Πρέπει να αρχίσουμε να αντιμετωπίζουμε, ως ενήλικες, το γεγονός ότι οι δημόσιοι θεσμοί μας έχουν καταληφθεί από μια μειοψηφία ανθρώπων, που ουσιαστικά μας βλέπουν σαν μια ακέφαλη και χειραγωγήσιμη βιομάζα
Άρθρο του Thomas Harrington, που δημοσιεύτηκε στις 17 Φεβρουαρίου 2022 από το Brownstone Institute. Χρόνος ανάγνωσης 7'. Απόδοση στα ελληνικά, Νίκος Μαρής.
Ο ανθρώπινος εγκέφαλος έχει την τάση να επιβάλλει δυαδικά γνωσιακά σχήματα (σ.σ. «ή αυτό, ή εκείνο») στην, μερικές φορές, ανεξιχνίαστη πολυπλοκότητα του κόσμου γύρω μας.
Για παράδειγμα, πολλοί μελετητές του σωβινισμού έχουν υποστηρίξει ότι είναι συχνά αρκετά δύσκολο να οικοδομηθεί ένα ισχυρό και ανθεκτικό εθνικό σχέδιο απόντος ενός απειλητικού «άλλου», του οποίου η υποτιθέμενη πολιτισμική κατωτερότητα και η έμφυτη επιθετικότητα υποστηρίζεται πως θέτουν σε κίνδυνο την ακεραιότητα της πατρώας συλλογικότητας.
Δεν είναι λοιπόν τυχαίο, όπως έδειξαν οι ανθρωπολόγοι Frykman και Löfgren στη περίπτωση της σύγχρονης Σουηδίας, ότι οι εκστρατείες ατομικής και συλλογικής υγιεινής συχνά υπήρξαν σημαντικά στοιχεία πολλών σωβινιστικών κινημάτων του τέλους του δέκατου ένατου και των αρχών του εικοστού αιώνα.
Αν και δεν το συζητάμε συχνά, βρίσκουμε επίσης αυτό το διανοητικό απαρτχάιντ ριζωμένο στην επιθυμία να διαχωρίσουμε τους «καθαρούς» από τους «ακάθαρτους» στον πνευματικό μας κόσμο.
Από τον Διαφωτισμό, η γνώση ορίζεται ως προς τη σχέση της με την άγνοια. Δηλαδή σε αντίστιξη με την υποτιθέμενη σκοτεινή ερημιά των δεδομένων, που δεν τα έχει κατεργαστεί η οργανωτική ευφυϊα των καλά εκπαιδευμένων ανθρώπινων μυαλών, και τα οποία έτσι θεωρούνται κατά βάση άχρηστα.
Υπό την επίδραση αυτής της κοσμοθεωρίας, που ορίζει την άγνοια με ουσιαστικά αρνητικούς όρους - ως τα φαινόμενα που στερούνται την εγγενή ευταξία του πολιτισμού - η πράξη της αφαίρεσης ορισμένων πολιτιστικών εναλλακτικών από τα μάτια των πολιτών γίνεται όχι απλώς επιλογή, αλλά υποχρέωση. Και εξ ου η εκτεταμένη θεσμική πίεση να μην αναλύονται τα πολιτιστικά φαινόμενα που κάποιος —συνήθως από θέση εξουσίας— έχει χαρακτηρίσει ως προϊόντα ενός διαταραγμένου μυαλού.
Τι γίνεται όμως αν τα πράγματα δεν είναι τόσο απλά;
Τι γίνεται αν αποδειχθεί ότι η δημιουργία της άγνοιας είναι τόσο βασικό και σταθερό κομμάτι της ζωής όσο και η παραγωγή γνώσης, και ότι, επιπλέον, οι διαδικασίες που τη δημιουργούν έχουν εύκολα αναγνωρίσιμες δομές και πρότυπα; Εάν είναι έτσι, μήπως χρειάζεται να την μελετήσουμε πιο προσεκτικά;
Αυτή είναι η πρόταση μιας διευρυνόμενης ομάδας ερευνητών σε έναν κλάδο που ένα από τα μέλη της, ο ανθρωπολόγος Robert Proctor, αποκαλεί «αγνωσιολογία» και που άλλοι αποκαλούν απλώς «μελέτη της άγνοιας».
Ο νέος κλάδος έχει πολλές θεματικές επιδράσεις. Για μένα, η πιο ενδιαφέρουσα από αυτές, προερχόμενη από τον ίδιο τον Proctor, είναι το πώς κάποιες πολιτικά και οικονομικά πολύ ισχυρές ομάδες κατασκευάζουν συνειδητά την άγνοια μεταξύ του πληθυσμού, και ότι το κάνουν συχνά - όπως αποδεικνύει αποτελεσματικά στη λεπτομερή μελέτη του για τη συμπεριφορά της Αμερικάνικης καπνοβιομηχανίας— υπό τον μανδύα της επιστήμης και της ανάγκης προστασίας των ανθρώπων από την επιρροή της παραπληροφόρησης.
Τίποτα από αυτά, φυσικά, δεν θα εξέπληττε έναν βετεράνο πράκτορα μυστικών υπηρεσιών σε οποιαδήποτε μεγάλη χώρα στον κόσμο, ή ένα ανώτερο στέλεχος μιας πολυεθνικής εταιρείας. Ούτε θα εξέπληττε τον αυξανόμενο αριθμό των μελών των Ομάδων Παρατήρησης της Συμπεριφοράς (BIT) στις «δημοκρατικές» κυβερνήσεις του κόσμου ή στη Silicon Valley.
Και περιττό να πούμε ότι σίγουρα δεν θα ήταν είδηση για τη συντριπτική πλειονότητα των ανθρώπων που δεν είχαν την τύχη να περάσουν κάποια χρόνια στο πανεπιστήμιο, και επομένως κερδίζουν τα προς το ζην μέσω σκληρής και συχνά εξαντλητικής δουλειάς.
Αντίθετα, πολλοί, αν όχι οι περισσότεροι από εκείνους που έχουν εισέλθει στον κόσμο των κατεστημένων πνευματικών δραστηριοτήτων, φαίνεται πως έχουν μια σχεδόν ανεξάντλητη ικανότητα όχι μόνο να εκπλήσσονται από την πιθανότητα να συμβαίνουν όλα αυτά, αλλά να νιώθουν προσβεβλημένοι από την απλή νύξη ότι ορισμένοι άνθρωποι, συνήθως της ίδιας εκπαιδευτικής τάξης με αυτούς, μπορεί στην πραγματικότητα να προσπαθούν να τους εξαπατήσουν, τους ίδιους καθώς και άλλους, στο όνομα της επιστημονικής γνώσης.
Προκειμένου να διατηρήσουν την πολυπόθητη αίσθηση της πνευματικής υγιεινής τους, έχουν προικιστεί με ένα σύνολο λεκτικών και επομένως γνωσιακών εργαλείων όπως η λέξη «συνωμοσιολόγος» (που αναπτύχθηκε και χρησιμοποιήθηκε, σύμφωνα με τον διάσημο πολιτικό επιστήμονα Lance Dehaven Smith, από τη CIA για να εξαλείψει τις άβολες ερωτήσεις για τη δολοφονία του John F. Kennedy) για να διευκολυνθεί η βαθιά επιθυμία τους να παραμείνουν σε κατάσταση άγνοιας για το τι μπορεί να βλέπουν και να σκέφτονται οι άνθρωποι από άλλα, θεσμικά λιγότερο ευνοημένα, μέρη δημιουργίας γνώσης.
Το πιο πρόσφατο κόλπο των κατεστημένων (σ.σ. ή ιδρυματοποιημένων, καθώς ο αρθρογράφος μοιάζει να παίζει με την διττή έννοια της λέξης institutionalized) ελίτ σε αυτό το επαναληπτικό παιχνίδι του περιορισμού της διάδοσης καινούργιων ερμηνειών της πραγματικότητας από τα «κάτω», είναι να μετατρέψουν την επιστήμη, η οποία κανονικά ορίζεται από την περιφρόνησή της για τον δογματισμό, σε έναν άκαμπτο κανόνα αυταρχικών προσταγών, που δεν επιδέχονται διάλογο ή διαφωνία.
Ένα ουσιαστικό στοιχείο αυτού του νέου παιχνιδιού είναι να παρουσιάζει τις απόψεις ενός πολύ μικρού αριθμού επιστημόνων που επιλέχθηκαν από τους ισχυρούς ως ενσάρκωση της ίδιας της επιστήμης, και να απαλλάσσει αυτούς τους μη εκλεγμένους μανδαρίνους από την ανάγκη να δικαιολογήσουν ποτέ τις σκέψεις και τις πράξεις τους στο πλαίσιο ενός δημόσιου διαλόγου.
Υποκινώντας την Άγνοια για τη Φυσική Ανοσία
Δεδομένου του δυνητικά μεγάλου αριθμού ανθρώπων που επηρεάζονται, ένα από τα πιο σημαντικά σημεία του φαινομένου Covid είναι το ζήτημα της φυσικής ανοσίας. Για σχεδόν δύο χρόνια οι αξιωματούχοι της δημόσιας υγείας χρησιμοποιούν τα κλασικά εργαλεία που δημιούργησαν την άγνοια γύρω από τις μεγάλες εταιρείες της καπνοβιομηχανίας και του πετρελαίου —«Πραγματικά δεν ξέρουμε» και «Δεν έχουμε ακόμα αρκετές πληροφορίες»— ώστε να αποφύγουν μια δημόσια συζήτηση για το θέμα.
Αυτό, σαν ένας από τους πιο βασικούς νόμους της ανοσολογίας - ότι η ανάρρωση από μια ίωση παράγει σχεδόν πάντα μόνιμη ανοσία - αποκλείστηκε ξαφνικά όταν επρόκειτο για τη θεραπεία μιας συγκεκριμένης παραλλαγής μιας πολύ γνωστής και καλά μελετημένης οικογένειας ιών.
Αυτός ο τοίχος της κατασκευασμένης σιωπής εμπόδισε δεκάδες εκατομμύρια πολίτες που είχαν μολυνθεί στο παρελθόν από το να λάβουν ενημερωμένες αποφάσεις σχετικά με τα πειραματικά εμβόλια, τους πρώτους μήνες της κυκλοφορίας του εμβολίου.
Όταν, ωστόσο, την άνοιξη του 2021 ο γερουσιαστής Ron Johnson και ο γερουσιαστής Rand Paul, ένας γιατρός, ανακοίνωσαν και οι δύο ότι είχαν αναρρώσει από τον Covid και έτσι δεν έβλεπαν την ανάγκη να κάνουν το εμβόλιο, η μηχανή της άγνοιας άλλαξε λειτουργία, από παθητική (περιορισμός πληροφοριών) σε ενεργητική (δημιουργία «πραγματικότητας»).
Στις 19 Μαΐου 2021, αφού αρκετοί γιατροί με άψογα διαπιστευτήρια είχαν δημοσίως επιβεβαιώσει το επιστημονικά προφανές όσων είχαν πει οι Johnson και Paul, ο (σ.σ Οργανισμός Φαρμάκων) FDA - ο ίδιος FDA που τότε ενθάρρυνε την απεριόριστη χρήση του εξαιρετικά ανακριβούς PCR τεστ που λειτουργούσε σε EUA για να στιγματίζονται απολύτως υγιείς άνθρωποι σαν άρρωστοι και να χρειάζονται de facto φυλάκιση— εξέδωσε ξαφνικά μια νέα ανακοίνωση προειδοποιώντας ενάντια στη χρήση των πλήρως εγκεκριμένων τεστ αντισωμάτων Covid για την αξιολόγηση του επιπέδου ανοσίας ενός ασθενούς έναντι του Covid, λέγοντας:
Οι επί του παρόντος εγκεκριμένες δοκιμές αντισωμάτων SARS-CoV-2 δεν έχουν αξιολογηθεί για την εκτίμηση του επιπέδου προστασίας που παρέχεται από μια ανοσολογική απόκριση στον εμβολιασμό κατά του COVID-19. Εάν τα αποτελέσματα των τεστ αντισωμάτων ερμηνευτούν εσφαλμένα, υπάρχει ο πιθανός κίνδυνος οι άνθρωποι να λαμβάνουν λιγότερες προφυλάξεις κατά της έκθεσής τους στον SARS-CoV-2. Η λήψη λιγότερων μέτρων για την προστασία από τον SARS-CoV-2 μπορεί να αυξήσει τον κίνδυνο μόλυνσης από τον SARS-CoV-2 και μπορεί να οδηγήσει σε αυξημένη εξάπλωση του SARS-CoV-2.
Όταν τον ρώτησα σχετικά με αυτή τη δήλωση και τη δημόσια επικύρωσή της από τον Επίτροπο της FDA τον Μάιο, ο χειρουργός και ανοσολόγος Hooman Noorchashm δήλωσε: «Είναι 100% αντιεπιστημονική». Στη συνέχεια, εξήγησε περαιτέρω το θέμα σε μια ανάρτηση στο Medium:
Κατ' αναλογία, αυτή η δήλωση του FDA κατά της χρήσης αντισωμάτων COVID-19 για την αξιολόγηση της ανοσίας είναι τόσο παράλογη, όσο θα ήταν το να βγάζει η NASA μια δημόσια δήλωση που να συμβουλεύει το κοινό ότι δεν πρέπει πλέον να υποθέτουμε ότι η Γη είναι στρογγυλή…
Έχουμε δει το ίδιο είδος χονδροειδούς χειραγώγησης όσον αφορά την ενθάρρυνση της ευρέως διαδεδομένης εντύπωσης στον πληθυσμό ότι κάνοντας το εμβόλιο αποκτούσε κανείς ανοσία από τη μόλυνση και τερμάτιζε την δυνατότητα μετάδοσης του ιού σε άλλους.
Πρέπει πραγματικά να πιστέψουμε ότι οι αρχές που προωθούν πιεστικά τα εμβόλια και προεξόφλησαν δημόσια ότι θα τερματίσουν τη μόλυνση και τη μετάδοση στ’ αλήθεια δεν είχαν διαβάσει τις ίδιες τις εγκρίσεις της EUA, που κάθε σκεπτόμενος πολίτης είχε στη διάθεσή του από τους πρώτους κιόλας μήνες του 2021;
Και εδώ είναι που, υπό το πρίσμα αυτών των φαινομένων, εναπόκειται στον καθένα μας να αποφασίσει πώς θέλουμε να αντιμετωπίσουμε το πρόβλημα της διαχείρισης πληροφοριών από τις δημόσιες αρχές καθώς προχωράμε.
Θα συνεχίσουμε να αναζητούμε καταφύγιο σε αυτό που αποκαλώ «εφηβική» στάση μπροστά σε τέτοιες πραγματικότητες; Αυτή φαίνεται να είναι η προεπιλεγμένη θέση των διαπιστευμένων τάξεων, η οποία υποστηρίζει ότι τα άτομα στα κυβερνητικά και ρυθμιστικά μας όργανα είναι κατά βάση ειλικρινείς διαμεσολαβητές που, όπως οι περισσότεροι από εμάς, κάνουν λάθη είτε λόγω μιας κατανοητής απροσεξίας είτε λόγω της έλλειψης αξιόπιστων πληροφοριών.
Πρέπει να αρχίσουμε να αντιμετωπίζουμε, ως ενήλικες, το ωμό γεγονός ότι οι δημόσιοι θεσμοί μας έχουν καταληφθεί από μια μειοψηφία ανθρώπων, που ουσιαστικά μας βλέπουν σαν μια ακέφαλη και χειραγωγήσιμη βιομάζα που πρέπει να την παρωθήσουν με τρόπους που εξυπηρετούν τους μακροπρόθεσμους στόχους και τις επιθυμίες τους, και που στην επιδίωξη αυτών των σκοπών έχτισαν μια πολύ εξελιγμένη μηχανή άγνοιας για να διασφαλίσουν ότι θα συνεχίσουμε να συμμορφωνόμαστε με τις πολύ χαμηλές προσδοκίες που έχουν από εμάς ως διανοητικά και ηθικά όντα.
Θα πρέπει να μελετήσουμε, όπως μελετά κανείς προσεκτικά ένα κατασκοπευτικό αεροπλάνο μιας εχθρικής δύναμης, το πώς ακριβώς λειτουργεί αυτή η μηχανή άγνοιας. Διαφορετικά, θα συνεχίσουμε να προσποιούμαστε, παιδαριωδώς, ότι αυτές οι εξαιρετικά σημαντικές αναλήθειες που επηρεάζουν βαθιά τη ζωή μας ήταν ένα φυσικό και σε μεγάλο βαθμό αθώο υποπροϊόν της πραγματικότητας της εντροπίας της ζωής.
Είναι μια επιλογή που θα πρέπει να κάνει ο καθένας μας, οι απαντήσεις της οποίας θα έχουν εκτεταμένες συνέπειες στην επιτυχία ή την αποτυχία των συλλογικών μας προσπαθειών να ανακτήσουμε τα δικαιώματα και τις ελευθερίες που μας έκλεψαν τα τελευταία δύο χρόνια.
***
Ο Thomas Harrington, Senior Scholar στο Brownstone Institute, είναι δοκιμιογράφος και ομότιμος καθηγητής Ισπανικών Σπουδών στο Trinity College στο Χάρτφορντ (ΗΠΑ), όπου δίδαξε για 24 χρόνια. Ειδικεύεται στα ιβηρικά κινήματα εθνικής ταυτότητας και την σύγχρονη καταλανική κουλτούρα. Τα γραπτά του βρίσκονται στο Thomassharrington.com.