Μια ψηφοφορία ισοδυναμεί πρακτικά με μια πλειοψηφία που αναγκάζει μια μειοψηφία να συμμορφωθεί με τις επιθυμίες της
Η πολιτική δεν είναι κάτι για το οποίο πρέπει να υπερηφανευόμαστε. Δεν θα έπρεπε να πιστεύουμε σ’ αυτήν, δεν θα έπρεπε να ενθουσιαζόμαστε μ’ αυτήν. Δεν θα έπρεπε να πιστεύουμε ότι είναι κάτι ευγενές ή, ακόμα χειρότερα, κάτι διασκεδαστικό. Στην καλύτερη περίπτωση, η πολιτική είναι ένα ανόητο παιχνίδι με αρνητικές παράπλευρες συνέπειες. Μια σπατάλη αμέτρητων ωρών και αμέτρητης σκέψης - ωρών και σκέψης που θα μπορούσαν να είχαν αφιερωθεί σε παραγωγικές, ριζοσπαστικές αναζητήσεις που θα άλλαζαν τον κόσμο και τη ζωή μας. Η πολιτική, στην καλύτερη περίπτωση, σημαίνει χαμένες ευκαιρίες. Στην χειρότερη περίπτωση, σημαίνει ότι χάνονται περιουσίες, και μερικές φορές, ανθρώπινες ζωές. Η πολιτική είναι βία, άγνοια και φόβος.
Οι έντονες λέξεις όμως, απαιτούν κάποιες σαφείς διευκρινίσεις. Τι εννοώ λοιπόν με την λέξη «πολιτική;» Εννοώ την πράξη του να αποφασίζουμε για τους άλλους μέσω των μηχανισμών του κράτους. Το να επιλέγουμε για λογαριασμό των άλλων, και στη συνέχεια να βάζουμε το κράτος να τους υποχρεώνει να ακολουθούν τις επιλογές μας. Βέβαια, όταν λαμβάνουμε αποφάσεις μέσω αυτών των μηχανισμών –ας πούμε, ψηφίζοντας– αναμένουμε ότι το αποτέλεσμα θα ισχύει και για εμάς, όχι μόνο για τους άλλους ανθρώπους. Αλλά είναι παραπλανητικό να λέμε ότι «αποφασίζουμε για λογαριασμό μας» όταν ψηφίζουμε, γιατί αν αυτό που ψηφίζουμε είναι κάτι που θα κάναμε ούτως ή άλλως, θα μπορούσαμε κάλλιστα να επιλέξουμε να το κάνουμε, ανεξάρτητα από την ψήφο μας. Αν πιστεύω ότι η συνεισφορά χρημάτων για έναν σκοπό αξίζει τον κόπο, δεν χρειάζομαι το κράτος για να με υποχρεώσει να συνεισφέρω. Μπορώ να κόψω μια επιταγή ανά πάσα στιγμή. Με την ψηφοφορία, μεταβαίνοντας από το προσωπικό και εθελοντικό, στο πολιτικό και υποχρεωτικό, ουσιαστικά ζητούμε την άσκηση εξαναγκασμού. Μια ψηφοφορία ισοδυναμεί ουσιαστικά με μια πλειοψηφία που αναγκάζει τη μειοψηφία να συμμορφωθεί με τις επιθυμίες της. Έτσι, η πολιτική είναι μια μέθοδος λήψης αποφάσεων όπου οι επιλογές μετατοπίζονται από τα άτομα που επιλέγουν προσωπικά, σε σύνολα ατόμων που επιλέγουν συλλογικά, και όπου οι αποφάσεις που λαμβάνουν αυτές οι ομάδες υποστηρίζονται από νόμους και κανονισμούς. Είναι αυτή η τελευταία πτυχή - η υποστήριξη από τον εξαναγκασμό του νόμου - που διακρίνει την πολιτική από, λ.χ. , πέντε φίλους που ψηφίζουν για το πού θα δειπνήσουν απόψε.
Οι περισσότεροι από εμάς έχουμε τουλάχιστον την αίσθηση ότι κάτι δεν πάει καλά με την πολιτική. Παρακολουθήστε τις τηλεοπτικές ειδήσεις, ακούστε τους ραδιοφωνικούς σταθμούς, υπομείνετε ολόκληρες εβδομάδες ή μήνες προεκλογικών εκστρατειών, και είναι αδύνατο να αποφύγετε την ανωμαλία που προκαλεί η πολιτική πρακτική. Είναι κάτι απωθητικό και μας κάνει -ή θα έπρεπε να μας κάνει- να αναρωτιόμαστε για τον χαρακτήρα όσων ενθουσιάζονται μ' αυτήν. Ωστόσο, η ολέθρια επιρροή της εκτείνεται πέρα από εκείνους που υιοθετούν την πολιτική ως επάγγελμα ή ως χόμπι. Η πολιτική αποτελεί μια διεφθαρμένη επιρροή σε όλο το εύρος της ζωής μας, ένα εμπόδιο στην πορεία μας προς το να ζούμε καλά. Όσο ελάχιστη κι αν είναι η συμμετοχή μας.
Η πολιτική το προξενεί αυτό υπονομεύοντας την ικανότητά μας να εξασκούμε την τέχνη της καλής ζωής. Ένας τρόπος είναι έμμεσος: η πολιτική συντείνει σε ένα περιβάλλον όπου η εκμάθηση της ικανότητας του να ζεις καλά γίνεται πιο δύσκολη απ' ό,τι θα ήταν σε διαφορετική περίπτωση. Μια σημαντική προϋπόθεση για ένα καλό επίπεδο ζωής είναι ένα ορισμένο ποσό υλικής ασφάλειας - εάν απλώς επιβιώνουμε, δεν έχουμε χρόνο για υψηλότερες αναζητήσεις. Γνωρίζουμε την φιλελεύθερη άποψη, που θεμελιώνεται στα οικονομικά, ότι ένα σύστημα όπου οι αποφάσεις λαμβάνονται πολιτικά -είτε μέσω της δημοκρατικής διαδικασίας είτε από νομοθέτες και γραφειοκράτες, αντί από τα ίδια τα άτομα- θα οδηγήσει σε λιγότερη ευμάρεια και καινοτομία, και έτσι θα μας δώσει λιγότερους πόρους για να ζήσουμε το είδος της ζωής που θα αποφασίζαμε να ζήσουμε σε έναν κόσμο επιλογών και αφθονίας. Με αυτόν τον τρόπο, ένα πολιτικά ελεγχόμενο περιβάλλον γίνεται λιγότερο συμβατό με την βελτιστοποίηση της ποιότητας ζωής.
Ωστόσο η πολιτική δεν κάνει χειρότερο μόνο τον κόσμο γύρω μας. Μαζί μ’ αυτόν κάνει κι εμάς χειρότερους. Όταν συμμετέχουμε στην πολιτική – επιδιώκοντας κάποιο αξίωμα, ή ψηφίζοντας– παίρνουμε μέρος σε ένα σύστημα όπου προσπαθούμε να αποφασίσουμε για λογαριασμό άλλων, ενώ οι άλλοι προσπαθούν να αποφασίσουν για λογαριασμό μας, και όπου αυτές οι αποφάσεις, όποιος κι αν τις πάρει, υποστηρίζονται από τη βία ή, τουλάχιστον από την απειλή της χρήσης βίας. Είναι ένα σύστημα όπου οι συμμετέχοντες λένε ο ένας στον άλλο: «Εγώ ξέρω τι είναι καλύτερο για σένα, εσύ πρέπει να κάνεις αυτό που σου λέω, και αν δεν το κάνεις, αυτοί οι οπλισμένοι άντρες θα σε απειλήσουν, ή θα πάρουν τα χρήματά σου, ή θα σε κλειδώσουν σε ένα κελί, ή θα σε σκοτώσουν εάν αντισταθείς.» Ένα τέτοιο σύστημα μας ενθαρρύνει να αντιμετωπίζουμε ο ένας τον άλλον με τρόπο πολύ κάτω από τα πρότυπα συμπεριφοράς που θα έπρεπε να επιδιώκουμε, και μας ενθαρρύνει να βλέπουμε ο ένας τον άλλον όχι ως φίλους, συντρόφους και συναδέλφους που αναζητούν την καλή ζωή, αλλά σαν εχθρούς, αντιπάλους, και εμπόδια στον δρόμο της αναζήτησης της ευτυχίας μας.
Η πολιτική υποκινεί την μικροψυχία, την κοντόφθαλμη οπτική, τη μανιχαϊστική σκέψη, τον οπαδισμό, τον εγωισμό, και την οργή. Αποθαρρύνει τη λογική, τον σεβασμό, και την στοιχειώδη αναγνώριση της αξιοπρέπειας των άλλων, ειδικά εκείνων που αποζητούν μια ζωή διαφορετική από τη δική μας. Καθιστά λιγότερο πιθανό το να βρούμε ενάρετους καθοδηγητές, ή να μάθουμε από τις ενάρετες ενέργειες των άλλων, γιατί όλοι όσοι συναντούμε θα έχουν υποστεί και οι ίδιοι τη διαβρωτική της επιρροή. Η πολιτική ενθαρρύνει τις ακραίες αντιδράσεις, αντί της προσεκτικής αναζήτησης της κατάλληλης, μετρημένης λύσης. Η πολιτική απομακρύνει τις αποφάσεις από την γνώση των τοπικών κοινωνιών, και επομένως περιορίζει την ηθική συγκρότηση, καθιστώντας λιγότερο πιθανό ότι θα ενεργούμε για να επιτύχουμε ηθικούς στόχους, ακόμη και όταν παρακινούμαστε από ηθικές παρορμήσεις.
Η πολιτική είναι, στην καλύτερη περίπτωση, ένα αιχμηρό εργαλείο, αν και περιστασιακά ίσως απαραίτητο. Η χρήση του όμως έχει κόστος, που συμπεριλαμβάνει, πιστεύω, την υποβάθμιση του χαρακτήρα μας. Πρέπει να καταφεύγουμε στην πολιτική μόνο όταν δεν έχουμε άλλες επιλογές, αλλά και πάλι απρόθυμα. Τουλάχιστον, η πολιτική δεν θα έπρεπε ποτέ να είναι αιτία ενθουσιασμού, ή να θεωρείται ως το ιδανικό της αρετής ενός πολίτη. Εν ολίγοις, η πολιτική μας κάνει χειρότερους ανθρώπους. Θα ήμασταν καλύτεροι άνθρωποι χωρίς αυτήν. Καλύτερα θα ήταν να απορρίψουμε την πολιτική ως το μέσο για να επιβάλλουμε τη βούλησή μας στον κόσμο, και αντίθετα, να καταβάλουμε μεγαλύτερη προσπάθεια να εκπληρώσουμε στις δυνατότητές μας ως λογικά, διαλεκτικά όντα. Η καλή και ηθική ζωή δεν είναι η πολιτική ζωή, και η πολιτική είναι, σε ένα θεμελιώδες επίπεδο, ασυμβίβαστη με την καλή και ηθική ζωή.
***
Ο Aaron Ross Powell είναι διευθυντής και επιμελητής του Libertarianism.org , έργο του Ινστιτούτου Cato. Το Libertarianism.org φιλοξενεί υλικό εξοικείωσης με τον φιλελευθερισμο, καθώς και μια νέα θεώρηση της φιλελεύθερης φιλοσοφίας, της θεωρίας και της ιστορίας. Είναι επίσης συνδιοργανωτής του δημοφιλούς podcast του Libertarianism.org, Free Thinkts . Τα γραπτά του έχουν εμφανιστεί στο Liberty and The Cato Journal . Απέκτησε το πτυχίο του από το Πανεπιστήμιο του Ντένβερ.