Αν και όσοι κλίνουν προς την Αριστερά συνήθως κλαίγονται για την αυξανόμενη εισοδηματική ανισότητα, ο ανεξέλεγκτος συναισθηματισμός τους τους τυφλώνει σε σχέση με ό,τι προηγήθηκε της ανισότητας: τις περισσότερες φορές ήταν ο εκδημοκρατισμός της πρόσβασης στα - άλλοτε - είδη πολυτελείας
Αν και έχει κλιματιστικό στο σπίτι της, ο δημοσιογράφος των New York Times Edgar Sandoval αναφέρει ότι ο μηνιαίος της προϋπολογισμός των 800 δολαρίων δεν της επιτρέπει τη χρήση του κλιματιστικού κατά τη διάρκεια της ημέρας. Παρακαλώ σταθείτε για λίγο κι αναλογιστείτε τι σημαίνει αυτή η ταλαιπωρία για εκείνη. Το Σαν Αντόνιο είναι πολύ ζεστό το καλοκαίρι, και συχνά πολύ πιο πέρα από το καλοκαίρι. Ο Sandoval αναφέρει ότι η πόλη είχε 46 ημέρες με καιρικές συνθήκες άνω των 38 βαθμών, μόνο το 2022. Σύμφωνα με τα λόγια της Cruz-Perez, «Το κλιματιστικό λειτουργεί μόνο τη νύχτα, όσο ζέστη κι αν κάνει».
Παρακαλώ διευρύνετε τις σκέψεις σας για την Cruz-Perez, ως προς τη σημασία του κλιματισμού σε σχέση με το παρελθόν. Ήταν στη δεκαετία του 1930 που τα κλιματιστικά έκαναν την εμφάνισή τους στην αγορά. Ένας κληρονόμος στην Μινεάπολη αγόρασε το πρώτο. Το ότι ο πρώτος αγοραστής ήταν ένας κληρονόμος, είναι διδακτικό. Δεδομένου ότι τα κλιματιστικά του τύπου εξωτερικής μονάδας κυμαίνονταν σε κόστος από 10.000 $ έως 50.000 $ στη δεκαετία του '30, το προφανές συμπέρασμα από την τιμολόγηση των καινοτόμων εκείνων συσκευών είναι ότι ήταν πολύ απρόσιτα για το 99,999999% των Αμερικανών.
Τι άλλαξε λοιπόν; Γιατί τα κλιματιστικά με εξωτερική μονάδα, που κάποτε σηματοδοτούσαν έναν τεράστιο πλούτο, είναι τις περισσότερες φορές σημάδι φτώχειας σήμερα; Αλήθεια, πού βλέπετε κατά κανόνα κλιματιστικά με εξωτερικές μονάδες ; Τις περισσότερες φορές όχι σε πλούσιες περιοχές. Είναι κυρίως στις φτωχές περιοχές που τα βρίσκουμε πιο συχνά, συμπεριλαμβανομένου του τόπου που ζει η Cruz-Perez. Βλέπετε, αυτό που κάποτε ήταν απρόσιτο μπορεί τώρα να βρεθεί στο Amazon σε τιμές που πέφτουν κάτω από τα 100 $. Σκεφτείτε το λίγο!
Η ιστορία της μαζικής παραγωγής κλιματιστικών είναι ουσιαστικά ότι, αυτά που κάποτε ήταν σύμβολα κύρους είναι πλέον κάτι κοινότοπο. Το κρίσιμο σημείο εδώ είναι ότι κάποιοι άνθρωποι έγιναν πολύ πλούσιοι κάνοντας τα κλιματιστικά κάτι πολύ συνηθισμένο. Έτσι λειτουργεί ο κόσμος. Ή τουλάχιστον έτσι μπορείς να γίνεις πλούσιος σ’ αυτόν τον κόσμο. Ο καλύτερος τρόπος για να γίνεις πολύ ευκατάστατος πολύ γρήγορα είναι να παράγεις σε αφθονία και σε χαμηλές τιμές ό,τι παλιότερα ήταν σπάνιο και απαιτούσε αιματηρή οικονομία.
Η ανισότητα, για να μεταφράσουμε τι σημαίνει για όσους το χρειάζονται, γεννιέται από τον εκδημοκρατισμό της πρόσβασης σε βασικά αγαθά. Όταν κραυγάζετε κατά της ανισότητας, κραυγάζετε ενάντια στα ίδια τα άτομα που εξαφανίζουν αποφασιστικά και απτόητα τις δυσχέρειες από τη ζωή σας. Από τα αυτοκίνητα έως τους υπολογιστές και τα έξυπνα κινητά, αυτό που αρχικά ήταν ένα απόκτημα αποκλειστικά για πλούσιους, έγινε κοινότοπο χάρη σε ανθρώπους που απέκτησαν μεγάλο πλούτο ακριβώς επειδή το κατέστησαν κοινότοπο.
Αυτό μας φέρνει πίσω στην Cruz-Perez. Ενώ υπομένει καθημερινές θερμοκρασίες που ο Sandoval περιγράφει ως «αφόρητες» και ενώ ο διαβήτης και η υψηλή αρτηριακή της πίεση «επιδεινώνονται από την αποπνικτική ζέστη», μπορεί τουλάχιστον να κοιμάται άνετα το βράδυ χάρη στη βραδινή χρήση του κλιματιστικού της, που είναι εντός του προϋπολογισμού της.
Όλα αυτά μας οδηγούν σε ένα απλό ερώτημα: τι θα συμβεί αν κάποιος εκεί έξω βρει έναν τρόπο να παράγει με μαζικό τρόπο κλιματισμό με χαμηλό κόστος και αφθονία; Λάβετε υπ' όψη σας ότι αυτό έχει ήδη γίνει με τις μονάδες του κλιματισμού. Αυτό που χρειαζόμαστε τώρα είναι η ανέξοδη λειτουργία των μονάδων.
Αν υποθέσουμε ότι υπάρχει μια τέτοια εξέλιξη, θα μπορούσε κάποιος που διαβάζει αυτό το κείμενο να την κατακρίνει από τον φόβο ότι τα κέρδη του καινοτόμου εφευρέτη θα αύξαναν την ήδη μεγάλη ανισότητα; Όποια κι αν είναι η γνώμη σας, θα μπορούσατε να σταθείτε για λίγο και να αναλογιστείτε ποια πλευρά θα επέλεγε η Cruz-Perez;
Τι θα λέγατε για τους κατοίκους του Νέου Δελχί στην Ινδία; Στο βιβλίο μου They're Both Wrong του 2019, παρέθεσα ένα ρεπορτάζ των New York Times από το 2017, που έδειχνε ότι η διείσδυση των κλιματιστικών σε αυτήν την τεράστια πόλη ήταν της τάξης του 5%. Οι θερμοκρασίες στο Δελχί ανεβαίνουν συνήθως πάνω από 48 βαθμούς κατά τη διάρκεια του καλοκαιριού. Θα απέρριπταν οι φτωχότεροι της Ινδίας μια τεχνολογική πρόοδο που θα πλούτιζε τον εφευρέτη της, ενώ ταυτόχρονα θα μετρίαζε τη βασανιστική ζέστη που έχουν τα καλοκαίρια στο Δελχί;
Φαίνεται ότι αυτές οι ερωτήσεις είναι απλά ρητορικές, ή τουλάχιστον έτσι θα έπρεπε να είναι. Αν και όσοι κλίνουν προς την Αριστερά κλαίγονται συνήθως για την αυξανόμενη ανισότητα, τα ανεξέλεγκτα συναισθήματά τους τους τυφλώνουν σε σχέση με ό,τι προηγήθηκε της ανισότητας: τις περισσότερες φορές ήταν ο εκδημοκρατισμός της πρόσβασης στα είδη πολυτελείας.
Όσο για εκείνους που φοβούνται τη μαζική χρήση του κλιματιστικού φοβούμενοι την κατάσταση του πλανήτη, λογικά απλώς θα έσκυβαν το κεφάλι τους από ντροπή… αν υποθέσουμε ότι διαθέτουν την ικανότητα να ντρέπονται. Χωρίς να υποχωρούν ούτε ένα εκατοστό από την ακλόνητη άποψή τους ότι η ανθρώπινη άνεση επιβαρύνει έναν πλανήτη ο οποίος υπάρχει εδώ και δισεκατομμύρια χρόνια (στην πραγματικότητα είμαστε πολύ μικροί, αν δούμε τα πράγματα αποστασιοποιημένα), έχει κανείς την αίσθηση ότι όσοι φοβούνται τη μαζική πρόσβαση στον κλιματισμό, ζουν σε περιοχές όπου ο κλιματισμός διατίθεται σε αφθονία. Βασικά έχουν την πολυτέλεια να γκρινιάζουν για το ενδεχόμενο να αποκτήσουν κι οι άλλοι, αυτό που οι ίδιοι δεν θα χρειαστεί να στερηθούν ποτέ.
Στον πραγματικό κόσμο, η πρόοδος γεννιέται από τη μετατροπή των ειδών πολυτελείας σε συνηθισμένα αγαθά. Αυτό βοηθά να εξηγηθεί γιατί οι φτωχότεροι του κόσμου μεταναστεύουν χωρίς δισταγμούς εκεί όπου η ανισότητα είναι μεγαλύτερη. Γνωρίζουν καλά τι βελτιώνει τη ζωή τους. Μπορεί κανείς να υποθέσει με ασφάλεια ότι η Cruz-Perez το γνωρίζει επίσης, διαισθητικά.
Ο John Tamny είναι Senior Scholar του Ινστιτούτου Brownstone, εκδότης του RealClearMarkets και Αντιπρόεδρος στο FreedomWorks.