Όπως καυχιόταν ο Λένιν, «η συντριπτική πλειονότητα του εμπορικού και βιομηχανικού κατεστημένου δεν εργάζεται πλέον για την ελεύθερη αγορά, αλλά για την κυβέρνηση». Και η εκδούλευση για την κυβέρνηση, συμπεριλαμβανομένης της φίμωσης των αντιφρονούντων, είναι πράγματι αυτό που κάνουν οι μεγάλες ψηφιακές εταιρείες εδώ και χρόνια
« Η συντριπτική πλειονότητα του εμπορικού και βιομηχανικού κατεστημένου δεν εργάζεται τώρα για την ελεύθερη αγορά, αλλά για την κυβέρνηση ». Β.Ι. Λένιν, Κράτος και Επανάσταση. 1917
Αυτό το απόφθεγμα του Λένιν έρχεται στο μυαλό εν μέσω των πρόσφατων αποκαλύψεων από τον «φάκελο Twitter» που ήρθαν στο φως της δημοσιότητας τις τελευταίες εβδομάδες. Μεταξύ άλλων αποκαλύψεων, τα αρχεία αποκάλυψαν τις άμεσες γραμμές επικοινωνίας μεταξύ κυβερνητικών υπηρεσιών, συμπεριλαμβανομένου του FBI και του Υπουργείου Άμυνας, και της εταιρείας κοινωνικής δικτύωσης.
Διαπιστώθηκε ότι το Twitter όχι μόνο ήταν ένα προκάλυμμα για πολλούς πράκτορες των κυβερνητικών μυστικών υπηρεσιών, αλλά επίσης ότι εκτελούσε τις εντολές των μυστικών υπηρεσιών να αποσιωπηθούν οι πληροφορίες που θεωρούνταν αντίθετες με τους στόχους και τα προτιμώμενα αφηγήματα των υπηρεσιών αυτών. Πράγματι, ο δημοσιογράφος Matt Taibbi έφτασε στο σημείο να περιγράψει το Twitter ως «θυγατρική του FBI».
Και δεν ήταν μόνο το Twitter που στόχευσε η κυβέρνηση. Στα τέλη του περασμένου μήνα ο Έλον Μασκ έγραψε στο Twitter «*Κάθε* εταιρεία μέσων κοινωνικής δικτύωσης εμπλέκεται σε πρακτικές βαριάς λογοκρισίας, με σημαντική εμπλοκή και, κατά καιρούς, ρητή καθοδήγηση της κυβέρνησης», επεξηγώντας την άποψή του λέγοντας: «Η Google συχνά εξαφανίζει συνδέσμους (link), για παράδειγμα.»
Τέτοιες αποκαλύψεις υπονομεύουν πολλούς υπερασπιστές των τεχνολογικών κολοσσών, οι οποίοι επιμένουν πως «είναι ιδιωτικές εταιρείες, μπορούν να κάνουν ό,τι θέλουν». Αντίθετα, πρέπει να αναρωτηθούμε: είναι αυτές οι πραγματικά «ιδιωτικές εταιρείες» με κάποια ουσιαστική έννοια;
Πράγματι, η Lockheed Martin, η Raytheon και η Northrup Grumman είναι όλες τυπικά «ιδιωτικές εταιρείες». Αλλά είναι ιδιωτικές κατ' όνομα μόνο επειδή στην πραγματικότητα είναι παραρτήματα του κράτους, που βασίζονται σε εξοπλιστικές συμβάσεις (όχι σε συναλλαγές στην ελεύθερη αγορά) για την επιτυχία τους.
Θα πρέπει να αντιμετωπίζουμε τις μεγάλες ψηφιακές εταιρείες με τον ίδιο σκεπτικισμό που επιφυλάσσουμε στα όργανα του στρατιωτικού-βιομηχανικού συμπλέγματος. Τουλάχιστον σίγουρα μετά τις αποκαλύψεις του «φακέλου Twitter».
Στο παραπάνω απόσπασμά του, ο Λένιν, φυσικά, καυχιόταν για την πρόοδο που σημειώθηκε προς την πλήρη εθνικοποίηση της βιομηχανίας στη Σοβιετική Ένωση της εποχής.
Μπορούμε όμως να θεωρήσουμε και τη δήλωσή του ως περιγραφική. Όταν η κύρια αποστολή σας είναι να κάνετε τις δουλειές του κράτους, αντί να εξυπηρετείτε τους καταναλωτές στην ελεύθερη αγορά, δεν είστε πραγματικά μια ιδιωτική εταιρεία με την πραγματική έννοια του όρου. Η εταιρεία σας δεν είναι φαινόμενο της αγοράς.
Δεν είναι πλέον δυνατή η υπεράσπιση των εταιρειών κοινωνικής δικτύωσης με βάση τα ιδιοκτησιακά δικαιώματα, επειδή οι μεγάλες ψηφιακές εταιρείες είναι αυτό που ο Michael Rectenwald θα περιέγραφε ως «κυβερνητικές αρχές» (governmentalities), όχι ιδιωτικές εταιρείες.
Ο Michael Rectenwald, πρώην καθηγητής ανθρωπιστικών σπουδών στο Πανεπιστήμιο της Νέας Υόρκης και συγγραφέας του βιβλίου «Google Archipelago: The Digital Gulag and the Simulation of Freedom», (σ.σ. λογοπαίγνιο με αναφορά στο «Αρχιπέλαγος Γκούλαγκ» του αντιφρονούντα Σολζενίτσιν) έδωσε το πλαίσιο για το πώς πιστεύει ότι οι τεχνολογικοί Γολιάθ, όπως η Google και το Twitter, έρχονται να κάνουν τις βρομοδουλειές του κράτους σε μια διάλεξη τον Νοέμβριο του 2020 :
«Σε μια σειρά διαλέξεων με τίτλο Ασφάλεια, Επικράτεια, Πληθυσμός , ο μεταμοντέρνος θεωρητικός Michel Foucault εισήγαγε τον όρο « κυβερνητισμός » για να αναφερθεί στον επιμερισμό της κρατικής εξουσίας στον πληθυσμό ή στη διάχυση της διακυβέρνησης στους κυβερνώμενους», σημείωσε ο Rectenwald.
«Ο Φουκώ αναφερόταν στα μέσα με τα οποία ο λαός φτάνει να αυτοκυβερνηθεί, καθώς υιοθετεί και εξατομικεύει τις επιταγές του κράτους ή το πώς οι κυβερνώμενοι υιοθετούν τη νοοτροπία που επιθυμεί η κυβέρνηση -την κυβερνητική νοοτροπία (govern-mentality)», πρόσθεσε.
Ο Ρέκτενβαλντ, ωστόσο, προχώρησε ακόμη περισσότερο από τον Φουκώ. «Υιοθετώ και τροποποιώ τον όρο για να συμπεριλάβει την κατανομή της κρατικής εξουσίας σε εξωκυβερνητικούς παράγοντες – ιδίως στην επέκταση και μεταβίβαση της κρατικής εξουσίας σε υποτιθέμενa ιδιωτικές επιχειρήσεις».
Αυτό που προκύπτει, λοιπόν, είναι μια μορφή «κυβερνητικοποίησης» των κατ’ όνομα μόνο ιδιωτικών επιχειρήσεων, αντί της ιδιωτικοποίησης των κυβερνητικών λειτουργιών που προτιμούν οι υποστηρικτές της ελεύθερης αγοράς.
Πόσο συνυφασμένοι με το κράτος είναι οι ψηφιακοί γίγαντες; Η σχέση προηγείται των πιο πρόσφατων φαινομένων που βγήκαν στο φως χάρη στις αποκαλύψεις του Έλον Μασκ.
«Πρώτον, τόσο η Google όσο και το Facebook έλαβαν κεφάλαιο εκκίνησης -τόσο άμεσα όσο και έμμεσα- από τις υπηρεσίες πληροφοριών των ΗΠΑ», μας ενημερώνει ο Rectenwald. Στις πρώτες μέρες της, η Google ειδικότερα εξαρτιόταν σε μεγάλο βαθμό από συμβόλαια με την CIA και από συναλλαγές με άλλες υπηρεσίες πληροφοριών των ΗΠΑ.
Όπως καυχιόταν ο Λένιν, «η συντριπτική πλειονότητα του εμπορικού και βιομηχανικού κατεστημένου δεν εργάζεται πλέον για την ελεύθερη αγορά, αλλά για την κυβέρνηση». Και η εκδούλευση για την κυβέρνηση, συμπεριλαμβανομένης της εξάλειψης των φωνών των αντιφρονούντων, είναι αυτό που κάνουν πράγματι οι μεγάλες ψηφιακές εταιρείες εδώ και χρόνια.
Ως αποτέλεσμα, δεν μπορούν πλέον να τις υπερασπίζονται κάποιοι κραυγάζοντας «ναι, όμως είναι ιδιωτικές εταιρείες!» αλλά αντ' αυτού θα πρέπει να τις εγκαλούν για αυτό που πραγματικά είναι: εργαλεία κρατικής καταπίεσης.
Ο Brian Balfour είναι Αντιπρόεδρος Έρευνας για το Ίδρυμα John Locke, όπου επιβλέπει την έρευνα και την ανάλυση του οργανισμού για μια ποικιλία θεμάτων. Στο παρελθόν εργάστηκε στο Ινστιτούτο Civitas για 13 χρόνια και έχει μεταπτυχιακό στα οικονομικά από το Πανεπιστήμιο Wayne State στο Ντιτρόιτ, MI.