Το κράτος δεν φορολογεί για να μπορεί να προστατεύει, αλλά προστατεύει (επιλεκτικά, επαχθώς κι αδέξια) για να μπορεί να φορολογεί
Για να αναπτύξει τη θεωρία του για την κυβέρνηση, ο John Locke διατύπωσε μία θεωρία για την προέλευση του κράτους. Ερμήνευσε τη νόμιμη κυβέρνηση ως το αποτέλεσμα μιας εθελούσιας συμφωνίας, ή συμβολαίου, μεταξύ των ατόμων να υπακούν σε από κοινού τηρούμενους νόμους, που δημιουργούνται και επιβάλλονται από μια κοινή κυβέρνηση. Ο σκοπός αυτής της συμφωνίας είναι η διατήρηση των δικαιωμάτων ιδιοκτησίας (επί του σώματος και της περιουσίας του ατόμου) και η προστασία τους από τη λεηλασία.
Σύμφωνα με τον Locke, η τυραννία είναι μια διαφθορά της κυβέρνησης: μια κατάχρηση της εξουσίας και του νόμου. Ο Frédéric Bastiat συμφώνησε και έγραψε ότι ο νόμος «διαστρεβλώνεται» και χρησιμοποιείται, όχι για την προστασία της ιδιοκτησίας από τη λεηλασία, αλλά για τη διάπραξη της λεηλασίας κατά της ιδιοκτησίας. Το ονόμασε αυτό «νόμιμη λεηλασία».
Αυτή την άποψη για την κυβέρνηση και την τυραννία συμμερίζονταν μεγάλοι στοχαστές όπως ο Ludwig von Mises, η Ayn Rand και ο Leonard Read. Είναι η άποψη που υιοθετείται από τους περισσότερους «ελαχισταρχικούς» φιλελεύθερους, οι οποίοι τάσσονται υπέρ ενός ελάχιστου κράτους, το οποίο επικεντρώνεται αποκλειστικά (ή σχεδόν αποκλειστικά) στη διασφάλιση των δικαιωμάτων.
Οι «αναρχικοί» φιλελεύθεροι (ή «αναρχοκαπιταλιστές») έχουν μια διαφορετική άποψη για το κράτος: μια άποψη που βασίζεται σε μια εναλλακτική ιστορία προέλευσης, σύμφωνα με την οποία το κράτος δεν προέκυψε από αμοιβαία συμφωνία αλλά από επιθετικότητα, όχι μέσω «κοινωνικού» συμβολαίου αλλά μέσω κατάκτησης.
Αυτή η ιστορία της προέλευσής του αναπτύχθηκε από τον Άγγλο φιλόσοφο Herbert Spencer -ο οποίος έγραψε ότι «η κυβέρνηση γεννιέται από την επιθετικότητα και με την επιθετικότητα» - και από τον Γερμανό κοινωνιολόγο Franz Oppenheimer, ο οποίος στο βιβλίο του Der Staat («Το κράτος») του 1908 ανέπτυξε και υποστήριξε τη «θεωρία της κατάκτησης του κρατικού σχηματισμού».
Ο Oppenheimer έγραψε:
«Το κράτος, πλήρως στη γένεσή του, ουσιαστικά και σχεδόν πλήρως κατά τα πρώτα στάδια της ύπαρξής του, είναι ένας κοινωνικός θεσμός που επιβάλλεται από μια νικήτρια ομάδα ανθρώπων σε μια ηττημένη ομάδα, με μοναδικό σκοπό να ρυθμίσει την κυριαρχία της νικήτριας ομάδας επί της ηττημένης και να διασφαλιστεί από εξεγέρσεις εκ των έσω και επιθέσεις από το εξωτερικό. Τελεολογικά, αυτή η κυριαρχία δεν είχε κανέναν άλλο σκοπό πέρα από την οικονομική εκμετάλλευση των νικημένων από τους νικητές.
Κανένα πρωτόγονο κράτος που είναι γνωστό στην ιστορία δεν προήλθε με άλλον τρόπο. (...)
Η ελάχιστη ιστορία που μάθαμε στα σχολικά μας χρόνια αρκεί για να αποδείξει αυτό το γενικό δόγμα. Παντού βρίσκουμε κάποια πολεμοχαρή φυλή άγριων ανθρώπων να διασχίζει τα σύνορα κάποιου λιγότερο πολεμοχαρούς λαού, να εγκαθίσταται ως η αριστοκρατία και να ιδρύει το κράτος της.»
Οι κατακτητές, εξήγησε ο Oppenheimer, περιορίζουν τη βραχυπρόθεσμη λεηλασία τους μόνο για χάρη της μακροχρόνιας λεηλασίας τους, και όχι για χάρη των λεηλατημένων.
«...αρχίζει να αποκαλύπτεται στη συνείδηση του αγροίκου βοσκού ότι ένας δολοφονημένος αγρότης δεν μπορεί πλέον να οργώσει και ότι ένα καρποφόρο δέντρο που έχει τσεκουρωθεί δεν θα φέρει πλέον καρπούς. Για το δικό του συμφέρον, λοιπόν, όπου είναι δυνατόν, αφήνει τον αγρότη να ζήσει και το δέντρο να μείνει όρθιο».
Οι κατακτητές μπορεί επίσης να προστατεύουν τους λεηλατημένους από τους αντίπαλους πλιατσικολόγους (είτε είναι ξένοι είτε εγχώριοι), αλλά και αυτό γίνεται για χάρη της μεγιστοποίησης της δικής τους λείας. Σε τελική ανάλυση, ένας βοσκός προστατεύει τα πρόβατά του από τους λύκους, όχι για χάρη των προβάτων, αλλά για να έχει ο ίδιος αποθέματα μαλλιού και αρνίσιου κρέατος.
Ο πλιατσικολόγος όμως θα θεωρήσει χρήσιμο το να παραπλανήσει τους λεηλατούμενους, ώστε να πιστεύουν το αντίθετο. Το θύμα θα είναι πιο υπάκουο και συνεργάσιμο αν νομίζει ότι η θυματοποίησή του είναι για το δικό του καλό.
Κατ' αυτόν τον τρόπο η λεηλασία εξελίσσεται σε χαράτσια και φόρους, η δουλεία εξελίσσεται σε «καθήκοντα του πολίτη» και οι πλιατσικολόγοι εξελίσσονται σε ηγεμόνες, πρίγκιπες και πολιτικούς.
Έτσι, σύμφωνα με αυτή την εναλλακτική ιστορία της προέλευσής του, το κράτος δεν είναι ένας προστάτης που μετατράπηκε σε εκμεταλλευτή, αλλά το αντίθετο. Το κράτος δεν φορολογεί για να μπορεί να προστατεύει, αλλά προστατεύει (επιλεκτικά, επαχθώς κι αδέξια) για να μπορεί να φορολογεί. Το κράτος είναι ένας λύκος υπό το ένδυμα του τσοπανόσκυλου. Η έκδηλη τυραννία δεν είναι το κράτος που έχει υποστεί διαφθορά, αλλά το κράτος χωρίς τα φτιασίδια του. Και η νόμιμη λεηλασία δεν είναι ένα κατασκευαστικό σφάλμα, αλλά το κύριο χαρακτηριστικό του: όχι μια διαστροφή του κράτους, αλλά ο λόγος της ύπαρξής του. Μπορούμε να τον ονομάσουμε τον Σιδηρούν Νόμο της Κλεπτοκρατίας.
Αυτές οι αντίθετες οπτικές εγείρουν, όχι μόνο ένα ιστορικό αλλά και ένα θεωρητικό ζήτημα. Ποια είναι τα κυρίαρχα κίνητρα που γεννά ο θεσμός του κράτους;
Έχουν δίκιο οι ελαχισταρχικοί να ισχυρίζονται ότι το κράτος ενθαρρύνει κυρίως την προστασία, ενώ η λεηλασία γίνεται μόνο όταν τα πράγματα πάνε στραβά;
Ή μήπως οι αναρχοκαπιταλιστές έχουν δίκιο να ισχυρίζονται ότι το κράτος ενθαρρύνει κυρίως τη λεηλασία, με την προστασία να είναι απλά ένα άλλοθι, και ένα μέσο για το σκοπό της λεηλασίας;
Το ερώτημα αυτό είναι θεμελιώδες. Στην απάντησή του θα βασιστούν οι απαντήσεις μας για τα δευτερεύοντα ερωτήματα στον δημόσιο διάλογο σχετικά με το κράτος.