αν ήταν ακόμα μαζί μας, πιστεύω ότι ο Χάβελ, ο μεγάλος μελετητής του θεάτρου και της κοινωνικής σημειολογίας, δεν θα είχε πρόβλημα να κατονομάσει ορθά  το σημερινό μας θέατρο των μασκοφόρων ως μια φάρσα καταστολής και καταστροφής, όπως πράγματι είναι, και αυτούς που αρνούνται να παίξουν αυτό το θέατρο ως φορείς του φωτός και θεματοφύλακες των δημιουργικών εκείνων δράσεων που θα χρειαστούμε για να ανοικοδομήσουμε και να διαφυλάξουμε την ελευθερία στον κόσμο.


[Για τον ιστορικό ρόλο του Βάτσλαβ Χάβελ, μπορείτε να διαβάσατε περισσότερα στο άρθρο «Οι κορωνο-δυνάστες θα σταματήσουν μόνο αν φοβηθούν μια λαϊκή εξέγερση, όπως του 1989 στην Τσεχοσλοβακία»]



***

Ο Thomas Harrington είναι δοκιμιογράφος και καθηγητής Ισπανικών Σπουδών στο Trinity College στο Χάρτφορντ (ΗΠΑ) που ειδικεύεται στα ιβηρικά κινήματα υπέρ της εθνικής ταυτότητας στη σύγχρονη καταλανική κουλτούρα.