24 Μαΐου, 2021

Καπιταλισμός σημαίνει ταξική αρμονία, όχι ταξικός πόλεμος

Tο κεφάλαιο των καπιταλιστών είναι η πηγή της προσφοράς των προϊόντων που αγοράζουν όλοι, συμπεριλαμβανομένων, στο μεγαλύτερο ποσοστό τους, των μη καπιταλιστών, και είναι επίσης μακράν η κύρια πηγή της ζήτησης για εργασία που πωλούν οι μη καπιταλιστές. Με άλλα λόγια, το καπιταλιστικό κεφάλαιο είναι η πηγή ενός τεράστιου γενικού οικονομικού οφέλους.

Άρθρο του George Reisman, που δημοσιεύτηκε στις 8/3/2021 από το Mises Institute. Χρόνος ανάγνωσης 5 λεπτά.




Η δυσαρέσκεια και η αναταραχή που ακολούθησαν τις αμερικανικές προεδρικές εκλογές του 2020 ήταν, τουλάχιστον σε μεγάλο βαθμό, μια από τις αναρίθμητες καταστροφικές συνέπειες ενός σφάλματος σχεδόν 250 ετών στην οικονομική θεωρία, το οποίο έκανε ο Adam Smith: δηλαδή, η πεποίθηση ότι τα κέρδη είναι κάτι που αφαιρείται από τους μισθούς. (Βλέπε τις πρώτες οκτώ παραγράφους του κεφαλαίου 8, τόμος 1ος, του έργου του Ο Πλούτος των Εθνών.)

Αυτό το σφάλμα είναι η βάση της μαρξιστικής θεωρίας της εκμετάλλευσης, η οποία υποστηρίζει ότι τα κέρδη κλέβονται από τους μισθωτούς από μια, συγκριτικά, χούφτα καπιταλιστών εκμεταλλευτών οι οποίοι, υπό ένα σύστημα ανεμπόδιστου, πλήρους, laissez-faire καπιταλισμού, αποκομίζουν τεράστια κέρδη εξαναγκάζοντας τις μάζες των μισθωτών να εργάζονται για δεκαοκτώ ώρες την ημέρα για μισθούς επιβίωσης υπό βάναυσες και επικίνδυνες συνθήκες εργασίας που ισχύουν ακόμη και για την εργασία μικρών παιδιών, των οποίων η εργασία απαιτείται λόγω της ανεπάρκειας των αποδοχών των γονιών τους. Αυτό το σφάλμα είναι παρόν, τουλάχιστον σιωπηρά, σε όλες σχεδόν τις συζητήσεις σχετικά με τη φορολογία, τις δαπάνες και την εργατική και κοινωνική νομοθεσία. (Όλες οι αναφορές στον Μαρξ αφορούν τον 1ο τόμο  του βιβλίου Το Κεφάλαιο.)

Αυτή η άποψη για τα πράγματα είναι το θεμέλιο των απαιτήσεων για την «απαλλοτρίωση των απαλλοτριωτών» και την εγκαθίδρυση του σοσιαλισμού, που φέρεται να επιστρέφει στους μισθωτούς αυτά που οι καπιταλιστές (υποτίθεται ότι) τους έχουν κλέψει, και συνεχίζουν να τους κλέβουν.

Αυτή η άποψη ήταν το θεμέλιο για τις περισσότερες από τις μείζονες πολιτικές του Δημοκρατικού Κόμματος, τουλάχιστον από την εποχή του Woodrow Wilson και του «Προοδευτικού» κινήματος, με το να θεωρείται «πρόοδος» η μετατόπιση προς τον σοσιαλισμό. Σήμερα, η άποψη αυτή είναι εμφανής όσο ποτέ άλλοτε στην ακραία αριστερή ατζέντα της κυβέρνησης Μπάιντεν. Η επιρροή της έχει γίνει τόσο μεγάλη που διαπερνά τη σκέψη ακόμη και των επιλεγόμενων καπιταλιστών εκμεταλλευτών, πολλοί από τους οποίους προφανώς ζητούν την συγχώρεση των αμαρτιών τους διοχετεύοντας ολόκληρες περιουσίες στη χρηματοδότηση ακροαριστερών στόχων, και έτσι παρουσιάζουν το θέαμα των ίδιων των καπιταλιστών «εκμεταλλευτών» να ενεργούν σαν κανονικοί κομμουνιστές, ακολουθώντας τα βήματα του Φρίντριχ Ένγκελς, του πλούσιου καπιταλιστή που ήταν τόσο ο συνεργάτης, όσο και ο οικονομικός πάτρωνας του Μαρξ.

Το γεγονός είναι ότι οι καπιταλιστές δεν αφαιρούν τα κέρδη τους από τους μισθούς των εργαζομένων, ούτε «εκμεταλλεύονται» τους μισθωτούς. Δεν δημιουργούν οι καπιταλιστές το φαινόμενο του κέρδους. Η ύπαρξη κέρδους είναι λογικά πρωθύστερη της ύπαρξης καπιταλιστών. Πράγματι, αν δεν υπήρχαν καπιταλιστές, αλλά μόνο χειρώνακτες εργάτες που παράγουν και πωλούν προϊόντα, όπως ισχυρίστηκαν οι Adam Smith και Marx ότι συνέβαινε στις αντίστοιχες φαντασιακές κατασκευές τους «της αρχικής κατάστασης των πραγμάτων» και της «απλής κυκλοφορίας» [ενν. των αγαθών], το ποσοστό κέρδους θα ήταν άπειρο. Η αλήθεια είναι ότι η ύπαρξη καπιταλιστών συμβάλλει στη μείωση του ποσοστού κέρδους. Πράγματι, η αποταμίευσή τους και οι δαπάνη των αποταμιεύσεών τους με τη μορφή καταβολής μισθών και δαπανών για κεφαλαιουχικά αγαθά, έχουν συμβάλλει στις βιομηχανικές χώρες του κόσμου, τόσο στη μείωση του ποσοστού κέρδους σε ένα ελάχιστο ποσοστό επί τοις εκατό, όσο και στην σταδιακή αύξηση του βιοτικού επιπέδου του μέσου μισθωτού, σε επίπεδο που ξεπερνά κατά πολύ εκείνο των βασιλιάδων και των αυτοκρατόρων των περασμένων αιώνων.

Όσο ειρωνικό κι αν μπορεί να είναι, ένας καλός τρόπος για να κατανοήσετε την αλήθεια σχετικά με τα κέρδη είναι να χρησιμοποιήσετε τη διάκριση που κάνει ο Μαρξ μεταξύ της απλής κυκλοφορίας [των αγαθών] και της «καπιταλιστικής κυκλοφορίας». Η απλή κυκλοφορία αναφέρεται σε συνθήκες υπό τις οποίες οι εργαζόμενοι παράγουν εμπορεύματα, «C», που πωλούν για χρήματα, «M», τα οποία στη συνέχεια χρησιμοποιούν για να αγοράσουν άλλα προϊόντα, «C». Ο Μαρξ περιγράφει αυτήν την ακολουθία ως «CMC». Υπό την καπιταλιστική κυκλοφορία, αντίθετα, το σημείο εκκίνησης δεν είναι η παραγωγή εμπορευμάτων από τους εργάτες, αλλά η δαπάνη του χρήματος από τους καπιταλιστές, οι οποίοι πληρώνουν για την κατασκευή εργοστασίων, για τα μηχανήματα που τα εξοπλίζουν, για προμήθειες υλικών και για τους μισθούς των εργαζομένων, ενώ τα εμπορεύματα που πρόκειται να πουληθούν αργότερα βρίσκονται στη διαδικασία παραγωγής. Ο Μαρξ περιγράφει αυτήν την ακολουθία, που αποτελεί την καπιταλιστική κυκλοφορία, ως «MCM».

Όπως συνηθίζω να λέω, αυτό για το οποίο είναι υπεύθυνοι οι καπιταλιστές δεν είναι το φαινόμενο του κέρδους αλλά το πρώτο «Μ» στην ακολουθία «MCM» του Μαρξ, δηλαδή οι δαπάνες για κεφαλαιουχικά αγαθά και πληρωμές μισθών. Όλες αυτές οι δαπάνες εμφανίζονται, αργά ή γρήγορα, ως κόστος παραγωγής που αφαιρείται από το δεύτερο «Μ» στην ακολουθία του Μαρξ, που αντιπροσωπεύει την καπιταλιστική κυκλοφορία.

Τώρα αυτό το δεύτερο «M» υπάρχει εξίσου και στην απλή κυκλοφορία των αγαθών. Και στους δύο τύπους κυκλοφορίας, είναι τα χρήματα για τα οποία πωλούνται τα παραγόμενα προϊόντα. Είναι τα έσοδα από τις πωλήσεις.

Στην απλή κυκλοφορία, ενώ υπάρχουν έσοδα από πωλήσεις, δεν υπάρχει χρηματικό κόστος παραγωγής που πρέπει να αφαιρεθεί από αυτά τα έσοδα πωλήσεων , επειδή δεν υπήρχαν προηγούμενες δαπάνες χρημάτων για την επίτευξη εσόδων από τις πωλήσεις, καθώς τέτοιες δαπάνες αντικατοπτρίζουν το κόστος.

Έτσι, η απλή κυκλοφορία του Marx είναι μια κατάσταση στην οποία το 100% των εσόδων από τις πωλήσεις αποτελεί κέρδος. Δεν υπάρχει επίσης συσσωρευμένο κεφάλαιο με τη μορφή νομισματικής λογιστικής αξίας της γης, των εγκαταστάσεων, του εξοπλισμού ή του αποθέματος, καθώς δεν έχουν αγοραστεί τέτοια περιουσιακά στοιχεία. (Η αγορά τους θα απαιτούσε την καπιταλιστική κυκλοφορία, η οποία αποκλείεται από τις προδιαγραφές της απλής κυκλοφορίας.) Επομένως, έχουμε μια περαιτέρω κατάσταση, στην οποία όχι μόνο τα κέρδη ισούνται με το 100% των εσόδων από τις πωλήσεις, αλλά και το ποσοστό κέρδους καθορίζεται από τη διαίρεση αυτού του ποσού κέρδους με το μηδενικό ποσό του επενδυμένου κεφαλαίου. Η διαίρεση με το μηδέν, φυσικά, έχει ως αποτέλεσμα το άπειρο.

Στην απλή κυκλοφορία, μόνο οι εργαζόμενοι εισπράττουν έσοδα, αλλά τα έσοδα που λαμβάνουν είναι κέρδη, όχι μισθοί. Στην απλή κυκλοφορία, δεν καταβάλλονται μισθοί για την παραγωγή προϊόντων προς πώληση. Οι μισθοί, και οι δαπάνες για κεφαλαιουχικά αγαθά, εμφανίζονται μόνο υπό την καπιταλιστική κυκλοφορία των αγαθών. Και καθώς η καπιταλιστική κυκλοφορία εντείνεται, κάτι που μπορεί να εκφραστεί διαιρώντας το πρώτο «Μ» με το δεύτερο στην ακολουθία του Μαρξ για την καπιταλιστική κυκλοφορία, το περιθώριο κέρδους σε όλη την οικονομία μειώνεται. Αυτό συμβαίνει επειδή ως αποτέλεσμα της αύξησης του, το κόστος παραγωγής που προέρχεται από το πρώτο «M» αυξάνεται σε σχέση με το δεύτερο «M», που είναι έσοδα από πωλήσεις. Και βέβαια, σε ολόκληρη την οικονομία το μέσο ποσοστό κέρδους επί του επενδυμένου κεφαλαίου μειώνεται ακόμη περισσότερο, καθώς ένα μεγαλύτερο πρώτο «Μ» στην αλληλουχία του Μαρξ έχει σαν αποτέλεσμα μια λογιστική αξία κεφαλαιουχικών περιουσιακών στοιχείων που είναι μεγαλύτερη από τα έσοδα των πωλήσεων.

Συμπερασματικά, αυτό για το οποίο ευθύνονται οι καπιταλιστές δεν είναι το φαινόμενο του κέρδους, αλλά οι δαπάνες που περιλαμβάνουν πληρωμές μισθών, και που εμφανίζονται ως κόστος παραγωγής που αφαιρείται από τα έσοδα των πωλήσεων, και μειώνουν αντίστοιχα το ποσοστό των εσόδων από τις πωλήσεις, το οποίο είναι το κέρδος. Οι δαπάνες των καπιταλιστών είναι επίσης υπεύθυνες για τη συσσώρευση της νομισματικής αξίας της ιδιοκτησίας, των εγκαταστάσεων, του εξοπλισμού και του αποθέματος / της εργασίας που βρίσκεται σε εξέλιξη, κάτι που συμβάλλει περαιτέρω στη μείωση του μέσου ποσοστού κέρδους, καθώς ένα μικρότερο περιθώριο κέρδους σε όλη την οικονομία διαιρείται με μια μεγαλύτερη κεφαλαιακή βάση.

Ένα ακόμη σημείο: το κεφάλαιο που συσσωρεύεται από τους καπιταλιστές δεν το χρησιμοποιούν για να γεμίσουν τις κοιλιές τους, όπως ισχυρίζονται συνήθως οι απεικονίσεις των καπιταλιστών σε διάφορες γελοιογραφίες, σαν πολύ χοντροί άνδρες. Αντιθέτως, το κεφάλαιο των καπιταλιστών είναι η πηγή της προσφοράς των προϊόντων που αγοράζουν όλοι, συμπεριλαμβανομένων, στο μεγαλύτερο ποσοστό τους, των μη καπιταλιστών, και είναι επίσης μακράν η κύρια πηγή της ζήτησης για εργασία που πωλούν οι μη καπιταλιστές. Με άλλα λόγια, το καπιταλιστικό κεφάλαιο είναι η πηγή ενός τεράστιου γενικού οικονομικού οφέλους. Ένα κλασικό παράδειγμα είναι η συσσώρευση τεράστιας περιουσίας από τον Henry Ford, η οποία χρησίμευσε για να επιτρέψει σε εκατομμύρια απλούς ανθρώπους να αποκτήσουν αυτοκίνητα, και σε δεκάδες χιλιάδες ανθρώπους να έχουν μια επικερδή απασχόληση κατά την παραγωγή τους. Και πάλι, το καπιταλιστικό κεφάλαιο είναι η πηγή της προσφοράς προϊόντων που αγοράζουν οι μη καπιταλιστές, και της ζήτησης για εργασία που πωλούν οι μη καπιταλιστές.

Και ένα τελευταίο σημείο: οι καπιταλιστές εργάζονται. Στις τάξεις τους βρίσκονται οι πρωταρχικοί εργαζόμενοι στο οικονομικό σύστημα: εκείνοι που παρέχουν την καθοδήγηση, που κατευθύνουν την σκέψη, στο υψηλότερο διοικητικό επίπεδο των επιχειρήσεων. Αυτή η εργασία είναι μια εργασία σκέψης, σχεδιασμού και λήψης αποφάσεων, και όχι χειρωνακτική εργασία. Ως εκ τούτου, το εισόδημά τους τείνει να ποικίλλει ανάλογα με το μέγεθος του κεφαλαίου που χρησιμοποιούν. Ακριβώς όπως ένας εργάτης που σκάβει μια τρύπα με ένα κομπρεσέρ εξακολουθεί να είναι το άτομο που σκάβει την τρύπα, η οποία είναι πολύ μεγαλύτερη από εκείνη ενός εργαζομένου που χρησιμοποιεί ένα συμβατικό φτυάρι, επειδή είναι αυτός που παρέχει την καθοδήγηση, που κατευθύνει την σκέψη του στο κομπρεσέρ, έτσι και ένας καπιταλιστής με κεφάλαιο 10 δισεκατομμυρίων δολαρίων μπορεί να παράγει δέκα φορές την παραγωγή εκείνου που έχει μόλις 1 δισεκατομμύριο δολάρια κεφαλαίου. Και στις δύο περιπτώσεις, ο καπιταλιστής είναι το άτομο που παρέχει την καθοδήγηση, την κατεύθυνση της νοημοσύνης στο υψηλότερο επίπεδο. Έτσι, όπως ακριβώς κάποιος λέει ότι ήταν ο Κολόμβος, και όχι τα μέλη του πληρώματός του, που ανακάλυψε την Αμερική (ή τουλάχιστον το έλεγε την εποχή που οι άνθρωποι ταυτίζονταν με τις ιδέες, τις αξίες και την προοπτική του δυτικού πολιτισμού παρά με τη φυλετική συμμετοχή των προγόνων τους), έτσι είναι οι καπιταλιστές όπως ο Ford, ή ο Rockefeller και οι σύγχρονοι ομόλογοι τους, οι οποίοι θα πρέπει να αναγνωρίζονται ως οι παραγωγοί των προϊόντων των επιχειρήσεών τους. Οι εργαζόμενοι θα πρέπει να θεωρούνται ως οι βοηθοί στην παραγωγή των προϊόντων των καπιταλιστών.

Σε αυτές τις λίγες παραγράφους σίγουρα δεν έχω απαντήσει σε κάθε πιθανή ερώτηση σχετικά με τη δικαιοσύνη και την ακριβοδικία των κερδών που αποκομίζουν οι καπιταλιστές, αλλά πιστεύω ότι το κάνω στο βιβλίο μου «Καπιταλισμός: Μια Πραγματεία για τα Οικονομικά» (βλέπε, συγκεκριμένα, σελ. 473–500 και 603-73.) Έτσι, απλά θα σταματήσω εδώ και ελπίζω ότι ο αναγνώστης θα ανατρέξει σε αυτές τις σελίδες, θα τις διαβάσει και θα τις επεξεργαστεί. Εάν αρκετοί άνθρωποι κάνουν το ίδιο, αυτό θα σημάνει το τέλος του μαρξισμού και όλων των καταστροφικών του συνεπειών, που προκύπτουν από τα δόγματα περί εκμετάλλευσης και ταξικής σύγκρουσης, γιατί οι άνθρωποι θα συνειδητοποιήσουν τότε ότι δεν υπάρχει καμία εκμετάλλευση της εργασίας και καμία ταξική σύγκρουση υπό τον καπιταλισμό και την οικονομική ελευθερία που προσφέρει, αλλά αντίθετα μια βαθιά ταξική αρμονία μεταξύ καπιταλιστών και μισθωτών.

 

 

***

Ο George Reisman, Ph.D., είναι ομότιμος καθηγητής Οικονομικών του Πανεπιστημίου Pepperdine και συγγραφέας του Capitalism: A Treatise on Economics (Ottawa, Illinois: Jameson Books, 1996; Kindle Edition, 2012).