Αντιμετωπίζουμε το ζήτημα του πώς να δοκιμάσουμε την αθωότητα των ηγετών μας -τόσο των επίσημων όσο και των ανεπίσημων- υπό το φως όλης της καταστροφής που έχουμε δει κατά τη διάρκεια της αντίδρασης στον COVID-19. Εάν πιστεύετε, όπως εγώ, ότι η σημασία αυτού του ζητήματος επισκιάζει προς το παρόν τη σημασία οποιουδήποτε άλλου, τότε θα πρέπει να γίνει κάθε βήμα για την επιλογή των ηγετών που αντιτάχθηκαν στα lockdown όσο το δυνατόν πιο σύντομα και πιο εμφατικά
Με την καθεστηκυία τάξη να συνειδητοποιεί σύντομα ότι οι μαζικοί εγκλεισμοί του 2020 ήταν μια κατακλυσμιαία αποτυχία, παρά την ευρεία λαϊκή υποστήριξη που υποτίθεται ότι είχαν όταν εφαρμόστηκαν, αναπόφευκτα τίθεται το ερώτημα: Πόσο σημαντικό ήταν για κάθε άτομο -και ειδικά για τους πολιτικούς ηγέτες- το να είχε αντιταχθεί σε αυτές τις πολιτικές το συντομότερο δυνατό; Πότε ενδείκνυται ένα παροιμιώδες «τεστ αθωότητας»;
Για ένα συνηθισμένο άτομο, το ερώτημα αυτό είναι απλώς ηθικό και μπορεί να απαντηθεί σχεδόν εξ ολοκλήρου με βάση το τι υποκειμενικά πίστευε εκείνη τη στιγμή. Αλλά για εκείνους που μπορεί να διατηρούν, ή να τους δοθούν στο μέλλον, θέσεις ηγεσίας, το κριτήριο πρέπει να είναι υψηλότερο. Λόγω της θέσης τους, η προσωπική τους κρίση και το ηθικό τους θάρρος έχουν σημαντικό αντίκτυπο στην ευημερία του κοινού. Συνεπώς, η κρίση και το θάρρος, ή η έλλειψή τους, που επέδειξαν κατά τη διάρκεια του COVID έχει ιδιαίτερη σημασία, ανεξάρτητα από το τι μπορεί να πίστευαν υποκειμενικά εκείνη τη στιγμή.
Το ζήτημα του «τεστ αθωότητας» όσον αφορά τα lockdown μπορεί επομένως να αναλυθεί στο πότε ένα συγκεκριμένο άτομο συνειδητοποίησε υποκειμενικά ότι η πολιτική ήταν καταστροφική, τι έκανε στη συνέχεια γι' αυτό και γιατί. Κάθε σενάριο ενέχει επιπτώσεις ως προς την ηθική, το θάρρος και την κρίση που επέδειξαν κατά τη διάρκεια της κρίσης, τα οποία έχουν μεγάλη σημασία για την αξιολόγηση του ποιος πρέπει να διατηρήσει τον ρόλο του, ή να του ανατεθούν ηγετικοί ρόλοι μελλοντικά.
1. Όσοι συνειδητοποίησαν ότι τα lockdown ήταν καταστροφικά και ενήργησαν αμέσως για να τα σταματήσουν
Στην πρώτη κατηγορία ανήκουν εκείνοι που αναγνώρισαν αμέσως ότι τα lockdown ήταν μια πολιτική καταστροφή, παρά την ευρεία λαϊκή υποστήριξη της πολιτικής αυτής, και έκαναν ό,τι περνούσε από το χέρι τους για να τα σταματήσουν, ακόμη και με κίνδυνο σημαντικού προσωπικού κόστους. Αυτά τα άτομα επέδειξαν μεγάλο ηθικό θάρρος και ορθή κρίση, και είμαστε όλοι σε καλύτερη θέση χάρη σ' αυτούς.
Φυσικά, καθώς διαμορφώνεται μια κοινή παραδοχή ότι τα λουκέτα ήταν μια καταστροφή, όλο και περισσότερα άτομα αυτοπαρουσιάζονται σαν να ανήκαν σε αυτή την κατηγορία από την αρχή. Κάποιο κομμάτι από αυτόν τον αναθεωρητισμό μπορεί να είναι κακόβουλο, όμως ένα μεγάλο μέρος του είναι απλώς ψυχολογικό. Ο αναθεωρητισμός είναι θέμα βαθμού - ακόμη και όσοι από εμάς κάναμε πολλά για να αντιταχθούμε σε αυτές τις πολιτικές από την αρχή, μπορεί να εξωραΐσουμε λίγο τον ηρωισμό μας όταν θα λέμε την ιστορία στα εγγόνια μας. Στην πραγματικότητα, η πλειονότητα των ανθρώπων ήταν διχασμένοι σχετικά με τα lockdown, ακόμη και όταν τα υποστήριζαν σιωπηρά, και η αναδρομική απεικόνιση του εαυτού τους ως αντιπάλων των πρώτων lockdown, αν και υπερβολική, μπορεί απλώς να είναι ένα φαινόμενο επιλεκτικής μνήμης εν λειτουργία.
Για παράδειγμα, οι ιστορικοί έχουν συχνά παρατηρήσει ότι, παρόλο που μόνο το 2% των Γάλλων πολιτών συμμετείχε επίσημα στην Αντίσταση κατά τη διάρκεια του Β' Παγκοσμίου Πολέμου, οι περισσότεροι Γάλλοι πολίτες ισχυρίστηκαν ότι υποστήριξαν την Αντίσταση μετά τη λήξη του Πολέμου. Κάποιο τμήμα αυτού του αναθεωρητισμού μπορεί να είχε ως κίνητρο την αποφυγή της αμηχανίας ή την επιθυμία για κοινωνικά οφέλη, αλλά μεγάλο μέρος του ήταν απλώς ψυχολογικό. Οι περισσότεροι Γάλλοι μπορεί να ήθελαν κατ' ιδίαν να πετύχει η Αντίσταση και μπορεί επίσης να έκαναν κάποια μικρά βήματα για να βοηθήσουν, ακόμη και αν οι καθημερινές τους ενέργειες, σε γενικές γραμμές, ωφελούσαν τη ναζιστική πολεμική μηχανή. Συναισθηματικοί παράγοντες θα μπορούσαν εύλογα να τους είχαν οδηγήσει στο να θυμούνται καλύτερα αυτές τις μικρές πράξεις θάρρους από την καθημερινή μυλόπετρα της δειλίας τους. Το ίδιο συμβαίνει και με τα λοκντάουν.
2. Αυτοί που αρχικά παρασύρθηκαν από τα lockdown, αλλά ενήργησαν για να τα σταματήσουν μόλις συνειδητοποίησαν ότι είχαν ξεγελαστεί
Στη δεύτερη κατηγορία ανήκουν εκείνοι που αρχικά πίστεψαν στα λοκντάουν, αλλά συνειδητοποίησαν το λάθος τους αρκετά σύντομα και έκαναν ό,τι μπορούσαν για να αντιταχθούν σε αυτά όταν το κατάλαβαν. Αυτή η κατηγορία περιλαμβάνει πολλούς από τους πιο εξέχοντες ακτιβιστές κατά των λοκντάουν, και το κίνημα κατά των λοκντάουν έχει επωφεληθεί τρομερά από τη συμβολή τους.
Από καθαρά ηθική άποψη, αν υποθέσουμε ότι είναι ειλικρινείς, δεν υπάρχει τίποτα που να διαχωρίζει αυτά τα άτομα από εκείνα της πρώτης κατηγορίας. Εξάλλου, μια άνευ προηγουμένου εκστρατεία τρόμου εξαπολύθηκε από τις κυβερνήσεις για να κερδίσουν υποστήριξη για τα λοκντάουν και να πείσουν το κοινό ότι ήταν «η επιστήμη». Αν ένα άτομο πίστευε υποκειμενικά ότι η τήρηση των λοκντάουν ήταν σωστή εκείνη τη στιγμή, και στη συνέχεια έκανε ό,τι περνούσε από το χέρι του για να τα σταματήσει μόλις συνειδητοποίησε το λάθος του, τότε δεν διέπραξε κάποιο ηθικό λάθος.
Ωστόσο, όπως πολλοί έχουν παρατηρήσει, το γεγονός ότι τα λοκντάουν θα ήταν καταστροφικά, φαίνεται τώρα εκ των υστέρων συντριπτικά προφανές. Αν περισσότεροι ηγέτες ανήκαν στην πρώτη κατηγορία κατά τη διάρκεια της κρίσης, τότε η καταστροφή θα είχε αποφευχθεί εντελώς. Έτσι, αν κάποιος αξιολογούσε δύο κατά τα άλλα ίσους υποψηφίους για μια θέση ηγεσίας, ένας υποψήφιος της πρώτης κατηγορίας θα ήταν η ανώτερη επιλογή, καθώς επέδειξε καλύτερη κρίση κατά τη διάρκεια ενός άνευ προηγουμένου ψυχολογικού αιφνιδιασμού.
Τούτου λεχθέντος, υπάρχουν πολύ λίγοι ηγέτες που ανήκουν στην πρώτη κατηγορία. Ως επί το πλείστον, η κοινή γνώμη φαίνεται να κλίνει προς τους υποψηφίους της δεύτερης κατηγορίας. Ο Ron DeSantis είναι το παράδειγμα ενός υποψηφίου της δεύτερης κατηγορίας. Ο DeSantis κατά τους πρώτους δύο μήνες φαίνεται να πίστεψε δικαιολογημένα στην επιχείρηση εγκλεισμού, στη συνέχεια συνειδητοποίησε το λάθος του και έγινε υπέρμαχος του αγώνα κατά του εγκλεισμού. Η κρίση του DeSantis μπορεί να μην είναι τόσο καλή όσο ενός υποθετικού υποψηφίου της πρώτης κατηγορίας, αλλά -υποθέτοντας ότι είναι ειλικρινής- δεν υπάρχει τίποτα για να του προσάψει κανείς, όσον αφορά το ηθικό θάρρος.
3. Όσοι ήξεραν ότι τα lockdowns ήταν ένα λάθος, ή τελικά κατάλαβαν ότι ήταν, όμως παρ' όλα αυτά τα υποστήριξαν
Στην τρίτη κατηγορία ανήκουν εκείνοι που ήξεραν ότι τα λοκντάουν ήταν λάθος, ή τελικά συνειδητοποίησαν ότι ήταν, αλλά τα υποστήριξαν ούτως ή άλλως, είτε από δειλία είτε από παιδαριώδες προσωπικό συμφέρον. Αυτή η κατηγορία φαίνεται να περιλαμβάνει τις περισσότερες από τις πολιτικές, οικονομικές, ακαδημαϊκές και δημοσιογραφικές ελίτ που ήταν στη θέση τους καθ' όλη τη διάρκεια της COVID. Επειδή αυτές οι ενέργειες είναι ηθικά αδικαιολόγητες, είναι ασφαλές να τις αποκαλέσουμε «δόλιες».
Η πραγματικότητα, ωστόσο, είναι θέμα βαθμών - και η αλήθεια είναι ότι υπάρχει ένα μικρό κομμάτι αυτής της τρίτης κατηγορίας σε όλους μας. Δεν υπάρχει ούτε ένας άνθρωπος που να μπορεί να πει ότι έκανε ό,τι περνούσε από το χέρι του για να σταματήσουν τα λοκντάουν, ή ότι δεν συμμορφώθηκε με κάποια εντολή απλώς και μόνο επειδή δεν είχε όρεξη για τσακωμούς εκείνη την ημέρα. Όπως και το καθεστώς του Βισύ στη Γαλλία, το καθεστώς COVID ενεργοποιήθηκε από μικρές καθημερινές πράξεις δειλίας.
Όμως κανένα από αυτά τα μικρά ελαττώματα δεν μπορεί να συγκριθεί με την δολιότητα των πολιτικών ελίτ που υπερασπίστηκαν αδυσώπητα αυτές τις πολιτικές, ή που συνέδραμαν την ευρεία επιστημονική συγκάλυψη που τις επέτρεψε, είτε από καριερισμό είτε από κοινωνική σκοπιμότητα. Αυτοί που ανήκουν σε αυτή την τρίτη κατηγορία επέδειξαν απίστευτα κακή κρίση σχετικά με τη ζημιά που αυτές οι πολιτικές προκαλούσαν στον τρόπο ζωής μας και έναν βαθμό ηθικής δειλίας που κανείς δεν θα μπορούσε να είχε προβλέψει πριν από το 2020. Ιδανικά, αυτοί οι άνθρωποι θα πρέπει να μην βρεθούν ποτέ ξανά κοντά σε οποιαδήποτε θέση εξουσίας, και υπάρχει κάποιο θέμα για το αν μπορεί ποτέ να βασιστεί κανείς σε αυτούς σε περίοδο κρίσης, ακόμη και σε προσωπικό επίπεδο.
Ωστόσο, στη συντριπτική πλειονότητα των περιπτώσεων, τα άτομα αυτά δεν παραβίασαν κανέναν νόμο. Καθώς παγιώνεται η συναίνεση κατά των εγκλεισμών, πρέπει να δημιουργηθεί χώρος για να επανέλθουν ακόμα και αυτές οι ερειπωμένες ψυχές στην κοινωνία. Τι θα κάνουμε με τις αργοπορημένες συγγνώμες τους, αν αυτές υπάρξουν;
Από ηθική άποψη, η βαρύτητα μιας συγγνώμης έγκειται αποκλειστικά στην ειλικρίνειά της. Ακόμα και ένα άτομο που έκανε κακό, μπορεί τελικά να μην είναι λιγότερο ηθικά δίκαιο από ένα άτομο που ήταν σταθερά με την πλευρά του καλού, αν το πρώτο καταδιώκεται ειλικρινά από τύψεις για τις πράξεις του, και οι τύψεις αυτές καθοδηγούν τη συμπεριφορά του στο μέλλον. Αυτό έρχεται σε πλήρη αντίθεση με εκείνους που ζητούν συγγνώμη απλώς από κοινωνική σκοπιμότητα, έτοιμοι και πρόθυμοι να υποστηρίξουν τον ολοκληρωτισμό από την αρχή και την επόμενη φορά.
4. Εκείνοι που υποστήριξαν τα lockdown για λίγο, και στη συνέχεια χειραγώγησαν αθόρυβα την ιστορική μνήμη για να φαίνεται σαν να ήταν εκείνοι που ήταν πάντα αντίθετοι στα lockdown
Στην τελευταία κατηγορία ανήκουν οι ψεύτες και οι απόλυτοι ιστορικοί αναθεωρητές. Αυτοί είναι οι υποστηρικτές των λοκντάουν, οι οποίοι, ικανοποιημένοι όχι μόνο από τα όποια οικονομικά και κοινωνικά κέρδη μπορεί να έχουν αποκομίσει από την υποστήριξη των λοκντάουν, διαισθάνθηκαν από πού φυσούσε ο άνεμος και χειραγώγησαν διακριτικά την ιστορική μνήμη, για να πείσουν το κοινό ότι στην πραγματικότητα ήταν εκείνοι που ήταν πάντα εναντίον των λοκντάουν, αντιπαραβάλλοντας τους εαυτούς τους με εκείνους της πρώτης κατηγορίας και εξυπηρετώντας το δικό τους προσωπικό συμφέρον τόσο στην ανοδική όσο και στην καθοδική πορεία. Αυτή η συμπεριφορά μπορεί να αναφέρεται ως «κοινωνιοπάθεια».
Η διαφορά μεταξύ της τρίτης και της τέταρτης κατηγορίας είναι ότι πρόκειται απλώς για δολιότητα, για συνεχή δολιότητα χωρίς καμία πράξη μεταμέλειας, που τώρα ικανοποιείται κάνοντας ακόμη περισσότερο κακό. Δυστυχώς, πάντα υπήρχαν και πάντα θα υπάρχουν κοινωνιοπαθείς στην ανθρωπότητα, και εκπροσωπούνται δυσανάλογα σε θέσεις πολιτικής ηγεσίας. Όλος ο σκοπός των δημοκρατικών μας θεσμών είναι να περιορίσουμε τη δύναμή τους στον καλύτερο δυνατό βαθμό. Όπως πάντα, θα πρέπει να λαμβάνεται κάθε προφύλαξη για να ξετρυπώνουμε αυτά τα πλάσματα και να τα κρατάμε όσο το δυνατόν πιο μακριά από θέσεις επιρροής.
Αλίμονο, ακόμη και η κοινωνιοπάθεια είναι συχνά θέμα βαθμού, και ποτέ δεν είναι πολύ αργά ακόμη και για αυτές τις άδειες ψυχές. Υποθέτοντας ότι δεν έχουν παραβιάσει κανέναν νόμο, αν τελικά παραδεχτούν τα κακουργήματά τους και νιώσουν κάτι που πλησιάζει την πραγματική μεταμέλεια για τις πράξεις τους, μπορούν και αυτοί να επανέλθουν στην κοινωνία. Μέχρι τότε, οι υπόλοιποι από εμάς πρέπει να κάνουμε με τους κοινωνιοπαθείς αυτό που οι αξιοπρεπείς άνθρωποι όφειλαν να κάνουν από αμνημονεύτων χρόνων: Να τους αποφεύγουμε.
5. Βρίσκεται κανείς πέραν κάθε δυνατότητας συγχώρεσης;
Όλα αυτά τα δεινά, από τη δειλία μέχρι τη συνενοχή και τον ιστορικό αναθεωρητισμό, είναι θέμα βαθμών. Επιπλέον, αυτά τα λοκντάουν έμοιαζαν σχεδόν σχεδιασμένα να εξανδραποδίσουν τους κανόνες και τους πολιτειακούς θεσμούς μας, ώστε να αναδείξουν τη δειλία και την κακία στους απλούς ανθρώπους.
Όπως έχω υποστηρίξει εκτενώς, το μέγεθος των ζημιών που προκλήθηκαν από αυτές τις πολιτικές είναι τέτοιο, που η δημοκρατία μας δεν μπορεί να επιβιώσει αν δεν μάθουμε όλη την αλήθεια για το πώς προέκυψαν. Επιπλέον, η ζημιά που θα προκαλούσαν οι πολιτικές αυτές ήταν πολύ γνωστή και πολύ άνιση για να υποθέσουμε απλώς ότι οι κύριοι εμπνευστές τους πρέπει να είχαν καλές προθέσεις χωρίς να διεξαχθεί μια κατάλληλη έρευνα.
Έτσι, ο πολιτισμός μας βρίσκεται αντιμέτωπος με το ίδιο ηθικό αίνιγμα που αντιμετώπισαν οι Σύμμαχοι στη Νυρεμβέργη, που παρουσιάζεται μια φορά σε πολλές δεκαετίες: Πώς θα απονεμηθεί δικαιοσύνη όταν ένας ολόκληρος πληθυσμός έχει χειραγωγηθεί για να αναδείξει τις πιο κακές -ακόμη και τις πιο εγκληματικές- τάσεις του; Η απάντηση στην οποία κατέληξαν οι Σύμμαχοι είναι ότι απλώς δεν είναι δυνατόν να αξιολογηθεί η ηθική των πράξεων ενός ατόμου κάτω από τέτοιες έκτακτες συνθήκες.
Συνεπώς, ο αριθμός των αξιωματούχων που θα βρεθούν αντιμέτωποι με μια πλήρη έρευνα πρέπει να είναι εξαιρετικά μικρός - θα πρότεινα να περιοριστεί η έρευνα σε εκείνους που μπορεί να είχαν πραγματική γνώση ότι οι πολιτικές είχαν διαμορφωθεί με κακόβουλη πρόθεση, αλλά συνέβαλαν στην υποκίνησή τους ούτως ή άλλως. Για χάρη του να διατηρήσουμε τον πολιτισμό ανέπαφο, όλοι οι άλλοι θα πρέπει να αμνηστευθούν. Θα είμαι ο πρώτος που θα παραδεχτεί ότι, ακόμη και μετά από μια νόμιμη έρευνα, μπορεί κανένας από αυτούς τους αξιωματούχους να μην βρεθεί ένοχος. Ωστόσο η ίδια η έρευνα είναι κρίσιμη - χωρίς αυτήν, δεν ζούμε σε μια πραγματική δημοκρατία.
Εν τω μεταξύ, αντιμετωπίζουμε το ζήτημα του πώς να ελέγξουμε την αθωότητα των ηγετών μας - τόσο των επίσημων όσο και των ανεπίσημων - υπό το φως όλων των καταστροφών που είδαμε κατά τη διάρκεια της αντιμετώπισης του COVID-19. Αν πιστεύετε, όπως εγώ, ότι η σημασία αυτού του ζητήματος επισκιάζει σήμερα τη σημασία οποιουδήποτε άλλου, τότε θα πρέπει να γίνει κάθε βήμα για την επιλογή ηγετών που αντιτάχθηκαν στα λοκντάουν όσο το δυνατόν νωρίτερα και όσο το δυνατόν πιο εμφατικά.