30 Ιουνίου, 2021
Έργα και ημέρες των εθνικών μας λουκετοθεραπευτών.
21 Ιουνίου, 2021
Το πρώτο ελεύθερο έθνος στην Ιστορία
«Στους ανθρώπους δεν αρέσει να αναγκάζονται να σκέφτονται» είπε κάποτε η εκπαιδευτικός και κλασική φιλόλογος Edith Hamilton (1867-1963). Πράγματι η νωθρότητα του πνεύματος δεν είναι δυσεύρετη, πολύ περισσότερο μάλιστα σήμερα, παρά στην εποχή της. Διαφαίνεται στις ανούσιες αναρτήσεις στα κοινωνικά μέσα, στην επιπόλαιη πολιτική ρητορική, την επιφανειακή δημοσιογραφική κάλυψη, τις ανακλαστικές αλλά στομφώδεις απόψεις, και στην ευρεία απουσία των δεξιοτήτων κριτικής σκέψης. Είναι παντού.
Οι άνθρωποι που δεν σκέφτονται είναι ευάλωτοι έναντι εκείνων που σκέφτονται, και ιδίως έναντι εκείνων που σκέφτομαι διαρκώς πώς θα χρησιμοποιήσουν τους άλλους για σκοτεινούς σκοπούς. Οι δικτάτορες και οι δημαγωγοί προτιμούν έντονα τους εύπιστους και δουλοπρεπείς υπηκόους από τους σκεπτόμενους, ανεξάρτητους χαρακτήρες με ελεύθερο πνεύμα.
Σπανίως η νωθρότητα του πνεύματος εμφανίστηκε στη μακρά ζωή και το σημαντικό έργο της Edith Hamilton. Στο έργο της εκθείαζε το ανθρώπινο πνεύμα. Πίστευε πως είναι ντροπή να αφήνεται το πνεύμα να πάει χαμένο. Κατά τη γνώμη της «Ο νους και το πνεύμα από κοινού συνθέτουν το στοιχείο που μας διακρίνει από το υπόλοιπο ζωικό βασίλειο, επιτρέπει στον άνθρωπο να γνωρίζει την αλήθεια και τον καθιστά ικανό να πεθάνει γι’ αυτήν».
Στις τελευταίες τρεις δεκαετίες της ζωής της, αφιέρωσε τον δικό της νου για να αναζωπυρώσει το ενδιαφέρον της κοινής γνώμης για τους σπουδαίους στοχαστές της αρχαιότητας - και σε αυτή της την ευγενή προσπάθεια, αυτή η ηρωίδα της κατ’ οίκον εκπαίδευσης πέτυχε αναμφίβολα.
Η Edith Hamilton γεννήθηκε στη Δρέσδη της Γερμανίας από Αμερικανούς γονείς και μεγάλωσε στο Ft. Wayne της Ιντιάνα. Η μητέρα και ο πατέρας της ήθελαν να προσφέρουν την καλύτερη δυνατή εκπαίδευση στα πέντε παιδιά τους. Γρήγορα συνειδητοποίησαν ότι αυτή δεν μπορεί να βρεθεί στα δημόσια σχολεία. Η Edith, οι τρεις αδερφές της και ο ένας αδελφός της έλαβαν κατ’ οίκον εκπαίδευση, και όλοι είχαν μια επιτυχημένη επαγγελματική σταδιοδρομία.
Η αδερφή της η Alice για παράδειγμα, διέπρεψε ως ειδική στην βιομηχανική τοξικολογία και ήταν η πρώτη γυναίκα που διορίστηκε σε θέση μόνιμου διδακτικού προσωπικού στο Χάρβαρντ. Η Norah ήταν πρωτοπόρος στην καλλιτεχνική εκπαίδευση παιδιών από μη προνομιούχες οικογένειες στο Hull House στο Σικάγο και τη Νέα Υόρκη. Η Margaret υπήρξε διαπρεπής εκπαιδευτικός και βιοχημικός. Ο Arthur υπήρξε συγγραφέας, καθηγητής Ισπανικών, και αντιπρύτανης για ζητήματα αλλοδαπών φοιτητών στο Πανεπιστήμιο του Ιλλινόι στο Urbana-Champaign. Η Edith υπήρξε επίτιμη διδάκτωρ του Yale, του Πανεπιστημίου του Rochester, και του Πανεπιστημίου της Πενσυλβάνιας. Όποιος είπε ότι τα παιδιά που εκπαιδεύονται στο σπίτι δεν λαμβάνουν σωστή εκπαίδευση ή δεν «κοινωνικοποιούνται» δεν γνώρισε τα μέλη της οικογένειας Χάμιλτον (ή πολλές από τις οικογένειες που εφαρμόζουν κατ’ οίκον εκπαίδευση που γνωρίζω).
Η Edith ανέλαβε διάφορα αξιώματα επί 26 έτη, όπως επικεφαλής της διοίκησης στο Bryn Mawr School, ένα κολλέγιο που προετοιμάζει κορίτσια για το πανεπιστήμιο στη Βαλτιμόρη. Αφού συνταξιοδοτήθηκε γύρω στα 55 της χρόνια το 1922, αποφάσισε να ξεκινήσει μια νέα σταδιοδρομία ως συγγραφέας, που θα της επέτρεπε να εξερευνήσει το μακροχρόνιο πάθος της για την αρχαία Ελλάδα.
Το πρώτο της βιβλίο με τίτλο The Greek Way εκδόθηκε το 1930, όταν η ίδια ήταν 62 ετών. Στις επόμενες τρεις δεκαετίες, κέρδισε την παγκόσμια αναγνώριση ως ειδική στους αρχαίους Έλληνες. Το The Greek Way ήταν τεράστια επιτυχία, όπως και τα επόμενα βιβλία της όπως τα The Roman Way (1932), The Prophets of Israel (1936) και το Mythology: Timeless Tales of Gods and Heroes (1942), το οποίο από μόνο του είχε πουλήσει σχεδόν πέντε εκατομμύρια αντίτυπα μέχρι το 1957.
Αγαπούσε τους αρχαίους Έλληνες γιατί εκείνοι, όπως και η ίδια, αγαπούσαν τον νου του ατόμου. «Οι Έλληνες ήταν οι πρώτοι άνθρωποι του πνεύματος» υποστήριζε. «Σε έναν κόσμο όπου το ανορθολογικό έπαιζε στο παρελθόν τον πρωτεύοντα ρόλο, οι Έλληνες αναδείχθηκαν οι πρωταγωνιστές του νου». Εξηγώντας αυτή τη θέση της, υπογράμμισε ένα αξιοσημείωτο χαρακτηριστικό της κουλτούρας της αρχαίας Αθήνας:
«Το θεμελιώδες γεγονός για τον Έλληνα ήταν ότι έπρεπε να χρησιμοποιεί το μυαλό του. Ο αρχαίος ιερέας είχε πει 'Μέχρι εδώ και μη παρέκει. Εμείς θέτουμε τα όρια της σκέψης'. Οι Έλληνες όμως αντέτειναν 'Όλα τα πράγματα μπορούν να εξεταστούν και να αμφισβητηθούν. Δεν μπορούν να τεθούν όρια στην σκέψη'… Η χαρά της ζωής, η ιδέα ότι ο κόσμος είναι όμορφος και η ζωή σ’ αυτόν θελκτική, ήταν ένα χαρακτηριστικό του Ελληνικό πνεύματος που το διέκρινε από οτιδήποτε είχε προηγηθεί στο παρελθόν».
Καθώς οι αρχαίοι Έλληνες αγαπούσαν το πνεύμα και σέβονταν το άτομο, δημιούργησαν έναν πολιτισμό που διέφερε από οποιοδήποτε άλλο της εποχής του. Η ελευθερία που απολάμβαναν ξεχώριζε σε έναν κόσμο τυράννων και τυραννίας. Λίγες εκατοντάδες μίλια νότια, ο μεγάλος πολιτισμός της Αιγύπτου ήταν αντιθέτως ένα πολύ δυσάρεστο μέρος. Όπως εξηγεί η Χάμιλτον:
«Οι Έλληνες ήταν ο πρώτος λαός στον κόσμο που έπαιξε, και έπαιζαν σε μεγάλη κλίμακα. Σε ολόκληρη την Ελλάδα διοργανώνονταν αγώνες, κάθε είδους αγώνες και αθλητικοί διαγωνισμοί: αγώνες δρόμου, αρματοδρομίες, κωπηλατοδρομίες, λαμπαδηδρομίες, μουσικοί αγώνες πού η μία πλευρά προσπαθούσε να τραγουδήσει καλύτερα από την άλλη, αγώνες χορού, συχνά με το δέρμα αλειμμένο με λάδι προκειμένου να φαίνεται καλύτερα η επιδεξιότητα των βημάτων και η ισορροπία, αγώνες όπου οι διαγωνιζόμενοι πηδούσαν μέσα και έξω από φλεγόμενα άρματα, αγώνες τόσοι πολλοί που κανείς κουράζεται μόνο με το να τους κατονομάσει… Αν δεν ξέραμε τίποτε άλλο για τους Έλληνες, αν δεν είχε μείνει τίποτε από την ελληνική τέχνη και λογοτεχνία, το γεγονός ότι αγαπούσαν το παιχνίδι και έπαιζαν με τρόπο μεγαλειώδη, θα αρκούσε ως απόδειξη του τρόπου με τον οποίο ζούσαν και έβλεπαν τη ζωή. Οι εξαθλιωμένοι και βασανισμένοι άνθρωποι δεν παίζουν. Τίποτε που να μοιάζει τους ελληνικούς αγώνες δεν θα μπορούσε να είναι καν κατανοητό στην Αίγυπτο ή τη Μεσοποταμία. Η ζωή των Αιγυπτίων καταγράφεται στις τοιχογραφίες στην παραμικρή της λεπτομέρεια. Αν η ψυχαγωγία και ο αθλητισμός έπαιζαν κάποιον ουσιώδη ρόλο θα αποτυπώνονταν κάπου. Αλλά οι Αιγύπτιοι δεν έπαιζαν».
Στα 90 της χρόνια, η Edith τιμήθηκε στην πρωτεύουσα της Ελλάδας ως επίτιμη πολίτης των Αθηνών. Στον λόγο που εκφώνησε χαρακτήρισε αυτή την τιμή ως «την πιο περήφανη στιγμή της ζωής» της. Καταχειροκροτούμενη κάτω από τη σκιά της Ακρόπολης, μίλησε από στήθους στην πόλη που αγαπούσε περισσότερο από οποιαδήποτε άλλη:
«Η Αθήνα είναι όντως η μητέρα της ομορφιάς και της σκέψης, καθώς και η μητέρα της ελευθερίας. Η ελευθερία είναι μια ελληνική επινόηση. Οι Έλληνες ήταν το πρώτο ελεύθερο έθνος στον κόσμο… Η Ελλάδα ανήλθε στα ύψη όχι επειδή ήταν μεγάλη - ήταν μια πολύ μικρή χώρα. Όχι επειδή ήταν πλούσια - ήταν πολύ φτωχή. Όχι επειδή είχε θαυμάσια δώρα. Ανήλθε γιατί στους Έλληνες υπήρχε το σπουδαιότερο πνεύμα που κινεί την ανθρωπότητα, το πνεύμα που κάνει τους ανθρώπους ελεύθερους».
Για την Edith Hamilton, ο νους είναι το πιο μοναδικό και πολύτιμο κτήμα κάθε ανθρώπου. Θα έφριττε με την ιδέα του «Μποργκ» στο μυθοπλαστικό σύμπαν του Star Trek - τον ενιαίο «νου του σμήνους» στο οποίοι οι άνθρωποι καλούνταν να υποταχθούν. Για την Χάμιλτον, το γεγονός ότι καθένας από μας έχει τον δικό του νου, οδηγεί σε ένα αναπόδραστο συμπέρασμα: ότι για να είναι κανείς ένας πλήρης άνθρωπος πρέπει να είναι ταυτόχρονα ελεύθερος και υπεύθυνος. Ήταν μια γενναία φίλη του ατόμου - του πνεύματος, των δικαιωμάτων και της ελευθερίας του.
Όταν πέθανε το 1963 σε ηλικία 95 ετών, οι New York Times δημοσίευσαν μια λαμπρή νεκρολογία. Ένα απόσπασμα ιδίως από αυτήν καταδείκνυε ότι η Χάμιλτον ανησυχούσε πως οι ελεύθερες κοινωνίες του 20ου αιώνα έχαναν το ελληνικό πνεύμα του ατομικισμού.
«Αυτό με φοβίζει πολύ περισσότερο από τους σπούτνικ και τις ατομικές βόμβες» έλεγε. «Οι Έλληνες πίστευαν ότι κάθε ανθρώπινο ον είναι διαφορετικό, και με καθησυχάζει το γεγονός ότι τα δακτυλικά μου αποτυπώματα διαφέρουν από αυτά οποιουδήποτε άλλου». Είμαι σίγουρος ότι η Χάμιλτον θα απεχθανόταν τη σημερινή μαζική συμμόρφωση της σκέψης, την κουλτούρα της ακύρωσης και την πολιτική ορθότητα, όσο θα απεχθανόταν και το μυθοπλαστικό «Μποργκ».
Η Ήντιθ Χάμιλτον ήθελε ο κόσμος να ανακαλύψει εκ νέου τα καλύτερα στοιχεία της αρχαίας Ελλάδας - την αναγνώριση του ατομικού νου και την επιτακτική ανάγκη οι άνθρωποι να είναι όσο το δυνατόν πιο ελεύθεροι για να αξιοποιήσουν το πνεύμα τους. Ήταν η πιο δημοφιλής υπέρμαχος της αρχαίας Ελλάδας και τον 20ο αιώνα όταν επικεντρωνόταν στο μεγαλείο της, και η πιο αυστηρή κριτικός της όταν εστίαζε στους λόγους της παρακμής και της πτώσης της.
Επιτρέψτε μου να κλείσω με μια επιλογή κάποιων ακόμη σκέψεών της, που αντηχούν τις αλήθειες που χρειάζεται να ξαναμάθουμε σήμερα:
Δεν υπάρχει χειρότερος εχθρός για ένα κράτος από τον άνθρωπο που κρατά τον νόμο στα χέρια του.
Οι θεωρίες που αντιβαίνουν στα δεδομένα της ανθρώπινης φύσης είναι εκ των προτέρων καταδικασμένες.
Ένας άνθρωπος που δεν φοβάται, δεν μπορεί να υποδουλωθεί.
Θεμελιώδη θέση σε ό,τι πέτυχαν οι αρχαίοι Έλληνες είχε η πεποίθησή τους ότι το καλό για την ανθρωπότητα είναι εφικτό μόνο αν οι άνθρωποι είναι ελεύθεροι - στο σώμα, τον νου, και το πνεύμα τους - και αν κάθε άνθρωπος περιορίζει τη δική του ελευθερία. Ένα καλό κράτος, ή έργο τέχνης ή στοχασμού είναι εφικτό μόνο μέσω της αυτοκυριαρχίας του ελεύθερου ατόμου. Η ελευθερία προϋποθέτει τον αυτοπεριορισμό.
Στην Ελλάδα δεν υπήρξε επικρατούσα εκκλησία ή θρησκεία, αλλά ένα επικρατούν ιδανικό που όλοι ήθελαν να επιδιώξουν εφόσον το αναγνώριζαν. Διαφορετικοί άνθρωποι το έβλεπαν διαφορετικά. Είχε διαφορετική μορφή για τον καλλιτέχνη απ’ ό,τι για τον πολεμιστή. Η λέξη “excellence” είναι η κοντινότερη που διαθέτουμε σε σχέση με αυτή που εκείνοι χρησιμοποιούσαν (αριστεία), αλλά σήμαινε κάτι περισσότερο απ’ αυτό. Ήταν η μεγαλύτερη δυνατή τελειότητα, το καλύτερο και υψηλότερο επίτευγμα ενός ανθρώπου που πάντα δίνει την αίσθηση μιας συναρπαστικής κυριαρχίας. Ένας άνθρωπος πρέπει να επιδιώκει ενεργά να το κατακτήσει αυτό.
Αυτό που ήθελαν οι άνθρωποι ήταν μια διακυβέρνηση που θα τους παρείχε μια άνετη ζωή, και όταν αυτός ο στόχος κατέστη κυρίαρχος, οι ιδέες της ελευθερίας, της αυτάρκειας και της υπηρεσίας στην κοινότητα υποχώρησαν μέχρι που εξαφανίστηκαν. Η Αθήνα ολοένα και περισσότερο έμοιαζε με μια συνεργατική επιχείρηση που διέθετε μεγάλο πλούτο στον οποίο όλοι οι πολίτες είχαν δικαίωμα συμμετοχής… Η Αθήνα έφτασε στο σημείο να απορρίψει την ανεξαρτησία της, και η ελευθερία που πλέον ήθελε ήταν η ελευθερία από τις ευθύνες. Αυτό θα μπορούσε να έχει μόνο ένα αποτέλεσμα… αν οι άνθρωποι επέμεναν ότι το να είναι κανείς ελεύθερος από το βάρος της ανεξάρτητης και ταυτόχρονα υπεύθυνης προς το κοινό καλό ζωής, θα έπαυαν να είναι ελεύθεροι. Η ευθύνη είναι το τίμημα που πρέπει να καταβάλλει κάθε άνθρωπος για την ελευθερία του. Δεν μπορεί να αποκτηθεί διαφορετικά.
Όταν ο κόσμος βρίσκεται σε μια θύελλα και συμβαίνουν άσχημα πράγματα, τότε είναι που χρειάζεται να ξέρουμε όλα τα ισχυρά οχυρά του πνεύματος που οι άνθρωποι έχουν ανοικοδομήσει ανά τους αιώνες.
***
Ο Lawrence W. Reed είναι επίτιμος πρόεδρος του Foundation for Economic Education και συγγραφέας των βιβλίων Real Heroes: Inspiring True Stories of Courage, Character and Conviction και Excuse Me, Professor: Challenging the Myths of Progressivism.
11 Ιουνίου, 2021
Από την Φυλετική Καθαρότητα στην Υγειονομική Καθαρότητα.
Γιατί οι σοσιαλιστές λατρεύουν τη φράση «αυτό δεν ήταν πραγματικός σοσιαλισμός»
Για να προσδιορίσουμε πρώτα εάν τα «σοσιαλιστικά» καθεστώτα του παρελθόντος ήταν πραγματικά σοσιαλιστικά, πρέπει πρώτα να συμφωνήσουμε σε έναν ορισμό του σοσιαλισμού. Το Merriam-Webster's Dictionary μας δίνει τρεις διαφορετικούς ορισμούς για να εκκινήσουμε. Ο πρώτος αναφέρει: «οποιαδήποτε από τις διάφορες οικονομικές και πολιτικές θεωρίες που υποστηρίζουν τη συλλογική ή κρατική ιδιοκτησία και διαχείριση των μέσων παραγωγής και διανομής των αγαθών». Ο δεύτερος είναι «ένα σύστημα κοινωνίας ή συνόλου ατόμων στο οποίο δεν υπάρχει ιδιωτική ιδιοκτησία» ή «ένα σύστημα ή μια κατάσταση της κοινωνίας στην οποία τα μέσα παραγωγής ανήκουν και ελέγχονται από το κράτος». Τέλος, ο τρίτος ορισμός γράφει «ένα μεταβατικό στάδιο της κοινωνίας στη μαρξιστική θεωρία μεταξύ του καπιταλισμού και του κομμουνισμού που διακρίνεται από την άνιση διανομή αγαθών και των αμοιβών ανάλογα με την εργασία που έχει παραχθεί.» Και οι τρεις ορισμοί είναι παραλλαγές του πρώτου ορισμού, με κάποιες πρόσθετες λεπτομέρειες για την προέλευση του, τις πολιτικές, και το ρόλο των διάφορων φορέων. Κοινό στοιχείο όλων αυτών των ορισμών είναι το κράτος, η κυβέρνηση και η συλλογικότητα, που ελέγχουν τα μέσα παραγωγής και ιδιοκτησίας. Μόνο το 17% του πληθυσμού της Αμερικής αναγνωρίζει αυτόν τον ορισμό του σοσιαλισμού, σε σύγκριση με το 34% το 1949. Ένα 23% των Αμερικανών σήμερα ορίζουν τον σοσιαλισμό ως μια μορφή ισότητας, ενώ ένα άλλο 23% δεν έχει γνώμη. Τέλος, το 10% τον ορίζουν ως παρεχόμενες υπηρεσίες, όπως τα δίκτυα κοινωνικής ασφάλισης, η Κοινωνική Ασφάλιση, ή το Medicare. Οι υπόλοιποι έχουν ασαφείς, μη συγκεκριμένες, ή αρνητικές απόψεις για τον σοσιαλισμό.
Αυτό που μπορούμε να συμπεράνουμε είναι ότι οι Αμερικανοί αγνοούν σε μεγάλο βαθμό τους πραγματικούς ορισμούς του σοσιαλισμού. Αυτό πιθανότατα περιλαμβάνει και πολλούς από τους υποστηρικτές του. Παρά την άγνοια των σύγχρονων υποστηρικτών του σοσιαλισμού, οι πνευματικοί ιδρυτές του, όπως ο Μαρξ, αναγνώρισαν και υιοθέτησαν αυτόν τον ορισμό. Ωστόσο, τον χαρακτήρισαν ως μια απάντηση στον καπιταλισμό που πρέπει να έχει δημοκρατικά χαρακτηριστικά. Θεωρούσαν τους «εργάτες», ή τη συλλογικότητα, ως εκείνους που πρέπει να ελέγχουν τα μέσα παραγωγής, ώστε να είναι οποιοδήποτε σύστημα αληθινός σοσιαλισμός. Αν και ορισμένοι σοσιαλιστές προσπαθούν να τον ορίσουν πιο συγκεκριμένα και να τον αποσυνδέσουν από το κράτος, δεν μπορεί να αγνοηθεί το γεγονός ότι το κράτος είναι μια εκδήλωση της συλλογικής συνείδησης της κοινωνίας. Αυτό ισχύει ιδιαίτερα στις δημοκρατίες, σύμφωνα με τις θεωρίες κοινωνικών συμβολαίων που οι σοσιαλιστές συνήθως προσυπογράφουν και χρησιμοποιούν ως αιτιολογία για τις «υποχρεώσεις» που έχει το κράτος στην κοινωνία. Αυτή η συλλογιστική πρέπει να είναι από μόνη της αρκετή για να προσδιορίσει ως σοσιαλιστικά, καθεστώτα όπως η ΕΣΣΔ, όπου το κράτος ανέλαβε τον έλεγχο των μέσων παραγωγής. Αλλά υπάρχουν ακόμη περισσότερες ενδείξεις αυτού του γεγονότος για διερεύνηση.
Όταν στριμωχτούν στη γωνία, οι σοσιαλιστές θα αρχίσουν να διαφωνούν για τα δεδομένα του σοβιετικού συστήματος. Θα αναγνωρίσουν το σύστημα ως «κρατικά καπιταλιστικό» αντί για σοσιαλιστικό. Φαίνεται ότι για τους σοσιαλιστές η απλή ύπαρξη επιχειρήσεων προσδιορίζει ένα σύστημα ως καπιταλιστικό. Η επιχείρηση με κάποιο τρόπο ισοδυναμεί με ιδιωτική ιδιοκτησία κεφαλαίου και ιδιοκτησίας. Αλλά με τους προηγουμένως καθορισμένους ορισμούς του σοσιαλισμού, ακόμα και η πιο στοιχειώδης παρατήρηση του σοβιετικού συστήματος αρκεί για να απορρίψει αυτόν τον ισχυρισμό. Με την παραδοχή των δυτικών υποστηρικτών και επικριτών της από τη δεκαετία του 1930, η ΕΣΣΔ ήταν μια σοσιαλιστική δύναμη που έπρεπε να αναγνωριστεί παρά τις μαζικές μεταρρυθμίσεις των κρατικά ελεγχόμενων βιομηχανιών. Ο Αμερικανός συγγραφέας Joseph Freeman το περιέγραψε ως εξής: «για πρώτη φορά είδα τα μεγαλύτερα όνειρα των ανθρώπων να γίνονται πραγματικότητα. Άνδρες, γυναίκες και παιδιά ένωσαν τις προσπάθειές τους σε ένα τεράστιο ρεύμα ενέργειας που κατευθύνεται προς [..] τη δημιουργία αυτού που ήταν υγιές και καλό για όλους.» Ακόμα και ο Άγγλος σοσιαλιστής οικονομολόγος Sidney Webb την επαίνεσε για την «ευρύτερη δυνατή συμμετοχή ολόκληρου του ενήλικου πληθυσμού στη δημόσια σφαίρα, η οποία περιλαμβάνει τον προγραμματισμένο έλεγχο ολόκληρου του κοινωνικού περιβάλλοντος.… Η εξουσία πηγάζει πραγματικά από τους ανθρώπους, όπως επέμενε ο Λένιν». Όλα αυτά τα αποσπάσματα είναι τα λόγια των υποστηρικτών της ΕΣΣΔ και του Στάλιν, οι οποίοι τα έγραψαν κατά τη διάρκεια ή μετά τους λιμούς που είχαν επισυμβεί προηγουμένως. Αυτό δείχνει μια ασυνέπεια στα επιχειρήματα των σοσιαλιστών με την πάροδο του χρόνου. Η αρνητική στάση απέναντι στην ΕΣΣΔ δεν ξεκίνησε παρά μετά τη δεκαετία του 1950, μετά το θάνατο του Στάλιν, όταν οι σοσιαλιστές διανοούμενοι άρχισαν να σιωπούν για ζητήματα που σχετίζονταν με την ΕΣΣΔ, και αντ' αυτού στράφηκαν στην απόδοση παρόμοιων επαίνων για άλλα σοσιαλιστικά καθεστώτα του εικοστού αιώνα. Εάν είναι σωστός ο ισχυρισμός ότι η ΕΣΣΔ δεν ήταν ποτέ σοσιαλιστική, γιατί το επιχείρημα αυτό δεν είχε εμφανιστεί μέχρι την σημερινή αναβίωση της δημοτικότητας του σοσιαλισμού; Γιατί οι σοσιαλιστές της εποχής εξακολουθούσαν να υπερασπίζονται τα καθεστώτα τους, κόντρα σε μερικές από τις χειρότερες καταστροφές του αιώνα;
Ακόμα κι αν είστε σε θέση να εξηγήσετε αυτήν αλλαγή στάσης, όπως η αναθεώρηση που έγινε πολλά χρόνια αργότερα, και οι μεταλλασσόμενες απόψεις, τα οικονομικά δεδομένα για τους σοσιαλιστές δεν είναι καθόλου καλύτερα. Μια εις βάθος ανάλυση του σοβιετικού καθεστώτος δείχνει ότι το μεγαλύτερο μέρος, αν όχι όλο, των ιδιωτικών περιουσιών κατασχέθηκε και αναδιανεμήθηκε από το κράτος. Το κράτος έλεγχε πλήρως τα συστήματα τιμών και τα μέσα παραγωγής. Αυτό σημαίνει, όπως εξηγούν τόσο οι επικριτές όσο και οι υποστηρικτές της, ότι όχι μόνο η Σοβιετική Ένωση έπεσε στην παγίδα του προβλήματος του οικονομικού υπολογισμού που περιγράφεται στο βιβλίο του Ludwig von Mises Σοσιαλισμός, αλλά ότι και σύμφωνα με τον σοσιαλιστικό ορισμό ήταν ένα σοσιαλιστικό κράτος. Αυτό μας επιτρέπει να κατηγοριοποιήσουμε εύκολα την ΕΣΣΔ, όπως και όλα τα άλλα σοσιαλιστικά κράτη του εικοστού αιώνα, ως οπωσδήποτε σοσιαλιστικά. Τα σύγχρονα παραδείγματα σοσιαλιστικών καθεστώτων αντιμετωπίζουν επίσης τα προβλήματα αυτών των προγενέστερων καθεστώτων. Η Βενεζουέλα, που κάποτε επαινέθηκε από τον πιο διαβόητο Αμερικανό σοσιαλιστή Bernie Sanders, αντιμετωπίζει επίσης το πρόβλημα του οικονομικού υπολογισμού. Λόγω της εθνικοποίησης και της κολλεκτιβοποίησης των βιομηχανιών μετά από την εκλογή του Hugo Chavez και αργότερα του Nicolas Maduro, η χώρα αντιμετωπίζει ακριβώς την κατάσταση που περιγράφει ο Mises ως αποτέλεσμα της απουσίας του οικονομικού υπολογισμού. Πριν ο Chavez αναλάβει την εξουσία με δημοκρατικά μέσα, η Βενεζουέλα κατατασσόταν στις πέντε πλουσιότερες χώρες σε όλη τη Νότια Αμερική, φτάνοντας ακόμη και στην κορυφή για ένα μεγάλο μέρος της δεκαετίας του 1980. Στη συνέχεια, μετά τις μεταρρυθμίσεις του Chavez και αργότερα του Maduro, το κατά κεφαλήν ΑΕΠ μειώθηκε δραματικά και η Βενεζουέλα έγινε ένα από τα φτωχότερα έθνη στη Νότια Αμερική. Και όλα αυτά σε σύγκριση με τη Χιλή, η οποία την ίδια περίοδο μεταμορφώθηκε από ένα από τα φτωχότερα σε ένα από τα πλουσιότερα έθνη σε ολόκληρη τη Νότια Αμερική εφαρμόζοντας πολιτικές ακριβώς αντίθετου χαρακτήρα -πολιτικές ελεύθερης αγοράς, όπως η απορρύθμιση και η φορολογική μεταρρύθμιση.
***
Ο Peyton Gouzien σπουδάζει Οικονομικά και Νομικές Σπουδές στο Πανεπιστήμιο George Mason.
02 Ιουνίου, 2021
Πώς συνεργάζονται η κυριαρχία των καταναλωτών και η επιχειρηματικότητα
Ο καταναλωτής καθορίζει έμμεσα την παραγωγή, ανταμείβοντας ορισμένους επιχειρηματίες με κέρδη και τιμωρώντας άλλους με ζημίες
Στo βιβλίο Human Action, ο Mises (φωτο δεξιά) υποστηρίζει με έμφαση δύο θέσεις που είναι φαινομενικά αντιφατικές. Από τη μία πλευρά, έχει σαφώς την άποψη ότι η παραγωγή, και ιδίως η επιχειρηματική παραγωγή από τους πρωτοπόρους, είναι η «κινητήρια δύναμη» της οικονομίας. Όμως, από την άλλη, υποστηρίζει ότι οι καταναλωτές είναι κυρίαρχοι στο να καθορίζουν το τι πρέπει να παράγεται για αυτούς. Οι επιχειρηματίες, γράφει ο Mises,
υποχρεούνται να υπακούουν άνευ όρων στις εντολές του καπετάνιου. Ο καπετάνιος είναι ο καταναλωτής. Ούτε οι επιχειρηματίες, ούτε οι γαιοκτήμονες, ούτε οι καπιταλιστές καθορίζουν τι πρέπει να παραχθεί. Οι καταναλωτές το κάνουν αυτό. (σελ. 270)