11 Ιουνίου, 2021

Γιατί οι σοσιαλιστές λατρεύουν τη φράση «αυτό δεν ήταν πραγματικός σοσιαλισμός»

Η ταξινόμηση των σοσιαλιστικών καθεστώτων του παρελθόντος ως «όχι πραγματικά σοσιαλιστικών» επιτρέπει στους σοσιαλιστές να αποφεύγουν το επιχείρημα των αντι-σοσιαλιστών καθ' όλη τη διάρκεια της Ιστορίας, ή έτσι νομίζουν τουλάχιστον 


Άρθρο του Peyton Gouzin που δημοσιεύτηκε την 1/6/2020 από το Mises Institute. Χρόνος ανάγνωσης 4΄.



 Ο κύριος λόγος που οι σοσιαλιστές είχαν αυτήν τη διάρκεια αντοχής στο χρόνο, κάτι που ευτυχώς δεν κατόρθωσαν οι Ναζί, είναι το επιχείρημα ότι αυτά τα αυτο-ανακηρυγμένα ως σοσιαλιστικά καθεστώτα «δεν ήταν πραγματικός σοσιαλισμός». Ένας σημαντικός διανοούμενος που είναι υπεύθυνος για τη διάδοση αυτού του επιχειρήματος είναι ο φιλόσοφος Noam Chomsky, ο οποίος ισχυρίζεται ότι τα σοσιαλιστικά καθεστώτα, συγκεκριμένα η ΕΣΣΔ, απλώς προσποιούνταν ότι ήταν σοσιαλιστικά, για να δώσουν στον εαυτό τους «νόμιμους» λόγους ώστε να χρησιμοποιήσουν την αυταρχική «ράβδο» τους εναντίον των λαών τους. Το επιχείρημα έκτοτε εξαπλώθηκε σαν πυρκαγιά μέσω των σοσιαλιστών φοιτητικής ηλικίας, αλλά και υποψηφίων για την προεδρία των ΗΠΑ όπως ο Bernie Sanders. Η ταξινόμηση των προηγούμενων σοσιαλιστικών καθεστώτων ως «όχι πραγματικά σοσιαλιστικών» επιτρέπει στους σοσιαλιστές να αποφεύγουν το επιχείρημα των αντι-σοσιαλιστών καθ' όλη τη διάρκεια της Ιστορίας, ή έτσι νομίζουν τουλάχιστον. Το πρόβλημα με το χαρακτηρισμό αυτών των καθεστώτων ως μη σοσιαλιστικών δεν είναι μόνο η άγνοια της ιστορίας τους, αλλά και το ότι δεν επιτρέπει στους σοσιαλιστές να ξεφύγουν από το πρόβλημα του οικονομικού υπολογισμού και την σταδιακή μετατροπή του συστήματός τους σε δεσποτικά, αυταρχικά καθεστώτα.

Για να προσδιορίσουμε πρώτα εάν τα «σοσιαλιστικά» καθεστώτα του παρελθόντος ήταν πραγματικά σοσιαλιστικά, πρέπει πρώτα να συμφωνήσουμε σε έναν ορισμό του σοσιαλισμού. Το Merriam-Webster's Dictionary  μας δίνει τρεις διαφορετικούς ορισμούς για να εκκινήσουμε. Ο πρώτος αναφέρει: «οποιαδήποτε από τις διάφορες οικονομικές και πολιτικές θεωρίες που υποστηρίζουν τη συλλογική ή κρατική ιδιοκτησία και διαχείριση των μέσων παραγωγής και διανομής των αγαθών». Ο δεύτερος είναι «ένα σύστημα κοινωνίας ή συνόλου ατόμων στο οποίο δεν υπάρχει ιδιωτική ιδιοκτησία» ή «ένα σύστημα ή μια κατάσταση της κοινωνίας στην οποία τα μέσα παραγωγής ανήκουν και ελέγχονται από το κράτος». Τέλος, ο τρίτος ορισμός γράφει «ένα μεταβατικό στάδιο της κοινωνίας στη μαρξιστική θεωρία μεταξύ του καπιταλισμού και του κομμουνισμού που διακρίνεται από την άνιση διανομή αγαθών και των αμοιβών ανάλογα με την εργασία που έχει παραχθεί.» Και οι τρεις ορισμοί είναι παραλλαγές του πρώτου ορισμού, με κάποιες πρόσθετες λεπτομέρειες για την προέλευση του, τις πολιτικές, και το ρόλο των διάφορων φορέων. Κοινό στοιχείο όλων αυτών των ορισμών είναι το κράτος, η κυβέρνηση και η συλλογικότητα, που ελέγχουν τα μέσα παραγωγής και ιδιοκτησίας. Μόνο το 17% του πληθυσμού της Αμερικής  αναγνωρίζει αυτόν τον ορισμό του σοσιαλισμού, σε σύγκριση με το 34% το 1949. Ένα 23% των Αμερικανών σήμερα ορίζουν τον σοσιαλισμό ως μια μορφή ισότητας, ενώ ένα άλλο 23% δεν έχει γνώμη. Τέλος, το 10% τον ορίζουν ως παρεχόμενες υπηρεσίες, όπως τα δίκτυα κοινωνικής ασφάλισης, η Κοινωνική Ασφάλιση, ή το Medicare. Οι υπόλοιποι έχουν ασαφείς, μη συγκεκριμένες, ή αρνητικές απόψεις για τον σοσιαλισμό.

Αυτό που μπορούμε να συμπεράνουμε είναι ότι οι Αμερικανοί αγνοούν σε μεγάλο βαθμό τους πραγματικούς ορισμούς του σοσιαλισμού. Αυτό πιθανότατα περιλαμβάνει και πολλούς από τους υποστηρικτές του. Παρά την άγνοια των σύγχρονων υποστηρικτών του σοσιαλισμού, οι πνευματικοί ιδρυτές του, όπως ο Μαρξ, αναγνώρισαν και υιοθέτησαν αυτόν τον ορισμό. Ωστόσο, τον χαρακτήρισαν ως μια απάντηση στον καπιταλισμό που πρέπει να έχει δημοκρατικά χαρακτηριστικά. Θεωρούσαν τους «εργάτες», ή τη συλλογικότητα, ως εκείνους που πρέπει να ελέγχουν τα μέσα παραγωγής, ώστε να είναι οποιοδήποτε σύστημα αληθινός σοσιαλισμός. Αν και ορισμένοι σοσιαλιστές προσπαθούν να τον ορίσουν πιο συγκεκριμένα και να τον αποσυνδέσουν από το κράτος, δεν μπορεί να αγνοηθεί το γεγονός ότι το κράτος είναι μια εκδήλωση της συλλογικής συνείδησης της κοινωνίας. Αυτό ισχύει ιδιαίτερα στις δημοκρατίες, σύμφωνα με τις θεωρίες κοινωνικών συμβολαίων που οι σοσιαλιστές συνήθως προσυπογράφουν και χρησιμοποιούν ως αιτιολογία για τις «υποχρεώσεις» που έχει το κράτος στην κοινωνία. Αυτή η συλλογιστική πρέπει να είναι από μόνη της αρκετή για να προσδιορίσει ως σοσιαλιστικά, καθεστώτα όπως η ΕΣΣΔ, όπου το κράτος ανέλαβε τον έλεγχο των μέσων παραγωγής. Αλλά υπάρχουν ακόμη περισσότερες ενδείξεις αυτού του γεγονότος για διερεύνηση.

Όταν στριμωχτούν στη γωνία, οι σοσιαλιστές θα αρχίσουν να διαφωνούν για τα δεδομένα του σοβιετικού συστήματος. Θα αναγνωρίσουν το σύστημα ως «κρατικά καπιταλιστικό» αντί για σοσιαλιστικό. Φαίνεται ότι για τους σοσιαλιστές η απλή ύπαρξη επιχειρήσεων προσδιορίζει ένα σύστημα ως καπιταλιστικό. Η επιχείρηση με κάποιο τρόπο ισοδυναμεί με ιδιωτική ιδιοκτησία κεφαλαίου και ιδιοκτησίας. Αλλά με τους προηγουμένως καθορισμένους ορισμούς του σοσιαλισμού, ακόμα και η πιο στοιχειώδης παρατήρηση του σοβιετικού συστήματος αρκεί για να απορρίψει αυτόν τον ισχυρισμό. Με την παραδοχή των δυτικών υποστηρικτών και επικριτών της από τη δεκαετία του 1930, η ΕΣΣΔ ήταν μια σοσιαλιστική δύναμη που έπρεπε να αναγνωριστεί παρά τις μαζικές μεταρρυθμίσεις των κρατικά ελεγχόμενων βιομηχανιών. Ο Αμερικανός συγγραφέας Joseph Freeman το περιέγραψε ως εξής: «για πρώτη φορά είδα τα μεγαλύτερα όνειρα των ανθρώπων να γίνονται πραγματικότητα. Άνδρες, γυναίκες και παιδιά ένωσαν τις προσπάθειές τους σε ένα τεράστιο ρεύμα ενέργειας που κατευθύνεται προς [..] τη δημιουργία αυτού που ήταν υγιές και καλό για όλους.» Ακόμα και ο Άγγλος σοσιαλιστής οικονομολόγος Sidney Webb την επαίνεσε για την «ευρύτερη δυνατή συμμετοχή ολόκληρου του ενήλικου πληθυσμού στη δημόσια σφαίρα, η οποία περιλαμβάνει τον προγραμματισμένο έλεγχο ολόκληρου του κοινωνικού περιβάλλοντος.… Η εξουσία πηγάζει πραγματικά από τους ανθρώπους, όπως επέμενε ο Λένιν». Όλα αυτά τα αποσπάσματα είναι τα λόγια των υποστηρικτών της ΕΣΣΔ και του Στάλιν, οι οποίοι τα έγραψαν κατά τη διάρκεια ή μετά τους λιμούς που είχαν επισυμβεί προηγουμένως. Αυτό δείχνει μια ασυνέπεια στα επιχειρήματα των σοσιαλιστών με την πάροδο του χρόνου. Η αρνητική στάση απέναντι στην ΕΣΣΔ δεν ξεκίνησε παρά μετά τη δεκαετία του 1950, μετά το θάνατο του Στάλιν, όταν οι σοσιαλιστές διανοούμενοι άρχισαν να σιωπούν για ζητήματα που σχετίζονταν με την ΕΣΣΔ, και αντ' αυτού στράφηκαν στην απόδοση παρόμοιων επαίνων για άλλα σοσιαλιστικά καθεστώτα του εικοστού αιώνα. Εάν είναι σωστός ο ισχυρισμός ότι η ΕΣΣΔ δεν ήταν ποτέ σοσιαλιστική, γιατί το επιχείρημα αυτό δεν είχε εμφανιστεί μέχρι την σημερινή αναβίωση της δημοτικότητας του σοσιαλισμού; Γιατί οι σοσιαλιστές της εποχής εξακολουθούσαν να υπερασπίζονται τα καθεστώτα τους, κόντρα σε μερικές από τις χειρότερες καταστροφές του αιώνα;

Ακόμα κι αν είστε σε θέση να εξηγήσετε αυτήν αλλαγή στάσης, όπως η αναθεώρηση που έγινε πολλά χρόνια αργότερα, και οι μεταλλασσόμενες απόψεις, τα οικονομικά δεδομένα για τους σοσιαλιστές δεν είναι καθόλου καλύτερα. Μια εις βάθος ανάλυση του σοβιετικού καθεστώτος δείχνει ότι το μεγαλύτερο μέρος, αν όχι όλο, των ιδιωτικών περιουσιών κατασχέθηκε και αναδιανεμήθηκε από το κράτος. Το κράτος  έλεγχε πλήρως τα συστήματα τιμών και τα μέσα παραγωγής. Αυτό σημαίνει, όπως εξηγούν τόσο οι επικριτές όσο και οι υποστηρικτές της, ότι όχι μόνο η Σοβιετική Ένωση έπεσε στην παγίδα του προβλήματος του οικονομικού υπολογισμού που περιγράφεται στο βιβλίο του Ludwig von Mises Σοσιαλισμός, αλλά ότι και σύμφωνα με τον σοσιαλιστικό ορισμό ήταν ένα σοσιαλιστικό κράτος. Αυτό μας επιτρέπει να κατηγοριοποιήσουμε εύκολα την ΕΣΣΔ, όπως και όλα τα άλλα σοσιαλιστικά κράτη του εικοστού αιώνα, ως οπωσδήποτε σοσιαλιστικά. Τα σύγχρονα παραδείγματα σοσιαλιστικών καθεστώτων αντιμετωπίζουν επίσης τα προβλήματα αυτών των προγενέστερων καθεστώτων. Η Βενεζουέλα, που κάποτε επαινέθηκε από τον πιο διαβόητο Αμερικανό σοσιαλιστή Bernie Sanders, αντιμετωπίζει επίσης το πρόβλημα του οικονομικού υπολογισμού. Λόγω της εθνικοποίησης και της κολλεκτιβοποίησης των βιομηχανιών μετά από την εκλογή του Hugo Chavez και αργότερα του Nicolas Maduro, η χώρα αντιμετωπίζει ακριβώς την κατάσταση που περιγράφει ο Mises ως αποτέλεσμα της απουσίας του οικονομικού υπολογισμού. Πριν ο  Chavez αναλάβει την εξουσία με δημοκρατικά μέσα, η Βενεζουέλα κατατασσόταν στις πέντε πλουσιότερες χώρες σε όλη τη Νότια Αμερική, φτάνοντας ακόμη και στην κορυφή για ένα μεγάλο μέρος της δεκαετίας του 1980. Στη συνέχεια, μετά τις μεταρρυθμίσεις του Chavez και αργότερα του Maduro, το κατά κεφαλήν ΑΕΠ μειώθηκε δραματικά και η Βενεζουέλα έγινε ένα από τα φτωχότερα έθνη στη Νότια Αμερική. Και όλα αυτά σε σύγκριση με τη Χιλή, η οποία την ίδια περίοδο μεταμορφώθηκε από ένα από τα φτωχότερα σε ένα από τα πλουσιότερα έθνη σε ολόκληρη τη Νότια Αμερική εφαρμόζοντας πολιτικές ακριβώς αντίθετου χαρακτήρα  -πολιτικές ελεύθερης αγοράς, όπως η απορρύθμιση και η φορολογική μεταρρύθμιση.


***

 

Ο Peyton Gouzien σπουδάζει Οικονομικά και Νομικές Σπουδές στο Πανεπιστήμιο George Mason.